ΜΙΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΗΝ ΜΑΙΡΗ ΓΚΑΖΙΑΝΗ

Ο Δημήτρης Νταούλης, μας συστήνεται μέσα από το πρώτο συγγραφικό του έργο. Μητέρα του είναι η δημοσιογράφος και συγγραφέας Μάρω Λεονάρδου και παππούς του ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Γιώργος Λεονάρδος, ο ίδιος ωστόσο, είναι αυτόφωτος τόσο στη γραφή του όσο και στις ιδέες του.

Το βιβλίο «Ο κόσμος που γύρισε ανάποδα», αναφέρεται «στον κόσμο του καθωσπρεπισμού, στον κόσμο που οι άνθρωποι είναι εγκλωβισμένοι σε κοινωνικούς κανόνες».

ΜΑΙΡΗ ΓΚΑΖΙΑΝΗ: Ανήκεις σε μια οικογένεια συγγραφέων. Κατά πόσο αυτό επηρέασε την απόφασή σου να ασχοληθείς με τη συγγραφή;

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΝΤΑΟΥΛΗΣ: Οπωσδήποτε, τα ερεθίσματα που δέχεται κανείς από την οικογένειά του δεν γίνεται να τα αγνοήσει, ωστόσο δεν μου έμαθε κανείς τον τρόπο – δεν πιστεύω άλλωστε ότι υπάρχει σωστός τρόπος -, ούτε με ώθησε να ασχοληθώ. Μου βγήκε αυθόρμητα. Μεγάλωσα μέσα στον κόσμο των βιβλίων, ως εκ τούτου εκτίμησα από πολύ νωρίς την αξία της συγγραφικής δημιουργίας. Αν αυτό μπορεί να θεωρηθεί επιρροή της οικογένειάς μου ως προς το να ξεκινήσω να γράφω, ναι, σίγουρα είναι.

Μ.Γ.: Τι είναι για σένα η συγγραφή;

Δ.Ν.: Για μένα συγγραφή είναι ελευθερία, είναι επανάσταση, είναι διαμόρφωση της κοινωνίας. Είναι όμως και προσωπική έκφραση, είναι ευχαρίστηση, είναι χαρά, είναι δημιουργία.

Μ.Γ.: Το πρώτο βιβλίο σου έχει τον τίτλο «Ο κόσμος που γύρισε ανάποδα». Σε τι είδους κόσμο αναφέρεσαι;

Δ.Ν.: Αναφέρομαι στον κόσμο του καθωσπρεπισμού, στον κόσμο που οι άνθρωποι είναι εγκλωβισμένοι σε κοινωνικούς κανόνες. Στον κόσμο της σύμβασης, των πρέπει και του είθισται. Όταν, λοιπόν, ο κόσμος γυρίζει ανάποδα, όλα αυτά ανατρέπονται: τα πρέπει αποκαθηλώνονται και οι άνθρωποι – ήρωες του βιβλίου μου – μιλούν, σκέφτονται και οραματίζονται εντελώς ελεύθερα, με την ορμή και το πάθος της ύπαρξής τους.

Μ.Γ.: Πού πιστεύεις οφείλεται ότι ο κόσμος γύρισε ανάποδα;

Δ.Ν.: Οφείλεται σε μια εφηβική παρόρμηση που με έκανε να δω τους ανθρώπους αλλιώς από αυτό που παρουσιάζονται και φαινομενικά είναι, με έκανε να τους δω να βγαίνουν από τα όρια της λογικής και να εκφράζονται με συμπεριφορές που στη σημερινή κοινωνία θα μπορούσαν να θεωρηθούν και παράλογες.

Μ.Γ.: Το βιβλίο σου περιλαμβάνει θεατρικούς μονολόγους. Πώς τους εμπνεύστηκες;

Δ.Ν.: Όταν πήγαινα στην Δραματική Σχολή, εμπνεόμουν από τους συσπουδαστές μου, έγραφα, για παράδειγμα, έναν μονόλογο για κάθε φίλο ή φίλη μου. Πηγή έμπνευσης αποτελεί επίσης πάντα η οικογένειά μου αλλά και κάποιες ακραίες προσωπικότητες που έχω συναντήσει μέχρι τώρα στη ζωή μου.

Μ.Γ.: Θέατρο του παραλόγου, αναφέρεις στο οπισθόφυλλο. Τι είδους μονόλογοι περιλαμβάνονται στο βιβλίο;

Δ.Ν.: Στο βιβλίο περιλαμβάνονται μονόλογοι με ύφος παράλογο. Αυτό θα πει πως οι πρωταγωνιστές δεν καταλήγουν πάντα σε λογικά συμπεράσματα, χωρίς να σημαίνει βέβαια αυτό ότι δημιουργείται σύγχυση.

Μ.Γ.: Τι ήθελες να δηλώσεις μέσα από τους μονολόγους;

Δ.Ν.: Μέσα από τους μονολόγους ήθελα να δηλώσω την προσωπική απόγνωση που βιώνει ο κάθε χαρακτήρας, ξεχωριστά από το μέχρι τώρα εφαρμοσμένο κοινωνικό σύστημα. Ήθελα επίσης να δηλώσω τη δική μου απόγνωση ως μαθητής, ως μέλος μιας οικογένειας, ως πολίτης, ως άνθρωπος.

Μ.Γ.: Οι χαρακτήρες που μονολογούν στο βιβλίο σου είναι οι άνθρωποι δίπλα μας;

Δ.Ν.: Ανάμεσα στους χαρακτήρες του βιβλίου μπορεί να βρει κανείς πολλές προσωπικότητες. Άλλες πιο υπερβολικές, άλλες πιο προσγειωμένες στην πραγματικότητα˙ όλοι οι χαρακτήρες είναι όμως έτοιμοι να ξεστομίσουν αλήθειες.

Μ.Γ.: «Μονόλογοι και διάλογοι απ’ την ύπαρξη της ζωής» δοσμένοι με σουρεαλιστικό τρόπο. Γιατί επέλεξες αυτό το είδος γραφής;

Δ.Ν.: Δεν το επέλεξα εγώ, αυτό με επέλεξε. Από μικρός που έγραφα κείμενα, έπαιζα με τον σουρεαλισμό. Πιστεύω ότι μέσα από αυτό το είδος μπορεί κανείς πιο εύκολα να επικρίνει καταστάσεις και συμπεριφορές, καθώς όλα φαίνονται πιο υπερβολικά και πιο μεγάλα. Επίσης, επειδή πάντα μου άρεσε το χιούμορ, αυτό το στυλ με βοήθησε να πω τα πιο δραματικά πράγματα με έναν τρόπο που μπορεί να προκαλέσει γέλιο, αλλά και προβληματισμό ταυτόχρονα.

Μ.Γ.: Είναι μέσα στους στόχους σου να ανέβει το έργο σου στη θεατρική σκηνή;

Δ.Ν.: Ναι. Το βιβλίο αυτό είναι κυρίως ένα θεατρικό κείμενο που αναζητεί τον σκηνοθέτη του.

Μ.Γ.: «Εισαγωγή-Κατακλείδα, και τα δύο γένους θηλυκού», όπως τονίζεις. Προσδίδεις κάποιον ιδιαίτερο συμβολισμό σε αυτές τις δύο λέξεις;

Δ.Ν.: Είναι η αρχή και το τέλος σε γένος θηλυκό. Είναι γένους θηλυκού, όπως μεγάλες δυνάμεις σε αυτόν τον κόσμο: η μάνα, η γη, η φύση, η επανάσταση, η ευτυχία, η αγάπη. Οι γυναίκες της ζωής μου, η μητέρα μου, η αδερφή μου, η γιαγιά μου, έχουν παίξει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς μου και το θηλυκό στοιχείο ανέκαθεν με ενέπνεε.

Μ.Γ.: Αφού σε ευχαριστήσω και σου ευχηθώ καλοτάξιδο το βιβλίο σου, θα σου ζητήσω να βάλεις την κατακλείδα σε αυτήν τη συνέντευξη, με μια δική σου φράση.

Δ.Ν.: «Θα μάθουμε ποτέ πως δεν υπάρχει συνταγή; Πως δεν υπάρχει σωστό ή λάθος; Ίσως. Ίσως ναι, λέω εγώ.» («Ο κόσμος που γύρισε ανάποδα», σελ. 13)

* Το βιβλίο «Ο κόσμος που γύρισε ανάποδα» του Δημήτρη Νταούλη, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης

Βιογραφικό
Ο Δημήτρης Νταούλης γεννήθηκε το 1996. Ζει στην Αθήνα και σπουδάζει στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Ο «Κόσμος που γυρίζει ανάποδα» είναι το πρώτο βιβλίο που εκδίδει.

Books and Style

Books and Style