ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΙΚΗ ΝΑΣΣΗ

Και αίφνης εκεί που οι δύο ηγέτες φωτογραφίζονταν μαζί στην Τουρκία, συνέτρωγαν και συνέπιναν με χαμόγελα και φιλοφρονήσεις, βλέπουμε έναν Ερντογάν σε αμόκ, να εκτοξεύει απειλές, προσωπικές προσβολές και απαξιωτικές δηλώσεις κατά του Έλληνα Πρωθυπουργού με την αποστροφή: «Μητσοτάκης γιοκ!»

Ο Αίολος μάζεψε και πάλι στους ασκούς του τον ούριο άνεμο που άφησε για λίγο να πνέει στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Αφορμή η πρόσφατη επίσκεψη του Μητσοτάκη στην Αμερική και οι αρνητικές και επικριτικές αναφορές του στη γείτονα, με αιχμή του δόρατος που πόνεσε τον Τούρκο Πρόεδρο, την υπόδειξη προς τις ΗΠΑ και την αποστροφή για την Κύπρο.

Ο Ερντογάν θεώρησε προσωπική προσβολή την ανάμειξη των ΗΠΑ από τον Έλληνα Πρωθυπουργό στις μεταξύ τους σχέσεις και συνομιλίες. Ο Τούρκος Πρόεδρος ακολουθεί πιστά την πάγια τακτική του οι διαπραγματεύσεις να διεξαχθούν διμερώς, χωρίς τη μεσολάβηση κανενός τρίτου. Για όποιον, ωστόσο, γνωρίζει τον τρόπο που σκέφτεται  ο Ερντογάν, περισσότερο ενοχλήθηκε από το θερμό χειροκρότημα, το οποίο απέσπασε ο Έλληνας Πρωθυπουργός, ο οποίος κατάφερε να εντυπωσιάσει με τη μεστή ομιλία του τα μέλη του Κογκρέσου και δικαίως. Ο Τούρκος Πρόεδρος παρουσιάζει προς τα έξω την εικόνα του ισχυρού ηγέτη και πρωταγωνιστή στη διεθνή σκηνή και της χώρας του ως επίσης ισχυρής δύναμης στην Α. Μεσόγειο και, αντικειμενικά κρίνοντας, δεν παύει να είναι, παρά τα προβλήματα. Ωστόσο εξαρτάται από την Αμερική και επιθυμεί να έχει και τα πρωτεία στην εκτίμηση του Προέδρου Μπάιντεν. Είναι θέμα προσωπικού γοήτρου.

Η εικόνα των μελών του Κογκρέσου να χειροκροτούν όρθιοι τον Έλληνα Πρωθυπουργό ήταν φυσικό να αγχώσει τον Τούρκο Πρόεδρο. Και για να ξαναπαίξει το παιγνίδι του ισχυρού που θεώρησε ότι τρώθηκε, έλαβε ως αφορμή τις δύο αποστροφές του Έλληνα Πρωθυπουργού.

Πρώτον, την υπόδειξη στους Αμερικανούς να μην πωλήσουν σύγχρονα οπλικά συστήματα στους Τούρκους, συμβάλλοντας στην αναβάθμιση της πολεμικής της μηχανής, διότι η συμπεριφορά τους στην Α. Μεσόγειο και απέναντί μας δεν συνάδει με το Διεθνές Δίκαιο. Αίτημα δίκαιο, κρίνοντας από την πλευρά μας, άδικο για τους γείτονες, με τα δικά τους επίσης κριτήρια. Αντικειμενική άποψη δεν χωρά, εδώ έχουμε να κάνουμε με ανασφάλειες και έλλειψη εμπιστοσύνης αιώνων. Δύο χώρες, ανήκουσες στην ίδια Συμμαχία, υποχρεωμένη να τις προστατεύσει και να επιβάλει την ειρήνη σε περίπτωση σύρραξης, δεν το λαμβάνουν καν υπόψη, πράγμα που αποδεικνύει ότι οι ανασφάλειες αμφοτέρων έχουν, δυστυχώς, βάσιμο λόγο να υφίστανται…

Έχω αναφέρει σε πρόσφατο άρθρο μου τον προβληματισμό μου για τη θέση της χώρας μας στον εξοπλισμό των γειτόνων. Αν εμείς και οποιαδήποτε άλλη χώρα, αδύναμη ή ισχυρή στρατιωτικά, έχουμε το δικαίωμα να απαιτούμε να μην εξοπλίζεται άλλη χώρα, επικίνδυνη ή μη, ισχυρότερη ή αδύναμη. Αν με την ίδια λογική οι δικοί μας αδύναμοι στρατιωτικά γείτονες, θα είχαν τον ίδιο λόγο να εναντιωθούν στις πρόσφατες δικές μας εξοπλιστικές ενέργειες. Το δε δικό μας επιχείρημα ότι ουδείς κινδυνεύει από την Ελλάδα δεν ευσταθεί, διότι το μέλλον αβέβαιο, όπως η πρόσφατη εισβολή στην Ουκρανία έχει αποδείξει. Δεν επιτίθενται οι λαοί αλλά οι ηγέτες τους και πάντα εκείνοι επινοούν μία αφορμή…

Δεύτερον, η αναφορά του Πρωθυπουργού «ουδείς θα δεχθεί δύο κράτη στην Κύπρο» επίσης δυσαρέστησε την Τουρκία, η οποία αυτό και επιδιώκει. Δίκαιο αίτημα από την Ελλάδα και την Κύπρο, υπέρβαση για την Τουρκία που θεωρεί πλέον την κατεχόμενη Κύπρο ως δική της προέκταση και είναι παραχώρηση γι’ αυτήν η βάση πάνω στην οποία σήμερα το διαπραγματεύεται, ως ξεχωριστό κράτος…

Σ’ αυτή τη δύσκολη κατάσταση και προς αποσόβηση του κινδύνου ανάφλεξης στο Αιγαίο, επιβάλλεται να παρέμβει αρωγός η σωστή εξωτερική πολιτική και οι υπηρετούντες αυτήν και στις δύο χώρες, οι οποίοι οφείλουν να λειτουργήσουν ως κατευναστές και όχι ως πυροδότες. Οι δύο λαοί στην πλειονότητά τους επιθυμούν τη συμφιλίωση και τη συνεργασία, οι διαπραγματευτές οφείλουν να μη διχάζουν αλλά να συνθέτουν, με γνώμονα πάντα τη λήξη επιτέλους αυτής της προαιώνιας έχθρας μεταξύ δύο γειτονικών λαών. Και το επιχείρημα ορισμένων Ελλήνων υπερπατριωτών και «Τουρκοφάγων» και των Τούρκων εθνικιστών ότι ο γείτονας είναι εχθρικός λαός, λυπάμαι, αλλά μετά από τόσους αιώνες θα ήταν και λογικό και σοφό αυτή η έχθρα και τυχόν διεκδικήσεις να έχουν πλέον εκλείψει.

Κάτι κάνουμε λάθος αμφότεροι και πρέπει επιτέλους να διορθωθεί.

Η Ελλάδα έχει διαπράξει τα δικά της λάθη απέναντι στα λάθη των γειτόνων στην εξωτερική της πολιτική.

Επέδειξε αδικαιολόγητη, ανασφαλή και ηττοπαθή ανοχή στις πρώτες τουρκικές παραβιάσεις του εναέριου χώρου μας. Αυτό υπήρξε η αρχή του κακού που συνεχίστηκε και εξακολουθεί έως και σήμερα.

Συμπεριφέρεται ως αδύναμη χώρα, η οποία δείχνει να φοβάται την πολεμική ισχύ της Τουρκίας και αντί να στρέφει την προσοχή της στον δικό της εξοπλισμό και την ίδρυση και οργάνωση των απαραίτητων υποδομών, ασχολείται επιλεκτικά με τον εξοπλισμό της γείτονος και ζητά από τους ισχυρούς συμμάχους να μην τους πωλούν όπλα.

Πολλοί πολιτικοί μας, ακόμη και σήμερα, υποβαθμίζουν τον ρόλο της Τουρκίας στην παγκόσμια γεωπολιτική σκηνή. Θεωρούν δε ότι, αν την επικρίνουμε, απαξιώνουμε ή την παραγκωνίζουμε, βελτιώνουμε τη δική μας εικόνα στην παγκόσμια διπλωματία.

Ένα ακόμη μεγάλο λάθος και αυτό.

Η Τουρκία αποτελεί μία ισχυρή χώρα της Α. Μεσογείου, χρήσιμο σύμμαχο των ΗΠΑ που δεν θα διακινδυνεύσουν να την χάσουν και το κυριότερο γνωρίζει πολύ καλά και γονιδιακά το παιγνίδι της διπλωματίας ή μάλλον των παζαριών και εμείς σε αυτό υστερούμε, διότι δεν θυσιάζουμε την περηφάνια μας, ο Τούρκος θα την τσαλακώσει, αρκεί να κερδίσει και στο πολεμικό και στο διπλωματικό πεδίο.

Στους Τούρκους είτε απαντάς άμεσα και εμπράκτως, αναλαμβάνοντας γενναία και τις συνέπειες, όπως κατάρριψη του αεροσκάφους που παραβίασε πρώτο τον ελλαδικό χώρο αγνοώντας τις συνεχείς προειδοποιήσεις, είτε τους πείθεις ότι είσαι σύμμαχός τους και αυτό είναι και το δύσκολο, επειδή έχουν προηγηθεί αιώνες σκλαβιάς και αήττητες προκαταλήψεις και προϋποθέτει φωτισμένους και καλοπροαίρετους ηγέτες.

Ο φίλος συνομιλητής είναι καλοδεχούμενος στην Τουρκία, δήλωσε ο Ερντογάν. Βέβαια αυτό επιστρέφει στον ίδιο, διότι σημαίνει, κατ’ αυτόν, ότι εμείς έως σήμερα δεν αποστείλαμε καλοπροαίρετους συνομιλητές και φίλους της ειρήνης να διαπραγματευθούν με τους Τούρκους, συμπεριλαμβανομένων και των Πρωθυπουργών και Υπουργών Εξωτερικών της χώρας. Αλλά τα τελευταία 15 χρόνια ένας ήταν ο συνομιλητής από την Τουρκία και πολλοί από την Ελλάδα. Και στην περίπτωση αυτή περισσότερες πιθανότητες υπάρχουν να βρεθεί έστω και ένας καλοπροαίρετος στους πολλούς παρά στον έναν…

Ωστόσο, θα συμφωνήσω με τον Τούρκο Πρόεδρο ότι η επίλυση των διαφορών μεταξύ ημών και της Τουρκίας πρέπει να επιτευχθεί διμερώς και αυτό οφείλουν να το καταλάβουν όλοι όσοι ασκούν την εξωτερική πολιτική στη χώρα μας. Άλλωστε δεν χάνουν την ευκαιρία να μας το υποδεικνύουν και πολλοί εκ των Αμερικανών και άλλων «συμμάχων» μας και με την πρόσφατη προτροπή και των Γερμανών «βρείτε τα μεταξύ σας». Αυτή η «συμβουλή» θα έπρεπε να μας έχει προβληματίσει προ πολλών ετών και να μας παραδίδει σήμερα χρήσιμα μαθήματα…

Η Τουρκία είναι ισχυρότερη αριθμητικά, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα είναι ο νικητής, εάν μας επιτεθεί. Η ελληνική ψυχή δεν ζυγίζεται στα καντάρια των αριθμών και εξοπλισμών ούτε και οι σύμμαχοι θα παραμείνουν άπρακτοι και αυτό το γνωρίζει καλά και ο Ερντογάν. Η απάντησή μας στο δικό του εξοπλιστικό άγχος θα έπρεπε να είναι: «Έχετε το δικαίωμα να αγοράσετε όσα όπλα κρίνετε ότι χρειάζεσθε, όπως και εμείς άλλωστε. Δεν έχετε το δικαίωμα να τα στρέψετε αναίτια εναντίον μας. Αν το πράξετε, γνωρίζετε ότι εμείς θα υπερασπιστούμε την χώρα μας και θα αναμετρηθούμε μαζί σας, όπως πράξαμε στην πορεία της Ιστορίας μας, ανεξαρτήτως αποτελέσματος, και ελάτε μετά να μετρήσουμε τους νεκρούς μας, όπως οι Ρώσοι και οι Ουκρανοί».

Αναρωτιέμαι δε ποια θα ήταν η αντίδραση του Ερντογάν, αν ο Πρωθυπουργός μας έλεγε απλά στο Κογκρέσο: «Η Τουρκία και η Ελλάδα έχουν δικαίωμα να εξοπλιστούν, αναλόγως των οικονομικών τους δυνατοτήτων και στο πλαίσιο της αμυντικής τους θωράκισης. Η Ελλάδα δεν έχει κανέναν λόγο να ανησυχεί, διότι έχουμε απόλυτη εμπιστοσύνη στις ένοπλες δυνάμεις μας και στη Συμμαχία στην οποία αμφότεροι ανήκουμε»…

Τα βρίσκω με την Τουρκία δεν σημαίνει κλίνω τον αυχένα ή πουλώ την Ελλάδα, όπως πολλοί στη χώρα μας, αμετροεπείς και υπερπατριώτες, διατείνονται. Συγχωρούμε επιτέλους, χωρίς να παραδίδουμε στη Λήθη τους νεκρούς μας, εκμαιεύουμε και δεν εκβιάζουμε τη συγγνώμη των Τούρκων. Δεν αρμόζει στη μεγαλοψυχία μας να απαιτούμε να μας ζητήσει συγγνώμη ένας λαός, πετροβολώντας τον διαρκώς και κατηγορώντας τον για τα λάθη των προγόνων του.

Πατριώτης δεν λογίζεται αυτός που ονειρεύεται την Πόλη και τις χαμένες πατρίδες, χωρίς να λαμβάνει υπόψη του τις σημερινές συνθήκες. Είχαμε τις ευκαιρίες και δεν τις εκμεταλλευθήκαμε, αλλά ακόμη και αν καταλαμβάναμε την Πόλη, ποια άραγε θα ήταν η μοίρα 15 εκατομμυρίων αθώων Τούρκων, διαβιούντων εκεί εδώ και 6 περίπου αιώνες; Κι εμείς σε τι θα διαφέραμε από τους κατακτητές και πλιατσικολόγους Πούτιν και Οθωμανούς;

Από την άλλη πλευρά πατριώτης δεν είναι αυτός που  επιδεικνύει τη δύναμή του σε μία πιο αδύναμη χώρα ούτε και δυνατός. Διότι- και το έχω ξαναπεί- ο δυνατός προστατεύει, δεν επιτίθεται στον αδύναμο. Αυτό είναι δύναμη, αυτό και λεβεντιά.

Η Τουρκία πρέπει να παύσει να είναι ο μεγάλος μας εχθρός το ίδιο και η Ελλάδα για τους Τούρκους. Εχθρός αμφοτέρων είναι η εσωστρέφεια και η ανασφάλεια την οποία εξωτερικεύουμε σε κάθε αναφορά στη γείτονα, στα σχολεία τους οι Τούρκοι και στην καθημερινότητά τους, εμείς με τις προκαταλήψεις για τον απολίτιστο και παμπέση Τούρκο.

Αν κοιτάξουμε ο ένας στον άλλο στα μάτια και πείσουμε αλλήλους ότι είμαστε έτοιμοι να συζητήσουμε με καλή προαίρεση και αποφασιστικότητα τη σύναψη φιλίας και συνεργασίας πάνω και πέρα από θρησκείες και αρνητικές ιστορικές μνήμες, αν εκείνοι δεχθούν ότι οι πρόγονοί τους διέπραξαν πολλά και εγκληματικά λάθη και ζητήσουν από καρδιάς συγγνώμη, αν εμείς τους συγχωρήσουμε, όπως συγχωρήσαμε και τους Γερμανούς που πρόσφατα κατακρεούργησαν ολόκληρη την Ευρώπη, αν η θρησκεία και μόνο δεν καθορίζει και τις μεταξύ μας σχέσεις, τότε ίσως να βρούμε έναν κοινό δρόμο, αναθεωρώντας τη συμπεριφορά μας και οι δύο λαοί και εμπιστευόμενοι πλέον αλλήλους.

Το χρωστάμε αμφότεροι στις γενιές που έρχονται…

Books and Style

Books and Style