ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΜΑΙΡΗ ΓΚΑΖΙΑΝΗ
Ο Παναγιώτης Κονιδάρης, αφού άνοιξε τα φτερά του και πέταξε από σχολή σε σχολή για ν’ αποκτήσει επιστημονικές γνώσεις, αποφάσισε να ασχοληθεί με τη συγγραφή βιβλίων. Κι ενώ το πιο πρόσφατο βιβλίο του, «Άλικος πάγος», είναι καθαρά αστυνομικό ο ίδιος ισχυρίζεται ότι «κάθε μου μυθιστόρημα ήταν διαφορετικό από το προηγούμενο, ειδολογικά μιλώντας».
ΜΑΙΡΗ ΓΚΑΖΙΑΝΗ: Παναγιώτη, γεννήθηκες στο Μεγανήσι Λευκάδας απ’ όπου κι έφυγες για σπουδές και στη συνέχεια επέστρεψες για μόνιμη διαμονή. Τι αντιπροσωπεύει για σένα το νησί σου;
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΝΙΔΑΡΗΣ: Και τι δεν αντιπροσωπεύει! Τις ρίζες μου, το θεμέλιό μου. Εκεί ακουμπάνε οι παιδικές και οι εφηβικές μου μνήμες. Εκεί ζω και εργάζομαι 20 χρόνια, εκεί μεγαλώνω και τα παιδιά μου. Είναι το ορμητήριό μου. Κάτι παραπάνω: είναι το μικροσκοπικό μου σύμπαν!
Μ.Γ.: Έχεις σπουδάσει Ραδιολογία-Ακτινολογία, στη συνέχεια Φαρμακευτική και κατέληξες στον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό. Ποια ανάγκη σε ωθούσε από τη μια σχολή στην άλλη;
Π.Κ.: Μερικές φορές, τουλάχιστον στην Ελλάδα, οι σπουδές είναι θέμα τύχης. Για να είμαι ειλικρινής, οδοντίατρος ήθελα να γίνω, αλλά στην πορεία αγάπησα τη Φαρμακευτική κι αυτή μου το ανταπέδωσε! Ο Ευρωπαϊκός Πολιτισμός ήταν μια κατοπινή επιλογή, με στόχο να ανοίξω κάποια ακόμα παράθυρα με θέα στον ακαδημαϊκό κήπο. Αν βρω χρόνο, στα γεράματα ίσως, θα ήθελα να σπουδάσω και Ιστορία της Τέχνης.
Μ.Γ.: Υπάρχει σχέση ανάμεσα στις επιστημονικές γνώσεις που απέκτησες από τις σπουδές σου και τη συγγραφή;
Π.Κ.: Πάντα υπάρχουν συνάφειες ανάμεσα στα διάφορα γνωστικά πεδία. Ωστόσο, επειδή διαισθάνομαι ότι η ερώτηση είναι πιο ειδική, θα απαντήσω και πάλι θετικά. Για παράδειγμα, αρκετές φορές αντλώ στοιχεία από τη φαρμακευτική επιστήμη για να εμπλουτίσω την πλοκή μου, μάλιστα κάποιοι από τους ήρωές μου έχουν ανάλογες γνώσεις. Αλλά μέχρι εκεί. Ο κόσμος της λογοτεχνίας είναι ο βασικός τροφοδότης ενός συγγραφέα, κι όχι τόσο οι ακαδημαϊκές σπουδές.
Μ.Γ.: Πώς προέκυψε η ανάγκη της συγγραφής;
Π.Κ.: Μα, νομίζω ότι είναι η ίδια αδήριτη ανάγκη που είχε πάντα ο άνθρωπος να μοιράζεται τις ιστορίες με τους γύρω του. Από την εποχή των σπηλαίων μέχρι σήμερα, δύο πράγματα κάνουν οι Homo sapiens: προσπαθούν να επιβιώσουν και αφηγούνται ιστορίες που έζησαν ή που φαντάστηκαν. Και τις πιο ωραίες από αυτές τις διασώζουμε από τη λήθη, τις κάνουμε θρύλους, παραμύθια, τις διδάσκουμε, τις μιμούμαστε.
Μ.Γ.: Τι είναι για σένα η συγγραφή;
Π.Κ.: Η συγγραφή, όπως τόνισα και πριν, είναι ένας τρόπος να λες ιστορίες και να θίγεις όσα συμβαίνουν γύρω σου. Ιστορίες όμορφες, διδακτικές, συμβολικές, ανατρεπτικές, αστείες, αλλόκοτες, ή απλά διασκεδαστικές. Οι συγγραφείς είμαστε εντέλει παραμυθάδες. Έχει να κάνει όμως και με το λογοτεχνικό κομμάτι. Αυτό δηλαδή που δίνει παλμό και ζωή στις λέξεις, που πλάθει κόσμους, χαρακτήρες, εικόνες και περιστατικά, αυτό που κάνει τον συγγραφέα να νιώθει σαν μικρούλης δημιουργός που κινεί τα νήματα από ψηλά με καλοσύνη ή χαιρεκακία! Και, τέλος, για τον ίδιο τον συγγραφέα, το γράψιμο είναι ταυτόχρονα και μια ανακούφιση, κάτι σαν θάλαμος απολύμανσης από τα δηλητηριώδη συστατικά της καθημερινότητας που τον περιβάλλουν.
Μ.Γ.: Πρόσφατα κυκλοφόρησε το βιβλίο σου «Άλικος πάγος». Σε τι παραπέμπει ο τίτλος;
Π.Κ.: Ο πάγος είναι το συνεκτικό συστατικό όλου του μυθιστορήματος. Είναι επίσης αυτό που χρησιμοποιεί με διάφορους ευφάνταστους τρόπους ο δράστης στους φόνους. Και σε αυτό το σύμβολο, ενυπάρχει ένας ακόμα συγγραφικός συμβολισμός, αυτός του ψύχους μιας ψυχής. Η λέξη «άλικος», που σημαίνει ζωηρός, έντονος κόκκινος, παραπέμπει ασφαλώς στο αίμα που ποτίζει τον πάγο. Αναγνωρίζω ότι είναι κάπως λυρική επιλογή λέξης για κάτι τόσο αποτρόπαιο. Επίτηδες έγινε, αλλά δεν μαρτυράω το γιατί!
Μ.Γ.: Πώς γεννήθηκε στη σκέψη σου η ιστορία που αφηγείσαι στο βιβλίο σου;
Π.Κ.: Μιλώντας για την πυρηνική ιδέα, με τον ίδιο τρόπο που γεννιούνται όλες οι ιδέες: ξαφνικά, απρόσμενα και ευχάριστα! Μετά βέβαια ακολουθεί το πλέξιμο της ιστορίας γύρω από αυτήν, το χτίσιμο των χαρακτήρων, η σύνθεση του σκηνικού. Αυτά όμως απαιτούν δουλειά, δεν αρκεί ένας γλόμπος αναμμένος πάνω από το κεφάλι.
Μ.Γ.: Υπάρχουν αληθινές αστυνομικές ιστορίες από τις οποίες δανείστηκες στοιχεία;
Π.Κ.: Η αλήθεια είναι ότι έψαξα για κάμποσο καιρό εγκληματολογικά αρχεία και χρονικά, όχι τόσο όμως για να βρω δάνεια. Έτσι κι αλλιώς κάποια μοτίβα μπορεί να επαναλαμβάνονται. Περισσότερο έψαξα για να διαπιστώσω αν είχε εκτελεστεί ανάλογο έγκλημα στο εξωτερικό με το δολοφόνο ν’ αφήνει μεταλλικά γράμματα δίπλα στο εκάστοτε θύμα. Δεν βρήκα κάτι, οπότε η πληρωμή ήταν η σχετική πρωτοτυπία.
Μ.Γ.: Οι λεπτομερείς και πολλές φορές ανατριχιαστικές περιγραφές των δολοφονιών χρειάζονται κάποιες ειδικές γνώσεις;
Π.Κ.: Μερικές φορές ναι, άλλες όχι. Το αποτέλεσμα μιας σφαίρας που διαπερνά το ανθρώπινο κορμί είναι συγκεκριμένο. Ένας πνιγμός έχει επίσης συγκεκριμένα αποτελέσματα. Τέτοιου είδους περιγραφές πρέπει να εδράζονται σε αυτή την αντικειμενικότητα. Αλλά υπάρχει και η φαντασία που βάζει τις δικές της πινελιές. Πάντως, ένας από τους πιο αγαπημένους μου χαρακτήρες στον «Άλικο πάγο», θα το καταλάβατε νομίζω, είναι ο ιατροδικαστής!
Μ.Γ.: Κι όσον αφορά στις αστυνομικές μεθόδους, εργαστήρια κ.λπ., από πού άντλησες πληροφορίες;
Π.Κ.: Από την αρχή με απασχολούσε το θέμα του ότι ένα έγκλημα δεν λύνεται επειδή κάποιος βυθίζεται σε σκέψεις στην πολυθρόνα του σπιτιού του, ούτε όμως με πιστολίδι μέχρι να φάει η μύγα σίδερο και το κουνούπι ατσάλι. Προσπάθησα λοιπόν να μάθω πώς λειτουργεί συνεργικά και μεθοδολογικά μια σύγχρονη αστυνομία. Ασφαλώς τα περισσότερα στοιχεία προέρχονται από το διαδίκτυο και σχετικά εγχειρίδια. Είχα όμως σημαντική βοήθεια και από εξειδικευμένο αξιωματικό της αστυνομίας. Αλλά αν υπάρχει κάτι που δεν ανταποκρίνεται πλήρως στη σημερινή αστυνομική πρακτική (και υπάρχουν κάποιες λεπτομέρειες), μπορείτε να καταδικάσετε την φαντασία μου γι’ αυτό, κανέναν άλλο.
Μ.Γ.: Η εξέλιξη της ιστορίας στο μυαλό σου ήταν ολοκληρωμένη από τη γέννησή της, ή σε καθοδήγησαν οι ήρωές σου;
Π.Κ.: Πλήρως ολοκληρωμένη ιστορία στο μυαλό; Δύσκολο, μιας και απαιτεί πολλές ψηφίδες που πρέπει να συνταιριάξουν. Υπάρχει πάντα όμως μια αδρή εικόνα, ένας σκελετός κατά νου. Η ολοκλήρωση γίνεται στα σχεδιάσματα και μετά στο χαρτί (στον υπολογιστή τώρα πια). Υπάρχουν όμως πράγματι και οι στιγμές που άλλα σχεδιάζεις στο μυαλό για τους ήρωες και αλλού τραβάνε εκείνοι. Και, ξέρετε, είναι οι πιο συγκινητικές στιγμές για τους συγγραφείς αυτές, όταν οι ήρωές τους αυτονομούνται. Οι στιγμές που οι συγγραφείς δακρύζουν.
Μ.Γ.: Διάβασα το βιβλίο σου μέσα σε δύο μέρες με αμείωτη αγωνία, σχεδόν άγχος. Ποιο ήταν το δικό σου συναίσθημα κατά τη διάρκεια της συγγραφής;
Π.Κ.: Προβληματιζόμουν με ποιον τρόπο θα σας προκαλέσω αγωνία και αναγνωστικό άγχος. Κατά τα άλλα ήμουν ψύχραιμος, αφού ήμουν ο μόνος που ήξερε τι θα γίνει στο τέλος.
Μ.Γ.: Δεδομένου ότι στη Σκανδιναβία επικρατεί η αστυνομική λογοτεχνία, έχεις επηρεαστεί από αντίστοιχους Σκανδιναβούς συγγραφείς;
Π.Κ.: Για να πω την αλήθεια, έχω διαβάσει σχετικά λίγα σκανδιναβικά αστυνομικά. Λίγο Νέσμπο, λίγο Ιντρίντασον… όχι πολλά πράγματα. Δεν με συγκινεί ιδιαίτερα, πολλή κατάθλιψη, πολύ αλκοόλ, λίγο χαμόγελο, καθόλου ήλιος. Μου αρέσει πιο πολύ ο Τσάντλερ, ο Σιμενόν, πιο πίσω ο Ντόιλ ή, από τους πιο σύγχρονους, ο Καμιλέρι. Έτσι, δεν νομίζω ότι έχω επηρεαστεί από τους βόρειους. Άμα διακρίνατε κάτι να μου πείτε να το κοιτάξω.
Μ.Γ.: Ποια είναι η γνώμη σου για την ελληνική αστυνομική λογοτεχνία;
Π.Κ.: Α, εδώ μάλιστα! Νομίζω ότι υπάρχει φλέβα! Πληθαίνουν διαρκώς οι εγχώριοι συγγραφείς που γράφουν εφάμιλλα, αν όχι καλύτερα, αστυνομικά από τους εισαγόμενους. Βελτιώνονται διαρκώς σε τεχνική, σε πλοκή και σε δράση. Έχω την αίσθηση ότι το ελληνικό αστυνομικό μυθιστόρημα βρίσκεται σε καλό δρόμο. Επίσης είναι πιο αλέγκρο, πιο μεσογειακό και οι ήρωές του προλαβαίνουν να ρουφήξουν και τους χυμούς της ζωής, όχι μόνο αυτούς του αλκοόλ.
Μ.Γ.: Γράφεις πάντα αστυνομική λογοτεχνία, ή έχεις ασχοληθεί και με κάποιο άλλο είδος;
Π.Κ.: Χμ! Κάθε μου μυθιστόρημα ήταν διαφορετικό από το προηγούμενο, ειδολογικά μιλώντας. Από το fiction με αντιπαράλληλη ιστορική αφήγηση στο ιστορικό μυθιστόρημα κι από κει στο καθαρόαιμο αστυνομικό. Ωστόσο νομίζω ότι όλα μου τα βιβλία έχουν στοιχεία αστυνομικής πλοκής, μυστηρίου και αγωνίας. Πάντως ο αστυνόμος Έκτωρας Ράντος είναι βέβαιο ότι θα ξαναεμφανιστεί, μου το έχει υποσχεθεί, και τέτοιοι τύποι κρατάνε τις υποσχέσεις τους.
Μ.Γ.: Αφού σε ευχαριστήσω και σου ευχηθώ καλοτάξιδος ο «Άλικος πάγος», θα σου ζητήσω να κλείσεις αυτή τη συνέντευξη με μια αγαπημένη σου φράση μέσα από το βιβλίο.
Π.Κ.: Ευχαριστώ πολύ για τις ευχές και φυσικά για τη συνέντευξη που μου επέτρεψε να αποδυθώ στην προσφιλή μου φλυαρία, αλλά δεν ξέρω αν υπάρχει «αγαπημένη μου φράση» στο βιβλίο. Αν εννοείτε αποφθεγματική, ίσως η εξυπνότερη θα ήταν «η σιωπή δεν κάνει λάθη». Αλλά αυτή (την οποία υποτίθεται ότι έλεγε συχνά ο παππούς του ήρωά μας) δεν είναι δική μου, είναι του Τζορτζ Μπέρναρντ Σω, που την έκλεψα όση ώρα εκείνος ήταν νεκρός.
*Το βιβλίο «Άλικος πάγος» του Παναγιώτη Κονιδάρη κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Λιβάνη.
Βιογραφικό
Ο Παναγιώτης Κονιδάρης γεννήθηκε στο Μεγανήσι Λευκάδας. Σπούδασε Ραδιολογία-Ακτινολογία για έναν χρόνο και κατόπιν μεταπήδησε στη Φαρμακευτική Αθηνών, απ’ όπου αποφοίτησε το 1996. Εν συνεχεία σπούδασε Ευρωπαϊκό Πολιτισμό στο ΕΑΠ, ενώ αρθρογραφεί τακτικά σε ηλεκτρονικά και έντυπα μέσα. Ζει και εργάζεται στη γενέτειρά του.
Από τις Εκδόσεις Λιβάνη κυκλοφόρησαν τα μυθιστορήματά του Το Χειρόγραφο της Πράγας (2007) και Πανάκεια (2008). Έχει επίσης εκδώσει την πραγματεία Μεγανήσι, ένα Ταξίδι στον Χρόνο (2013).