ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΗΝ ΜΑΙΡΗ ΓΚΑΖΙΑΝΗ
Η Χαρά Παπαελευθερίου-Μπαρδώση ξεκίνησε για ηθοποιός, αλλά βρέθηκε να ταξιδεύει στους αιθέρες με τα φτερά της Ολυμπιακής Αεροπορίας. Αποκομίζοντας εμπειρίες, εικόνες και κουλτούρες από την επαφή με διαφορετικούς ανθρώπους, απέκτησε διάσταση σκέψης και νοοτροπίας που την… προσγείωσαν στη συγγραφή βιβλίων.
ΜΑΙΡΗ ΓΚΑΖΙΑΝΗ: Χαρά, γεννήθηκες και μεγάλωσες στον Πειραιά. Ποια επιρροή είχε στην ψυχοσύνθεσή σου η αύρα της θάλασσας;
ΧΑΡΑ ΠΑΠΑΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΜΠΑΡΔΩΣΗ: Θα σου απαντήσω με τα λόγια του καπετάν Μανόλη, μέσα από τους ΑΜΑΡΑΝΤΟΥΣ ΛΕΜΟΝΑΝΘΟΥΣ:
«Εγώ που λες Αντρέα μου, είμαι Πειραιώτης. Γέννημα θρέμμα. Μεγάλωσα δίπλα στη θάλασσα. Λένε, ότι οι Πειραιώτες αντί για νερό πίνουνε θάλασσα. Εγώ σου λέω πως είναι αλήθεια».
Και εγώ θα προσθέσω: καθαρή, μπεσαλίδικη ψυχή…
Μ.Γ.: Στο βιογραφικό σου αναφέρεις ότι ταυτίστηκες με τ’ όνομά σου. Φόρεσες ένα χαμόγελο και προχώρησες να βρεις τη ζωή. Ήταν εύκολο ή δύσκολο να φοράς πάντα αυτό το χαμόγελο;
Χ.Μ.: Είναι πολύ εύκολο, γιατί αντιπροσωπεύω το όνομά μου. Δεν θα μπορούσα να φανταστώ τον εαυτό μου χωρίς το χαμόγελό μου. Άλλωστε είναι ένα δώρο από την -επίσης πάντα- χαμογελαστή μητέρα μου.
Μ.Γ.: Από παιδί έγραφες ποιήματα. Ποια ανάγκη σου κάλυπτες;
Χ.Μ.: Κάλυπτα παιδικά συναισθήματα και εσωτερικές παιδικές αναζητήσεις.
Μ.Γ.: Αργότερα, ως αναγνώστρια, τι είδους βιβλία επέλεγες για να κρύβεσαι πίσω από τις αράδες τους;
Χ.Μ.: Μυθιστορήματα κλασσικών συγγραφέων, ανάλογα πάντα με την ηλικία μου. Τολστόι, Ντοστογιέφσκι, Μπροντέ, Κάφκα, Στάινεμπεργκ, Καμύ, Γούλφ κ.ά., και βέβαια Έλληνες κλασικούς. Διάβαζα και ποιητές.
Μ.Γ.: Κέρδισες μια θέση στο Εθνικό, αναφέρεις στο βιογραφικό σου. Γιατί δεν συνέχισες;
Χ.Μ.: Γιατί εκείνους τους καιρούς, υπήρχαν οικογενειακές απαγορεύσεις. Μια θεατρίνα ήταν κάτι άλλο στο μυαλό της τότε κοινωνίας. Αν και η οικογένεια του παππού μου είχε το μεγάλο θέατρο της Σμύρνης.
Μ.Γ.: Τελικά, εργάστηκες στην Ολυμπιακή αεροπορία. Τι ήταν αυτό που αποζητούσες στους αιθέρες;
Χ.Μ.: Εργαζόταν ήδη η μητέρα μου και για εκείνη ήταν ασφάλεια να έχει το παιδί της κοντά της. Αισθάνομαι ευτυχής που εργάστηκα στην Ολυμπιακή Αεροπορία, γιατί είχε μόνο καλά να μου δώσει. Τα ταξίδια είναι άνοιγμα ψυχής και μυαλού. Όταν ο πολύς κόσμος δεν είχε τη δυνατότητα να ταξιδεύει, το να κάνεις ταξίδια στα 20 χρόνια σου, ήταν κάτι πολύ σπουδαίο. Η ψυχή σου ανοίγει διάπλατα όταν γνωρίζεις την κουλτούρα άλλων λαών. Οι χιλιάδες εικόνες και η επαφή με διαφορετικούς ανθρώπους, σου δίνουν άλλη διάσταση σκέψης και νοοτροπίας.
Μ.Γ.: Από τα ταξίδια στους ουρανούς, προσγειώθηκες στα ταξίδια της συγγραφής. Τι σε ώθησε προς τη συγγραφή;
Χ.Μ.: Αυτό που με ώθησε στη γραφή, ήταν η ανάγκη να ακουμπήσω σε ένα χαρτί τις ατέλειωτες λέξεις και σκέψεις που κατακλύζουν το μυαλό μου, παιδιόθεν.
Μ.Γ.: Τι είναι αυτό που σε εμπνέει κυρίως ώστε ν’ αρχίσεις τη συγγραφή ενός βιβλίου;
Χ.Μ.: Μια φράση που θα ακούσω, μια εικόνα που θα δω, κάτι κάνει «κλικ» μέσα μου κι αρχίζω ασταμάτητα το γράψιμο.
Μ.Γ.: Πρόσφατα εκδόθηκε το βιβλίο σου «Αμάραντοι λεμονανθοί». Σε τι παραπέμπει ο τίτλος;
Χ.Μ.: Στο υπέροχο λεμονοδάσος και τους ανθούς της λεμονιάς που στολίζουν όμορφα τα νυφιάτικα μαλλιά και σε οδηγούν σε μια ωραία κοινή ζωή με τον αγαπημένο σου. Οι Αμάραντοι λεμονανθοί κράτησαν την Αγγελική, την ηρωίδα του βιβλίου, σε μια αιώνια αγάπη, πέρα από τις αντιξοότητες που ήρθαν στη ζωή της. Οι Αμάραντοι λεμονανθοί της έδωσαν δύναμη να κάνει τα αδύνατα δυνατά, να προχωρήσει στη ζωή της.
Μ.Γ.: Υπάρχουν αληθινά πρόσωπα και καταστάσεις στο βιβλίο σας ή αφορά εξ ολοκλήρου μυθοπλασία;
Χ.Μ.: Υπάρχει αληθινό πρόσωπο, και είναι η Ζωζώ. Με εκείνη ξεκίνησα το βιβλίο αλλά η Αγγελική πρωταγωνίστησε τελικά. Στο τέλος του βιβλίου μου, λέω «ευχαριστώ» σε ανθρώπους που με βοήθησαν με τις αληθινές ιστορίες τους, για να φτιάξω τη δική μου μυθοπλασία
Μ.Γ.: «Πνοή χαράς και ελπίδας οι Αμάραντοι Λεμονανθοί», αναφέρεται στο οπισθόφυλλο. Διαβάζοντας το βιβλίο, θα έλεγα ότι περισσότερο διατηρούν την ελπίδα παρά τη χαρά. Εσύ πώς το εννοείς;
Χ.Μ.: Η ελπίδα και η χαρά νομίζω ότι είναι αλληλένδετα συναισθήματα. Όταν έχεις ελπίδα ακολουθεί και χαρά γι’ αυτό που περιμένεις. Η ελπίδα γεννάει στην ψυχή την ευφορία. Αυτό δεν είναι χαρά;
Μ.Γ.: «Πόσες ωραίες ή οδυνηρές στιγμές κρύβονται στις πτυχές μιας ζωής!» αναφέρεται και πάλι στο οπισθόφυλλο. Οι ωραίες ή οι οδυνηρές στιγμές βάρυναν τη ζυγαριά στη ζωή της ηρωίδας σου, της Αγγελικής;
Χ.Μ.: Οι οδυνηρές στιγμές ήταν πάμπολλες στην ζωή της Αγγελικής. Όμως ζώντας σε ένα φανταστικό δικό της κόσμο, είχε και ωραίες νοσταλγικές στιγμές. Σίγουρα οι οδυνηρές ήταν περισσότερες αλλά η «καλή νεράιδα Δανάη» έδωσε ένα καλό τέλος για να μπορέσει να εξισορροπήσει τις κακές στιγμές της.
Μ.Γ.: Η Αγγελική γεννήθηκε και έζησε σε μια εποχή δύσκολη για τις γυναίκες. Το «τι θα πει ο κόσμος» μετρούσε περισσότερο από αυτό που ήθελε η ίδια. Πόσο σημαντική ήταν η στήριξη που είχε από την μητέρα της;
Χ.Μ.: Αν και διστακτική η μητέρα της στις ντε φάκτο επιθυμίες της Αγγελικής, εν τούτοις η στήριξή της ήταν μεγάλη. Ποια μάνα θέλει να βλέπει το παιδί της δυστυχισμένο, ταλαιπωρημένο, με βάρη ασήκωτα στους ώμους και δεν θα το συντρέξει; Η κυρά Λένη στάθηκε βράχος στα «θέλω» της κόρης της, μέχρι το τέλος.
Μ.Γ.: Αναγκάστηκε να κάνει λάθος επιλογές, να γίνει θύμα αλλά να δημιουργήσει και θύματα. Τι ήταν αυτό που κινούσε πάντα τα νήματα της ζωής της;
Χ.Μ.: Η αγάπη για το παιδί της. Η τεράστια μητρική αγάπη.
Μ.Γ.: «Γιατί άραγε να μην είναι ηθικό ό,τι είναι δίκαιο;» ρωτάς σε κάποιο σημείο του βιβλίου. Πόσο απέχει το ηθικό από το δίκαιο;
Χ.Μ.: Μια στάλα. Απειροελάχιστα. Αυτό που εγώ θεωρώ ηθικό, μπορεί να μην είναι δίκαιο για κάποιον άλλον, και το ανάποδο.
Μ.Γ.: «Με έμαθε ότι φίλη αληθινή είναι αυτή που σε κάνει να νιώθεις ότι μπορείς να γυμνώσεις την ψυχή σου χωρίς να ντραπείς ούτε για ένα λεπτό», γράφεις σε κάποιο άλλο σημείο. Πόσο δυσεύρετη είναι στην εποχή μας αυτού του είδους η φιλία;
Χ.Μ.: Δύσκολο, αλλά όχι ακατόρθωτο. Τους φίλους μπορούμε να τους διαλέξουμε.
Μ.Γ.: Δεν σου κρύβω ότι συμπονούσα την ηρωίδα σου σ’ αυτό το ταξίδι ζωής της. Ποια ήταν τα δικά σου συναισθήματα κατά τη διάρκεια συγγραφής του βιβλίου;
Χ.Μ.: Και εγώ την συμπόνησα, αν και στην αρχή είχα άλλα συναισθήματα γι’ αυτήν. Όμως την αγάπησα για τον ατίθασο χαρακτήρα της και γιατί δεν το έβαλε κάτω, δεν παραδόθηκε στα «πρέπει» της κοινωνίας. Την αγάπησα με πάθος.
Μ.Γ.: Αφού σ’ ευχαριστήσω και σου ευχηθώ καλοτάξιδο το βιβλίο σου, θα σου ζητήσω να κλείσεις αυτή τη συνέντευξη με μια αγαπημένη σου φράση μέσα από το βιβλίο.
Χ.Π.Μ.: Επειδή στη ζωή μας πάντα χρειαζόμαστε την ελπίδα για κάποιο ανθό της ψυχής μας που θέλουμε να κρατήσουμε αμάραντο, θα κλείσω με τη φράση:
«…για κείνην, πνοή χαράς,
κράτησε μόνο την Ελπίδα και την Ζωή…
…στην καρδιά της…
…φύλαξε αμάραντους τους λεμονανθούς…».
*Το βιβλίο «Αμάραντοι λεμονανθοί» της Χαράς Παπαελευθερίου-Μπαρδώση, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ωκεανός.
Βιογραφικό
Πρωτοείδα τη ζωή στην καρδιά του Πειραιά, ανήμερα του Άι-Δημήτρη του πολεμιστή. Με είπαν Χαρά και ταυτίστηκα με τ’ όνομα. Φόρεσα ένα χαμόγελο και προχώρησα να βρω τη ζωή. Μα ήταν πολλά τα δύσκολα και εγώ, παιδάκι ακόμη, βρήκα κρυψώνα σε αυτοσχέδια παιδικά ποιήματα. Σαν έμαθα το διάβασμα, κρύφθηκα πίσω από τις αράδες μεγάλων συγγραφέων. Άρχισα μυστικά και σκάρωνα τις δικές μου ιστορίες. Τους ρόλους όλους τους έπαιζε βεβαίως η αφεντιά μου. Και σαν ταλέντο κέρδισα μια θέση στο Εθνικό. Ρητή η απαγόρευση ν’ ανέβω στο σανίδι. Φόρεσα, σαν αντίβαρο, την όμορφη στολή της Ολυμπιακής Αεροπορίας. Τη λάτρεψα την ΟΑ και με αντάμειψε. Ταξίδευα και γέμιζε η φαντασία μου εικόνες και ιστορίες του κόσμου και εγώ τις έφτιαχνα λέξεις στο χαρτί. Παράλληλα γέννησα μια προικισμένη κόρη. Μαζί της πορεύτηκα εθελοντικά για χρόνια στα σχολειά της Γλυφάδας, στον τόπο που παντρεύτηκα και συνεχίζω να ζω. Μαζί με μια φούχτα συνοδοιπόρους, στήριξα την εκπαίδευση, τις τέχνες και τα γράμματα, μέσα από πάμπολλες δραστηριότητες. Θαρρώ πως έβαλα το λιθαράκι μου και στον πολιτισμό στα χρόνια της ενασχόλησής μου με το Πνευματικό και Πολιτιστικό κέντρο του Δήμου Γλυφάδας. Δεν μου χαρίστηκε τίποτε στη ζωή. Τηρώντας πάντα το παράγγελμα ΓΝΟΥΣ ΠΡΑΤΤΕ, κερδίζω τις μάχες μου με πείσμα, δουλειά, υπομονή, χαμόγελο, αγάπη και χαρά.