ΓΡΑΦΕΙ Η ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΣ ΑΛΙΚΗ-ΦΡΕΙΔΕΡΙΚΗ ΝΑΣΣΗ
Με τις ελληνικές σημαίες στους ώμους, βρεθήκαμε μαζί με την αδελφή μου στον χώρο του αγάλματος του Μεγάλου Αλεξάνδρου στις 17:30.
Ήδη είχε αρχίσει η προσέλευση του κόσμου και νέα παιδιά, αγόρια και κορίτσια, είχαν στήσει ένα πανηγύρι πατριωτισμού, τραγουδώντας και χορεύοντας τραγούδια για τη Μακεδονία μας και ξεσηκώνοντας τον κόσμο που συνέχιζε να καταφθάνει με χαμόγελα και ενθουσιασμό στον ίδιο χώρο.
Κοινή η πεποίθηση όλων ότι αυτή η επαίσχυντη συμφωνία δεν έχει καμία ισχύ, όσο εμείς οι Έλληνες, μέτοχοι του κεφαλαίου της Ιστορίας και της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, δεν την επικυρώνουμε με τις δικές μας υπογραφές.
Σε μία ατμόσφαιρα συγκίνησης και ενθουσιασμού, αφού μετά τις 18:00 βλέπαμε ο χώρος να έχει ήδη γεμίσει και κόσμος πολύς να συνεχίζει να συρρέει και από τις δύο πλευρές της παραλιακής, τραγουδούσαμε κι εμείς και βιντεοσκοπούσαμε.
Ώρα 19:10 περίπου ακούστηκε από ντουντούκα ή από μεγάφωνο μία φωνή που μας έλεγε να ξεκινήσουμε την πορεία μας ενωμένα και ειρηνικά προς το Βελλίδειο Συνεδριακό Κέντρο.
Αρχίσαμε να κινούμαστε ήσυχα προς τα πάνω. Δεν είχαμε διανύσει ούτε 100 μέτρα, όταν η πορεία σταμάτησε. Υποθέσαμε ότι ήταν λόγω του κόσμου που προηγούνταν και του συνωστισμού σε αυτό το σημείο μπροστά μας. Ένας κύριος πέρασε όμως και ενημέρωνε τον κόσμο ότι ρίχνουν χημικά και να μην κινηθεί κανείς. Προς επίρρωσιν δε των λεγομένων του ακούσαμε και τους κρότους. Με την αδελφή μου προχωρήσαμε λίγα βήματα ανάμεσα τον κόσμο και για να δούμε τι συμβαίνει και για να βιντεοσκοπήσουμε, και βρεθήκαμε κοντά στην κορυφή της πορείας, στον ανοιχτό χώρο, όπου επίσης βρισκόταν πολύς κόσμος συγκεντρωμένος, οι πρώτοι δηλαδή της πορείας.
Παραμείναμε εκεί, δεν απείχαμε άλλωστε πολύ από το σημείο στο οποίο εκτυλίσσονταν τα επεισόδια, βλέπαμε τους καπνούς σε μικρή απόσταση και τα αέρια έφθαναν κατά περιόδους ως εμάς. Ένας κύριος εξήγησε ότι ο αέρας φυσάει αντίθετα και προς το παρόν δεν κινδυνεύαμε. Έβαλα τη σημαία στο πρόσωπό μου, αφού τη δίπλωσα πολλές φορές, δεν ήξερα άλλωστε τι άλλο να κάνω, για να προφυλαχθώ. Και άλλος κόσμος πλησίαζε προς το μέρος μας για συμπαράσταση, εξοργισμένος με τη συμπεριφορά των αστυνομικών δυνάμεων. Γυναίκες, ηλικιωμένοι, νέοι. Σε κάθε ρίψη χημικών απαντούσαν με αποδοκιμασίες, συνθήματα, τραγούδια για τη Μακεδονία και τον Εθνικό Ύμνο. Κανένας δεν ήθελε να φύγει, αλλά και κανένας δεν προέβαινε σε καμία πράξη βίας κατά των αστυνομικών.
Θέλοντας και πάλι να έχουμε ιδία αντίληψη του τι ακριβώς συνέβαινε, προχωρήσαμε λίγα ακόμη βήματα και είδαμε ελάχιστους νεαρούς που πετούσαν πέτρες, απαντώντας έτσι στα χημικά των αστυνομικών.
Με το κινητό στο χέρι προσπαθήσαμε να βιντεοσκοπήσουμε τη ρίψη των χημικών και τις συνέπειές τους πάνω σε απλούς πολίτες κάθε ηλικίας. Δεν ήταν εύκολο, τα χημικά έπεφταν βροχή, τόσα πολλά που ίσως δεν έχει ρίξει ξανά η ελληνική αστυνομία, όπως ακούγαμε τον κόσμο να λέει…
Αυτό κράτησε περίπου μία ώρα για μας. Στη διάρκειά της είδαμε ανθρώπους να έρχονται τρέχοντας με τα μάτια κλαμένα και δίπλα μας κάποιοι να σωριάζονται στο έδαφος, ηλικιωμένες γυναίκες να δυσκολεύονται να αναπνεύσουν αλλά να μην αποχωρούν, νέους να συνεχίζουν να φωνάζουν συνθήματα και να τραγουδούν για τη Μακεδονία.
Σταδιακά ο περισσότερος κόσμος είχε επιστρέψει στον χώρο της παραλίας και του αγάλματος, για να αποφύγει τα αέρια που έφταναν πλέον προς το μέρος μας, καθώς γύρισε ο αέρας. Το ίδιο πράξαμε κι εγώ με την αδελφή μου. Ακούγαμε από την παραλία τους κρότους, βλέπαμε τους καπνούς και περιμέναμε μαζί με πολύ επίσης κόσμο, κάτω από το άγαλμα του Αλέξανδρου, την έκβαση αυτού του συλλαλητηρίου και των επεισοδίων.
Κατά τις 21:30 και αντιλαμβανόμενες πλέον ότι η διαδήλωση είχε σχεδόν διαλυθεί, αποφασίσαμε να επιστρέψουμε στο σπίτι μας. Αυτό όμως ήταν αδύνατον. Από την πλευρά του ξενοδοχείου «Μακεδονία Παλλάς» είδαμε τα ΜΑΤ να επιτίθενται ξανά σε αρκετή απόσταση από εμάς με χημικά και κόσμο να τρέχει πανικόβλητος. Βρισκόμασταν εγκλωβισμένες στον χώρο μαζί με άλλους διαδηλωτές αλλά και απλό κόσμο που έκανε την βόλτα του και υποχρεωμένες να περιμένουμε να σταματήσουν τα επεισόδια, να καθαρίσει η ατμόσφαιρα και τότε να επιστρέψουμε στα σπίτια μας.
Τότε, γύρω στις 10 το βράδυ, βλέπουμε να πλησιάζουν 10-15 άνδρες των ΜΑΤ, ίσως και περισσότεροι, στον χώρο του αγάλματος. Ελάχιστοι θερμόαιμοι από τον κόσμο της παραλίας (3-4 άτομα) άρχισαν να τους επιτίθενται λεκτικά και με χειρονομίες, ενώ δύο άλλοι τους μιλούσαν σε αδελφικό τόνο. Σε λίγα λεπτά τα ΜΑΤ άρχισαν να οπισθοχωρούν λίγα βήματα και όλοι πιστέψαμε ότι αποσύρονται, έτσι ώστε και τα επεισόδια να λήξουν και εμείς να πάμε επιτέλους στα σπίτια μας. Εκείνη τη στιγμή φτάνει στο σημείο ένας, προφανώς αξιωματικός, και δίνει την εντολή, έτσι όπως την άκουσε η αδελφή μου που βρισκόταν πιο κοντά τους. «Γράψτε τους», κωδικοποιημένη λέξη προφανώς για την αστυνομία, σίγουρα αυτοί γνωρίζουν τη σημασία της. Τη μάθαμε όμως και εμείς στην πράξη, μόλις ακούσαμε τον κρότο και είδαμε λάμψη στα δύο μέτρα από τα πόδια μας. Φώναξα την αδελφή μου να φύγουμε. Εξοργισμένη απευθύνθηκε προς τους αστυνομικούς φωνάζοντας: «Γιατί ρίξατε; Ποιος κινδύνευσε και ρίξατε;» Απομακρυνθήκαμε βιαστικά κάποια μέτρα και συνεχίζαμε να αναπνέουμε κανονικά, όταν έριξαν χημικά αυτή τη φορά και κάποιος φώναξε «τρέξτε, μας ρίξανε χημικά» και αρχίσαμε να τρέχουμε πανικόβλητοι όλοι όσοι βρισκόμασταν στο σημείο, κόσμος πολύς κάθε ηλικίας.Καθώς τρέχαμε, έρχεται ένα κύμα καπνού και το αέριο στα πρόσωπά μας. Ένιωσα μία όξινη γεύση στον λαιμό και τη μύτη μου, άρχισα να πνίγομαι, τα μάτια μου έτσουζαν και έτρεχαν δάκρυα, όχι τόσα, ώστε να μην βλέπω. Εκείνο που δεν μπορούσα να αντέξω ήταν η ασφυξία που ένιωθα, καθώς προσπαθούσα απεγνωσμένα να αναπνεύσω, ενώ έτρεχα, έκλαιγα έχοντας στη μύτη μου την μπλούζα μου και νιώθοντας τις δυνάμεις μου να με εγκαταλείπουν. Ήθελα να σωριαστώ στο έδαφος, αλλά ήξερα ότι κανείς δεν θα μπορούσε να με βοηθήσει, έτσι όπως όλοι προσπαθούσαν να σωθούν, αναζητώντας καθαρό αέρα. Είδα μία γυναίκα να σωριάζεται πιο πέρα, δεν σταμάτησα, δεν μπορούσα, κάποιοι την σήκωσαν, πίσω μας ακούστηκαν τα ουρλιαχτά μίας άλλης γυναίκας. Πριν τη ρίψη των χημικών είχα δει μία νέα κοπέλα με ένα μωρό στο καρότσι, ευχήθηκα να μην ήταν αυτή…
Προσευχόμουν, η αδελφή μου δεν ήξερα πού βρισκόταν, ο κόσμος μάς είχε χωρίσει, την φώναζα με όση φωνή μου είχε απομείνει και συνέχιζα να τρέχω, μαζεύοντας όλες μου τις δυνάμεις.
Ο Θεός μάς βοήθησε και καταφέραμε να βρεθούμε μακριά από το σημείο και να αναπνεύσουμε. Τα μάτια μας να καίνε, θέλαμε να ρίξουμε νερό, φώναζαν όλοι «όχι νερό στα μάτια ούτε τρίψιμο!»
Με την οργή να με πλημμυρίζει, μόλις πήρα ανάσες και συνήλθα, αναζήτησα τον επικεφαλής της πρώτης ομάδας αστυνομικών των ΜΑΤ που συνάντησα στο δρόμο της επιστροφής. «Απουσιάζει» ήταν η απάντηση και απευθύνθηκα τότε προς τους νεαρούς. Το ίδιο έπραξα σε όλες τις ομάδες που συναντήσαμε στο δρόμο μας. Τα σκυμμένα τους κεφάλια με κάνουν να ελπίζω πως πήραν ένα καλό μάθημα για όλη τη ζωή τους, βλέποντας δύο γυναίκες, τις δικές τους μανάδες, σε αυτήν την κατάσταση και ακούγοντας την μητρική επίπληξη…
Έτσι έχουν τα γεγονότα και όχι όπως παρουσιάστηκαν στα κανάλια και είμαι υποχρεωμένη να θέσω προς κάθε Έλληνα και Ελληνίδα τα παρακάτω ερωτήματα:
Κατά την προσέγγιση της πορείας στο αποκλεισμένο από τα ΜΑΤ σημείο, κάποια νεαρά παιδιά, εξοργισμένα και άλλα ίσως άλλες σκοπιμότητες υπηρετώντας, προσπάθησαν προφανώς να σπάσουν τον κλοιό των αστυνομικών και να περάσουν (δεν υπήρξα αυτόπτυς μάρτυρας της πρώτης σύγκρουσης). Είδα ιδίοις όμμασι αργότερα από το σημείο που βρέθηκα ότι σε απάντηση στη ρίψη των χημικών νεαρά άτομα έριχναν πέτρες και άλλα αντικείμενα εναντίον τους.
Ερωτάται ο αρμόδιος αξιωματικός της ελληνικής αστυνομίας για ποιο λόγο οι άνδρες του δεν τους απώθησαν με άλλους τρόπους και γιατί, ενώ γνώριζε ότι πίσω τους υπήρχε κόσμος συγκεντρωμένος, επέλεξε να κάνει χρήση χημικών, θέτοντας σε κίνδυνο τις ζωές τόσων ανθρώπων, ηλικωμένων, γυναικών και μικρών παιδιών;
Για ποιο λόγο στο άγαλμα του Μ. Αλεξάνδρου και ενώ είχε σχεδόν διαλυθεί η διαδήλωση, έριξαν ξανά χημικά και απώθησαν βίαια και αναίτια τον κόσμο από εκεί;
Με ποιο δικαίωμα ο επικεφαλής της αστυνομίας, οι πολιτικά αρμόδιες, υπουργός και υφυπουργός, και ο πρωθυπουργός της χώρας έθεσαν σε κίνδυνο τη δική μου ζωή και με ανάγκασαν να έλθω σε επαφή με χημικά αέρια, επιβλαβή και επικίνδυνα για την υγεία μου, χωρίς μάλιστα να έχω διαπράξει κανένα αδίκημα που να «δικαιολογεί» αυτή τη βάναυση και απάνθρωπη μεταχείριση;
Είναι βέβαιο ότι ο πρωθυπουργός αυτής της χώρας και οι συν αυτώ, ανασφαλείς και κουτοπόνηροι όντες, ενήργησαν βάσει οργανωμένου σχεδίου και μεθοδεύσεις ολοκληρωτικών καθεστώτων και διέλυσαν την διαδήλωση εν τη γενέσει της, ιδιαίτερα, όταν αντιλήφθηκαν ότι ο κόσμος που συνέρρε στο σημείο ήταν πολύς…
Ένας ευφυής και δημοκράτης ηγέτης δεν θα έκλεινε τους δρόμους, παρά μόνον την είσοδο του Βελλιδείου. Και αν ακόμη θα ήτο υποχρεωμένος να το πράξει για λόγους ασφαλείας, στην περίπτωση κατά την οποία ελάχιστοι, αρνούμενοι να υπακούσουν στις εντολές της αστυνομίας, θα προκαλούσαν επεισόδια ή θα απαντούσαν στη ρίψη των χημικών με ρίψη λίθων, ως και εγένετο, θα διέκοπτε, όταν θα το επληροφορείτο, την ομιλία του και θα έδιδε ο ίδιος την εντολή να επιτρέψουν στον λαό να συνεχίσει την πορεία του ή να διατρανώσει ειρηνικά την αντίθεσή του, έχων εμπιστοσύνη στον εαυτό του και στο έργο του εντός του Συνεδριακού Κέντρου.
Και τότε εμείς οι ίδιοι θα τον χειροκροτούσαμε και θα μας έπαιρνε μαζί του…
Αλλά αυτή η συμπεριφορά είναι ίδιον μεγάλων ΗΓΕΤΩΝ.
Και ο «ακριβός» μας Αλέξης επέλεξε για τον εαυτό του, με τα επαναλαμβανόμενα και προσβλητικά για το λαό λάθη του, τον τίτλο του ηγεμονίσκου με ημερομηνία λήξης στη μνήμη μας και στην Ιστορία αυτού του τόπου…
ΣΗΜ:Το άρθρο αφιερώνεται στην Ελένη Μπακόλα, ομογενή της Αυστραλίας, η οποία με συνάντησε τυχαία στο λεωφορείο για Πρέβεζα και μου ζήτησε να προσθέσω και τη δική της διαμαρτυρία για τη ρίψη των χημικών σε μία γυναίκα που ήλθε απλώς να διαδηλώσει την αντίθεσή της στην εκχώρηση του ονόματος της Μακεδονίας μας.
Προς επίρρωσιν των περιγραφέντων, υπάρχουν και σχετικά βίντεο, ορισμένα εκ των οποίωv έχουν ήδη αναρτηθεί και στο Facebook.