ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΜΑΙΡΗ ΓΚΑΖΙΑΝΗ
Η Άννα Αδριανού είναι πολυτάλαντη και χαρισματική. Αποκτώντας θεατρική παιδεία από τα πρώτα χρόνια της ζωής της, η απόφαση να γίνει ηθοποιός ήταν μονόδρομος.
Στη συνέχεια, η ανάγκη να φτιάχνει δικούς της κόσμους, την ώθησε προς τη συγγραφή βιβλίων και σεναρίων. Είναι μια καταξιωμένη ηθοποιός, συγγραφέας και σεναριογράφος και ταυτόχρονα μια απλή γυναίκα που πέτυχε να κάνει τη ζωή που της αξίζει.
ΜΑΙΡΗ ΓΚΑΖΙΑΝΗ: Προφανώς, ως κόρη ενός πολύ σπουδαίου ηθοποιού, του Νίκου Βασταρδή αποκτήσατε θεατρικές και κινηματογραφικές γνώσεις από πολύ μικρή. Σε ποια ηλικία θυμάστε να αναρωτιέστε για το τι σημαίνει υποκριτική;
ΑΝΝΑ ΑΔΡΙΑΝΟΥ: Δεν θυμάμαι καν. Από πολύ μικρό παιδί παρακολουθούσα πρόβες στο θέατρο, παραστάσεις… τον πατέρα μου να μεταμορφώνεται σε άλλα πρόσωπα, ανάλογα με τους ρόλους. Για μένα ήταν ένας μαγικός παράλληλος κόσμος από τον οποίο δεν ήθελα ποτέ να βγω.
Μ.Γ.: Πότε αποφασίσατε ότι θέλετε να ακολουθήσετε τα βήματα του πατέρα σας; Υπήρξε κάτι που σας επηρέασε;
Α.Α.: Νομίζω ότι το ήθελα πάντα… αλλά έψαχνα να βρω άλλα επαγγέλματα. (γιατρός, ψυχολόγος, ζωγράφος) Συνειδητά το αποφάσισα στην τελευταία τάξη του λυκείου, στο παραπέντε, δηλαδή. Αλλά ήταν ό,τι πιο πολύ ήθελα στη ζωή μου.
Μ.Γ.: Ποια συμβουλή του ηθοποιού Νίκου Βασταρδή και ποια συμβουλή του πατέρα Νίκου Βασταρδή δεν ξεχνάτε ποτέ;
A.A.: Η συμβουλή του πατέρα ήταν πάντα να χαίρομαι και να αγαπώ τη ζωή, ό,τι κι αν συμβαίνει: «Αν ποτέ με πάνε να με εκτελέσουν, θα χαρώ τη διαδρομή», μου έλεγε. Οι συμβουλές του Βασταρδή ηθοποιού ήταν πολλές. Η πιο πολύτιμη ήταν: «Να είσαι πάντα αληθινή μέσα σου, όταν παίζεις. Να νιώθεις την κατάσταση. Το παίξιμο γεννιέται πριν από τα λόγια…
Μ.Γ.: Με το πέρασμα του χρόνου διαγράψατε μια πολύ σημαντική πορεία στο θέατρο και στην τηλεόραση. Ποιες είναι οι στιγμές της καριέρας σας που παραμένουν ανεξίτηλες στη μνήμη σας;
Α.Α.: Όλες με κάποιον τρόπο. Όλες για μένα ήταν πολύτιμες, μοναδικές, σαν ψηφίδες που έφτιαξαν ένα παζλ. Το παζλ της ζωής μου.
Μ.Γ.: Εκτός από την υποκριτική, ασχοληθήκατε και με το ραδιόφωνο. Ποια ήταν η σχέση σας με το ραδιόφωνο και τι αντιπροσώπευε για εσάς;
Α.Α.: Μου άρεσε πολύ από παιδί. Το έβρισκα μαγικό, ν’ ακούς έναν κόσμο που δεν βλέπεις. Έκανα εκπομπές λόγου και μουσικής σε πολλούς γνωστούς ιδιωτικούς σταθμούς και στην ΕΡΤ.
Μ.Γ.: Ως ανήσυχο πνεύμα, αρχίσατε να γράφετε βιβλία και βέβαια τα δικά σας κινηματογραφικά και τηλεοπτικά σενάρια που γνώρισαν μεγάλη επιτυχία. Ποια ανάγκη σας ώθησε προς τη συγγραφή;
Α.Α.: Η ανάγκη να φτιάχνω δικούς μου κόσμους και μετά να μπαίνω μέσα σ’ αυτούς, παίζοντας.
Μ.Γ.: Ηθοποιός, συγγραφέας, σεναριογράφος, εικονογράφος, έχετε πολλές ιδιότητες κυρία Αδριανού. Ποια όμως είναι η Άννα εκτός πλατό, εκτός σεναρίων ή βιβλίων;
Α.Α.: Μια γυναίκα σαν όλες τις άλλες, που προσπαθεί να τα βρει με την ψυχή της, τους γύρω της και να κάνει τη ζωή της να αξίζει, κι όχι μόνο για τον εαυτό της. Κάποιος είπε ότι πεθαίνοντας, όταν βρεθείς στην πόρτα του παραδείσου, θα σε ρωτήσουν δύο πράγματα: Πόσο χάρηκες τη ζωή και πόση χαρά έδωσες στους άλλους. Εγώ θα προσθέσω, πόσο σεβάστηκες τους άλλους και τον εαυτό σου.
Μ.Γ.: Έχετε βιώσει τον πόνο μέσα από το χαμό αγαπημένων προσώπων, έχετε κάνει τρεις γάμους, έχετε γνωρίσει την επιτυχία, έχετε κλάψει, έχετε χαρεί. Τι είναι για εσάς ο έρωτας, η αγάπη, ο πόνος, η χαρά, η επαγγελματική καταξίωση, η προσωπική επιτυχία;
Α.Α.: Είναι ζωή. Και η ζωή είναι μέσα σε όλα και πάνω από όλα. Είναι μια συναρπαστική περιπέτεια και σαν τέτοια πρέπει να την βλέπει κανείς.
Μ.Γ.: Πρόσφατα, συμμετείχατε στην μη εμπορική, φιλοζωική ταινία RE-ACTION. Ποια είναι η σχέση σας με τα ζώα;
Α.Α.: Αγαπώ τα ζώα και τα συμπονώ, γιατί οι άνθρωποι καταλάβαμε τον πλανήτη με έναν τρόπο εγωκεντρικό κι αφύσικο που τα φέρνει στο απόλυτο έλεός μας. Οφείλουμε λοιπόν να τα προστατεύσουμε από την κακία, το σαδισμό και τη σκληρότητα του είδους μας. Κάποιοι από εμάς (κι ευτυχώς είμαστε πολλοί και γινόμαστε όλο και περισσότεροι) προσπαθούμε να γίνουμε η φωνή τους κι έχουμε μπει σε έναν αγώνα για τα ελάχιστα δικαιώματά τους. Πάνω από όλα, το δικαίωμα στη ζωή που είναι ιερό για κάθε πλάσμα. Αν δεν σέβεσαι τα ζώα, δεν σέβεσαι ούτε τους ανθρώπους. Οι περισσότεροι κατά συρροή δολοφόνοι, ξεκίνησαν βασανίζοντας και σκοτώνοντας ζώα. Αντίθετα, οι πιο φιλόζωοι είναι και εξαιρετικά φιλάνθρωποι γιατί έχουν εκπαιδευτεί να συμπονούν και να αγαπάνε.
Μ.Γ.: Αυτό το διάστημα πρωταγωνιστείτε στο θεατρικό έργο «Το μπουφάν της Χάρλεϋ», στο θέατρο Αλκμήνη, στα Κάτω Πετράλωνα. Πρόκειται για ένα μονόλογο του Βασίλη Κατσικονούρη, σε σκηνοθεσία Αλέξανδρου Σταύρου. Τι πραγματεύεται ο ρόλος σας;
Α.Α.: Νύχτα βροχερή στο Μνημείο Του Άγνωστου Στρατιώτη. Μια γυναίκα στέκεται μπροστά στον εύζωνο γιο της που κάνει σκοπιά. Σαν γνήσια Ελληνίδα μητέρα, υστερική και βαθιά τρυφερή, του μιλάει «σαν μάνα και σαν κοπέλα», προσπαθώντας να γεφυρώσει όσα τους χωρίζουν, να βρει ένα σημείο επικοινωνίας ανάμεσά τους. «Δεν μιλούσαμε ποτέ και πολύ», του παραπονιέται, «κάθε φορά που σε πλησίαζα, εσύ άρπαζες το μπουφάν κι έφευγες. Πάντα έφευγες». Στην προσπάθεια αυτής της προσέγγισης, του διηγείται τη ζωή της, μια ζωή «χαμένη;» … «κερδισμένη;», που ξεκινάει από τα καπνοχώραφα σε κάποιο απομακρυσμένο χωριό, τον αταίριαστο γάμο της με τον (κατά πολύ) μεγαλύτερό της δημόσιο υπάλληλο, την εγκατάσταση στην Αθήνα, τη μοναξιά μέσα στη μεγαλούπολη, δίπλα σε έναν σύζυγο που μιλάει μόνο στους εκφωνητές στην τηλεόραση, αλλά ποτέ σ’ εκείνην. Τέλος, την αγωνία της για τον γιο που σαν και κείνη, «δεν τον χωράει ο τόπος και θέλει να ζήσει, αλλά δεν ξέρει πώς». Ο λόγος της, άλλοτε κωμικός κι άλλοτε βαθιά ανθρώπινος, ξετυλίγει μπρος στα μάτια του θεατή την συνήθη μοίρα της γυναίκας της επαρχίας, που η ζωή της καθορίζεται κυρίως από τους άλλους κι έχει μάθει να την αποδέχεται με ένα μοιρολατρικό «πάλι καλά».
Ένα έργο πάνω στην αγωνία της μάνας, αλλά και στο αδιέξοδο μιας νεολαίας που παραπαίει ανάμεσα στην ελευθερία του Ίκαρου που καίει τα φτερά του πετώντας, και στον επιβιοτικό συμβιβασμό. Ένα έργο πάνω στο καυτό δίλημμα του τι είναι καλύτερο: να καίγεσαι ή να σβήνεις σιγά σιγά; Μόνο που στο τέλος καραδοκεί μια συγκλονιστική ανατροπή, εντελώς απρόβλεπτη που το απογειώνει προς μια τελευταία επινοημένη ελπίδα.
Μ.Γ.: Η Θεατρική παράσταση γνωρίζει πολύ μεγάλη επιτυχία. Πού πιστεύετε ότι οφείλεται;
Α.Α.: Θα σας παραθέσω την κριτική ενός απλού θεατή, όπως μας την έγραψε: «Εμπνευσμένο κείμενο. Δυνατή ερμηνεία. Εξαιρετική σκηνοθεσία. Ένα έργο που ξεκινά με μια αίσθηση χαλαρής ευθυμίας, φουσκώνει με μαεστρία την ένταση και ξαφνικά σου δίνει μια γροθιά στο στομάχι που χάνεις τη γη κάτω από τα πόδια σου. Μέχρι το τέλος του έργου προσπαθείς να συνέλθεις, να συνειδητοποιήσεις, να βάλεις σε τάξη τις σκέψεις και τα συναισθήματά σου. Συνεχίζεις να παρακολουθείς κάνοντας ταυτόχρονα τις εσωτερικές σου αναγωγές. Και φεύγεις, παίρνοντας μαζί σου στιγμές ερμηνευτικής κορύφωσης, σκηνές και λέξεις που σε ακολουθούν. Μην το χάσετε!».
Μ.Γ.: Υπήρχαν κάποιες ιδιαίτερες δυσκολίες που έπρεπε ν’ αντιμετωπίσετε στο ρόλο σας;
Α.Α.: Ένας μονόλογος είναι πάντα ένα δύσκολο στοίχημα, γιατί ο ηθοποιός φέρει ολόκληρο το έργο, την ιστορία αλλά και τις ιδέες του συγγραφέα. Είναι όμως κάτι συναρπαστικό γιατί αν πετύχεις να «μπεις» στην ψυχή του ρόλου και να μεταμορφωθείς σε αυτό το πρόσωπο, ζεις μια ολόκληρη παράλληλη ζωή. Είναι μαγικό.
Μ.Γ.: Κάθε πότε παίζονται οι παραστάσεις και μέχρι πότε θα διαρκέσουν;
Α.Α.: Δευτέρα και Τρίτη 21:30, στο θέατρο ΑΛΚΜΗΝΗ, Αλκμήνης 8, Κάτω Πετράλωνα, ως τις 15 Ιανουαρίου 2018.
Μ.Γ.: Αν σήμερα ξεκινούσατε από την αρχή τη ζωή και την καριέρα σας, τι θα επαναλαμβάνατε και τι θα αποφεύγατε;
Α.Α.: Θα έκανα πάλι τα ίδια γιατί αυτά μπορούσα να κάνω σε κάθε συγκεκριμένη στιγμή ανάλογα με την τότε ωριμότητα ή ανωριμότητά μου. Είναι η ζωή μου και την αποδέχομαι ολόκληρη, γιατί με έκανε αυτό που είμαι.
Μ.Γ.: Αφού σας ευχαριστήσω, θα σας ζητήσω να βάλετε τον επίλογο της συνέντευξης με μια αγαπημένη σας φράση.
Α.Α.: Η αγάπη είναι τα πάντα. Μπορεί πράγματι να κινήσει βουνά. Αλλά αγάπη δεν είναι μόνο ένα συναίσθημα˙ είναι συναίσθημα και κυρίως απόφαση: να βγούμε έξω από τον εγωισμό μας.