ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΜΑΙΡΗ ΓΚΑΖΙΑΝΗ
Η Νούλη Τσαγκαράκη εμφανίζεται στον συγγραφικό χώρο με το βιβλίο της «΄Ενας από μας» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πνοή. Πρόκειται για μια συλλογή διηγημάτων της σύγχρονης εποχής, στην Ελλάδα της οικονομικής κρίσης. Ιστορίες που μπορεί να έχουν συμβεί στους διπλανούς μας ή ακόμη και σ΄ εμάς τους ίδιους διατρέχουν τις σελίδες του βιβλίου προκειμένου η συγγραφέας να καταθέσει γραπτώς «τα χνάρια της κρίσης». «Μιας κρίσης ουσιαστικά αξιακής κατ’ εμέ» τονίζει η ίδια.
ΜΑΙΡΗ ΓΚΑΖΙΑΝΗ: Κυρία Τσαγκαράκη γεννηθήκατε στη Δράμα, μεγαλώσατε στην Αττική, σπουδάστε στην Αγγλία, ζήσατε στην Πάτρα και τελικά εγκατασταθήκατε μόνιμα στην Αθήνα. Πώς αισθάνεστε με αυτόν τον, ως τώρα, κύκλο ζωής;
ΝΟΥΛΗ ΤΣΑΓΚΑΡΑΚΗ: Πλούσια!
Μ.Γ: Δηλώνετε λάτρης της ζωής και των ταξιδιών. Τι αναζητάτε μέσα από τα ταξίδια σας;
Ν.Τ.: Να γνωρίσω τον κόσμο. Να έρθω σ’ επαφή με το διαφορετικό. Διαφορετικές κουλτούρες, παραδόσεις, αξίες ζωής…
Μ.Γ.: Με τη συγγραφή βιβλίων πότε αρχίσατε ν’ ασχολείστε;
Ν.Τ.: Συστηματικά τα δύο τελευταία χρόνια.
Μ.Γ.: Πρόσφατα κυκλοφόρησε το βιβλίο σας «Ένας από μας» που αφορά συλλογή διηγημάτων. Ποιος είναι ο «ένας» και ποιοι συμπεριλαμβάνονται στο «μας»;
Ν.Τ.: Ο «ένας», είναι δυνητικά ο καθένας από «μας», όπου ως «μας» ορίζεται το κάθε κοινωνικό σύνολο, ανεξάρτητα μεγέθους.
Μ.Γ.: Υπήρξε κάποια αφορμή που σας προέτρεψε να γράψετε τα συγκεκριμένα διηγήματα;
Ν.Τ.: Θέλησα, με το δικό μου τρόπο, ν’ αποτυπώσω τα χνάρια της κρίσης. Μιας κρίσης ουσιαστικά αξιακής κατ’ εμέ. Θέλησα να προκαλέσω την ενσυναίσθηση του αναγνώστη, ώστε ερχόμενος αντιμέτωπος με τα προβλήματα των ηρώων να αναρωτηθεί τι θα έκανε ο ίδιος, αν βρισκόταν στη θέση τους.
Μ.Γ.: Αλλοδαποί, μετανάστες ή πρόσφυγες αλλά και ντόπιοι είναι οι ήρωες του βιβλίου σας. Τι θέλατε να τονίσετε μέσα από τις ιστορίες που αφηγείστε;
Ν.Τ.: Ότι η παγκοσμιοποίηση δεν μπορεί και δεν πρέπει να παραμείνει αποκλειστικά οικονομική. Οφείλουμε, στο βαθμό που μπορούμε, να την κάνουμε κοινωνική, αλληλέγγυα, συμπονετική και πανανθρώπινη.
Μ.Γ.: «Τσακίζει ο πόνος αν σταθείς σ’ ένα παρελθόν που πληγώνει, σ΄ ένα “γιατί” χωρίς απάντηση» αναφέρεται στο οπισθόφυλλο. Πώς μπορεί κάποιος να δραπετεύσει από το παρελθόν του;
Ν.Τ.: Δεν υπάρχει λόγος να δραπετεύσει. Το παρελθόν αποτελεί την ταυτότητά μας, είναι οι εμπειρίες και οι γνώσεις -μοναδικές για τον καθένα- που έχουμε λάβει και τις οποίες μπορούμε να αξιοποιήσουμε προς όφελος μας.
Μ.Γ.: «Ποτέ δεν ξέρεις τι θα μας φέρουν τα κύματα…» αναφέρει ο αστυνομικός Αναστάσης στον Αργύρη στο διήγημα «Αλλαχού Άκμπαρ». Τι έφεραν στη ζωή του Αργύρη τα κύματα και κατ’ επέκταση στους νησιώτες μας που έσωσαν ζωές μέσα από τα κύματα;
Ν.Τ.: Στους νησιώτες μας, μιλώντας γενικότερα, την ευκαιρία να δώσουν σε όλους ένα μάθημα ανθρώπινου μεγαλείου. Στον Αργύρη, και στον κάθε Αργύρη ειδικότερα, που ξεκίνησε έχοντας στο μυαλό του έναν κυνικό ωφελιμισμό, τη δυνατότητα να έρθει σ’ επαφή με τον εσώτερο εαυτό του, με αισθήματα που υπήρχαν αλλά ήταν σε λήθαργο. Να διαπιστώσει και να αποδεχθεί συναισθηματικές ανάγκες κι ελλείψεις σε πρώτο στάδιο, να επιδιώξει να τις ικανοποιήσει σ’ ένα δεύτερο. Λειτούργησαν, συνεπώς, εποικοδομητικά, αφού η αυτογνωσία του αυξήθηκε.
Μ.Γ.: «Ό,τι κι αν αποκτήσεις, ευτυχισμένος εδώ δεν πρόκειται να γίνεις αν δεν βρεις πρώτα τον τρόπο ν’ αλλάξεις το χρώμα σου» απευθύνει ο Λίμπαν στον αδερφό του Άνταν στο διήγημα «Η εκδίκηση». Το χρώμα του δέρματός του ή ο χαρακτήρας του εμπόδιζαν την ευτυχία του;
Ν.Τ.: Διάφοροι παράγοντες λειτουργούν ανασχετικά, όταν γίνονται αιτία απομόνωσής μας από το ανθρώπινο περιβάλλον. Ο βαθμός περιθωριοποίησης μοιραία καθορίζει και το ποσοστό της ευτυχίας ή της δυστυχίας μας.
Μ.Γ.: «Έχω αποποιηθεί κάθε ίχνος περηφάνιας, έχω ξεπεράσει κάθε αναστολή τριγυρνώντας δεξιά και αριστερά, πασχίζοντας να τσιμπήσω ένα μεροδούλι. Έχω καταντήσει ένας επαίτης εργασίας, γραφικός, κουραστικός, ενοχλητικός…» σκέφτεται ο Στέλιος στο διήγημα «Δεν έπρεπε να γίνει έτσι». Την εποχή της οικονομικής κρίσης που διανύουμε ως που μπορεί να φτάσει ένας απελπισμένος;
Ν.Τ.: Έχοντας υπ’ όψιν τα διάφορα περιστατικά αυτοχειριών που σημειώνονται, φοβάμαι πως τα όρια έχουν καταργηθεί.
Μ.Γ.: «Το δόκανο της κρίσης» είναι μια φράση που προέρχεται από το διήγημα «Τα λησμονημένα». Τι είδους δόκανο είναι αυτό;
Ν.Τ.: Όπως όλες οι παγίδες είναι επικίνδυνο γιατί είναι καλά κρυμμένο. Σχεδόν αόρατο, βρίσκεται στα ψιλά γράμματα, στην επίπλαστη ευμάρεια, στην πεποίθηση που καλλιεργήθηκε πως η ευτυχία είναι ένα ακόμη καταναλωτικό αγαθό που αγοράζεται κι όταν παλιώσει απλά πετιέται για ν’ αγοράσουμε καινούργιο. Τίποτα από όσα μπορούν να συμβάλλουν στην ευτυχία μας δεν αγοράζεται. Η ευδαιμονία μόνο μέσα από την συνύπαρξη μπορεί να επιτευχθεί, όταν αντί για εχθρούς δημιουργούμε φίλους, αλλά φοβάμαι πως κι εδώ ξεχάσαμε πώς γίνεται.
Μ.Γ.: «Δίδασκε με πάθος, αλλά όσο κι αν προσπαθούσε, με την εξαίρεση ελάχιστων παιδιών, τα αποτελέσματα ήταν τόσο αποκαρδιωτικά, που την έκαναν να αισθάνεται ανεπαρκής», γράφετε γα την δασκάλα Άννα στο διήγημα «Ένας από μας». Πόσο δύσκολη πιστεύετε ότι είναι η θέση του δασκάλου σε μια αίθουσα με μαθητές δεν καταλαβαίνουν καν τη γλώσσα;
Ν.Τ.: Δεν μπορώ να το φανταστώ καν! Να έρχεσαι, σε καθημερινή βάση, αντιμέτωπη με τον παραλογισμό ενός συστήματος που κατατάσσει τα παιδιά σε τάξεις ανάλογα με την ηλικία, χωρίς να έχει πρώτα φροντίσει να μιλούν τη γλώσσα της φιλοξενούσας χώρας! Μου είναι αδιανόητο!
Μ.Γ.: «Τρεις κι ο κούκος απομείναμε στη γειτονιά, μετρημένοι στα δάχτυλα» διαμαρτύρεται η μητέρα της Άννας που επιμένει ν’ αλλάξουν γειτονιά. Τι έδιωξε τους κατοίκους μακριά, κι αν κρίνουμε εκ του αποτελέσματος είχαν δίκιο ή άδικο;
Ν.Τ.: Νομίζω πως εν πολλοίς έχουμε υιοθετήσει τη λογική της εύκολης λύσης. Πιο εύκολα εγκαταλείπουμε παρά αγωνιζόμαστε. «Οι αλλοδαποί καταλαμβάνουν το χώρο που τους αφήνουμε», ισχυρίζεται η Άννα. «Εμένα από το σπίτι μου δεν θα με βγάλει κανείς!», διακηρύσσει ο παππούς της. Παραθέτω δυο διαφορετικές απόψεις για να συμβάλλω σ’ ένα γόνιμο προβληματισμό.
Μ.Γ.: Τα διηγήματα που υπάρχουν στο βιβλίο σας προέρχονται από βιωματικές ιστορίες;
Ν.Τ.: Στο μεγαλύτερο κομμάτι τους ναι. Αποτελούν τη συρραφή εμπειριών από ανθρώπους που συνάντησα, γνώρισα, έζησα η ίδια, και οι οποίες πλέχτηκαν με όσα συναφή είχαν να μου καταθέσουν φίλοι και γνωστοί
Μ.Γ.: Αφού σας ευχαριστήσω και σας ευχηθώ καλοτάξιδο το βιβλίο σας, θα σας ζητήσω να κλείσετε αυτή τη συνέντευξη με μια αγαπημένη σας φράση μέσα από το βιβλίο.
Ν.Τ.: Κατ’ αρχήν θέλω κι εγώ, με τη σειρά μου, να σας ευχαριστήσω για τις πολύ ενδιαφέρουσες ερωτήσεις που θέσατε και την ευκαιρία που μου δώσατε να μιλήσω για το βιβλίο μου.
Όσον αφορά στη φράση που μου ζητάτε, φοβάμαι πως δεν θα πρωτοτυπήσω και θα επαναλάβω την ίδια φράση που λέω όποτε που μου κάνουν την αντίστοιχη ερώτηση. Μια φράση που εμπεριέχει ελπίδα, επιθυμία, προσδοκία και η οποία πηγάζει από τα βάθη της ψυχής μου. «Εύχομαι τα βήματα σας να περπατούν πάντα στο δρόμο των ονείρων σας».
*Το βιβλίο «Ένας από μας» της Νούλης Τσαγκαράκη κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πνοή
Βιογραφικό
Η Νούλη Τσαγκαράκη γεννήθηκε στη Δράμα, μεγάλωσε στην Αττική, σπούδασε στην Αγγλία, έζησε στην Πάτρα και τελικά εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Λάτρης της ζωής και των ταξιδιών, των νέων επαφών κι εξερευνήσεων, έρχεται μ’ αυτή τη συλλογή διηγημάτων της να καταθέσει όσα αφουγκράστηκε από τη ζωή όπως αυτή διαμορφώθηκε μετά την οικονομική κρίση, το μεταναστευτικό ρεύμα και την εξάπλωση της τρομοκρατίας.