ΤΗΣ ΓΙΩΤΑΣ ΚΛΟΥΤΣΟΥΝΗ
Τρέχανε οι μήνες
σαν νερό από πηγή.
Δίψαγαν τα χείλη
απ’ τ’ αλάτι.
Αύριο ξημέρωνε
μιά Πρωτομαγιά.
Σε νησί μικρό
κάπου στο χάρτη.
Μάζευα κοχύλια,
θαλασσόξυλα, αχινούς.
Ήθελα να φτιάξω
ένα στεφάνι.
Δεν θα είχε επάνω
λουλουδάκια από αγρούς.
Θάλασσας θα ήτανε
φιρμάνι.
Θα ‘φερνε ελπίδα
και δροσιά στη γειτονιά.
Θα ‘φερνε
χαμόγελα στα χείλη.
Θα ‘δινα κοχύλια
και ξυλάκια στα παιδιά.
Το δικό τους
να ‘χουν το στεφάνι.
Πέρναγαν κοχύλια
σε μια πετονιά.
Κι έφτιαχναν
βραχιόλια με αγάπη.
Κάτασπρα κοχύλια
αλμύρας φυλαχτό.
Βάζαν στους καρπούς τους
σαν το Μάρτη.
Μοιάζει λίγο αλλιώτικη
αυτή η Πρωτομαγιά.
Δίχως αγκαλιές,
φιλιά στα χείλη.
Θα ‘ναι τα στεφάνια μας
προάγγελοι χαράς.
Νέκταρ της καρδιάς
γλυκό σταφύλι.
Αύριο ξημερώνει
ελπίδα κι αντοχή.
Μέρες ξέρω
δύσκολες θα έρθουν.
Βάλτε στα στεφάνια σας
κρυφά μια προσευχή.
Κι άστε τα χαμόγελα
να εξέχουν.
Όλα τότε θα ‘ναι
μια όμορφη γιορτή.
Που όλες οι καρδιές
θα την αντέχουν.