ΑΠΟ ΤΟΝ JOHN DOE
«Ζω… το Όναρ», είναι ο τίτλος του νέου βιβλίου της κυρίας Μπλαστροπούλου από τις Εκδόσεις Πνοή. Παρουσιάζεται στο ίδιο ιδιαίτερο μέγεθος με τους «Ψιθύρους» -το προηγούμενο της έργο- και έχει την ίδια υπερρεαλιστική εικαστική προσέγγιση στο εξώφυλλο του. Η συγγραφέας, μας προδιαθέτει για μια συνέχεια, για μια συνέπεια ίσως;
Είχα γράψει τότε στην άποψη μου για τους «ψιθύρους», πως επρόκειτο για ένα «sui generis», αποδομημένο λογοτεχνικό κείμενο. Πόσο οξύμωρο, σκέφτομαι τώρα, να επιχειρεί κανείς να βάλει σε μια «σειρά» την αποδόμηση. Όπως όταν η επανάσταση προσπαθεί να φορέσει τα στενά ρούχα τής συνταγματικής συνέλευσης. Μήπως η κυρία Μπλαστροπούλου μετατράπηκε ξαφνικά από Ζαν Πολ Μαρά σε Ροβεσπιέρο;
Ανησυχώ. Γυρίζω τις σελίδες με επιφυλάξεις.
Στους «Ψιθύρους», πίσω από το εξώφυλλο κρυβόταν ένα δάσος, πρωτόλειο, άτακτο παιδί του αρχικού χάους, σαν αυτά που εξυμνούσε ο Ρουσσώ. Τα ίχνη του Ανθρώπου περιορίζονταν στο μουσικό αποκύημα των υπαρξιακών ερωτημάτων του.
Στο «Ζω… το Όναρ», ανακαλύπτω κείμενα σε συμμετρία, σαν στοιχισμένοι στρατιώτες, σα Ρωμαϊκές λεγεώνες που στοϊκά περιφρουρούν τα όρια του Μαύρου Δάσους. Κίονες σε δωρικό ρυθμό των οποίων τα λαμπρά μάρμαρα έκαψαν με το ορθό τους φως, τις ένοχες σκιές των Διονυσιακών μυστηρίων.
Η λέξη «Όναρ» όμως, με παραξενεύει καθώς τα λόγια των ονείρων ταξιδεύουν στα εφήμερα φτερά των ανέμων, δεν χαράζονται στην πέτρα. Κυρία Μπλαστροπούλου, μήπως επιχειρείτε να μας πλανέψετε;
Τίτλοι μέσα στο βιβλίο «ψίθυροι», όπως ο «Πειρασμός» ή η «έκρηξη», στο βιβλίο «Ζω…το Οναρ» γίνονται ο «Λέων» ή το «βουνό». Ήταν άραγε νομοτελειακό, στοχάζομαι, στη λογοτεχνική πορεία της συγγραφέως, να χάσει ο Πάρις μια άνιση μάχη του λυρικού με τον επικό Αγαμέμνονα;
Αρχίζω να βαδίζω, απορημένος, προς την επιβεβαίωση, όταν στη στροφή μιας στροφής, με χτυπάει άξαφνα το βέλος μιας αναστροφής:
«Η βροχή κι εγώ περπατούσαμε παρέα.
Πεθύμησε, είπε, τη Ζωή και κατέβηκε στη Γη.
Να ερωτευτεί, ν’ ακούσει μουσική.»
Ερέθισμα τυχαίο, αναρωτιέμαι; Ατίθασο κλαδί των αισθήσεων ή πρώτη νότα μιας ενορχηστρωμένης συγχορδίας της βροχής;
Οφείλω να το ψάξω, να το εξερευνήσω, ίσως να το ανακαλύψω;
Πίσω από το πέπλο της φόρμας και των τίτλων, εν τέλει, αν και έντεχνα κρυμμένη, η αλήθεια δεν αργεί να μου αποκαλυφθεί:
«Και τα μάτια φωτίζονται μ’ ένα παράξενο χαμόγελο
καθώς Ημέρα και Νύχτα θηλυκώνουν.»
Το καταλαβαίνω τώρα, το «Όναρ» είναι στην πραγματικότητα το όνομα που δίνει η ποιήτρια στον έρωτα για να τον φανερώσει χωρίς να τον προδώσει. Για να τον εκθειάσει χωρίς να τον εξανθρωπίσει. Για να τον ζήσει χωρίς να τον στραγγίσει.
Οι «ψίθυροι» ήταν ένα δημιούργημα του νου, μια υπερήφανη, σχεδόν εφηβική, κοσμοθεωρία. Το «Ζω… το Όναρ» είναι ένα δυνατό χτύπημα της καρδιάς, μια ώριμη κατάθεση της ερωτικής νιότης.
Η καθηγήτρια του χθες έγινε μαθήτρια του σήμερα, και η Δέσποινα μας επέτρεψε να διακρίνουμε στις σχισμές της τηβέννου, τα σκιρτήματα του πόθου πίσω από το αποφασιστικό βάδισμα των λέξεων.
Τελικά, πίσω από την επιβλητική αυλαία ενός «Ζ» παντοκράτορα, κρύβεται ένας θίασος Σεξπηρικός. Έτσι όμως, είναι η Δέσποινα, πάντα σκεπάζει την αιχμηρότητα την πνευματική, την αισθηματική, εν προκειμένου την ηδονιστική, με πορφυρό βελούδο.
Αρχικά, κόντεψα να χαθώ στην παρερμηνεία. Ήταν λάθος μου, το παραδέχομαι. Την αλήθεια, εγώ ειδικά, όφειλα να την είχα υποψιαστεί. Η πιο εκτεταμένη –σε σχέση με το προηγούμενο βιβλίο- χρήση της γαλλικής γλώσσας έπρεπε να με είχε προϊδεάσει. Είναι μια déclaration, ένα «statement» όπως θα λέγαμε σήμερα στην πολιτιστικά (και πολιτισμικά) «αγγλοκρατούμενη» χώρα μας.
Μια δήλωση ανεξαρτησίας από το λογοτεχνικό πεπρωμένο, μια κήρυξη πολέμου στον κοινωνικό καθωσπρεπισμό, εν ολίγης μια ερωτική δήλωση.
Une déclaration d’indépendance, une déclaration de guerre, une déclaration d’amour.
23/10/22
Στέφανος Παπαδόπουλος, συγγραφέας