ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΑΝΘΗ ΠΑΓΚΑΛΗ
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: PETER TAMAS
Γνώρισα τον Κλινικό Υπνοθεραπευτή και NLP Coach Στέφανο Λέων Βαούτη πριν μερικά χρόνια, προς το τέλος καλοκαιριού, και στην αρχή σκέφτηκα ότι δεν μοιάζει με κανέναν άλλο από όσους ανθρώπους είχα συναντήσει μέχρι τότε. Είχε μια σχεδόν φυσική ευγένεια στον τρόπο που μιλούσε, σε άκουγε προσεκτικά και σε κοιτούσε στα μάτια πάντα. Είχε μια παιδική χαρά στο βλέμμα του και κάτι μάλλον ιπποτικό στον τρόπο συμπεριφοράς του. Η αγάπη του για τους ανθρώπους, τη γνώση και τη δουλειά του ήταν εμφανής. Όπως αναφέρει ο ίδιος για τον εαυτό του, είναι «γέννημα» Πηλιορείτης, «θρέμμα» Βολιώτης και πολίτης του κόσμου. Πιστεύει ότι κάθε τι είναι ωραίο όταν γίνεται στην ώρα του και η καλύτερη ώρα είναι το «τώρα». Η στιγμή γι’ αυτή τη συνέντευξη έχει έρθει και η καλύτερη ώρα για να τη διαβάσετε είναι τώρα.
ΑΝΘΗ ΠΑΓΚΑΛΗ: Στέφανε, γεννήθηκες στον Βόλο και τα τελευταία χρόνια ζεις στην Αθήνα ενώ έχεις ζήσει στην Αγγλία, την Κύπρο και την Αυστρία. Τι σημαίνει αυτή η διαδρομή ζωής για εσένα;
ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΒΑΟΥΤΗΣ: Ο κύριος παρονομαστής όλων αυτών των πόλεων στις οποίες έχω ζήσει, του Λονδίνου, της Λευκωσίας και της Βιέννης είναι η μάθηση, η γνώση. Πήγα στην Αγγλία στην ηλικία των 19 ετών για να σπουδάσω Οικονομικά και Κοινωνικές Επιστήμες. Αυτό που σημαίνει για εμένα κάθε νέο ταξίδι που κάνω είναι η ανακάλυψη ενός νέου τρόπου ζωής. Μου αρέσει να ταξιδεύω, όχι να είμαι τουρίστας. Και να ζω σε μία πόλη όπως το κάνει ο κάτοικος που ζει σε αυτήν. Να παρατηρώ τις συμπεριφορές του, το πώς αντιμετωπίζει τα καθημερινά προβλήματα που μπορεί κάποιος να συναντήσει εκεί, να μαθαίνω για την κουλτούρα, τις συνήθειες, το φαγητό αυτού του τόπου. Και κρατώ όσα μου αρέσουν και όσα είναι χρήσιμα και αφού έχω φύγει από εκεί.
Α.Π.: Μετά από τέσσερα χρόνια ζωής στην Αγγλία, πηγαίνεις στην Κύπρο. Πώς βρίσκεσαι εκεί;
Σ.Β.: Μετά τις σπουδές μου στην Αγγλία, βρέθηκα μπροστά σε ένα δίλημμα: αν συνέχιζα, με το πτυχίο που είχα, θα έπρεπε να στραφώ στην ακαδημαϊκή καριέρα, κάτι που θα σήμαινε πως θα βρίσκομαι εκτός επαγγελματικού στίβου για πολλά χρόνια. Δεν ήθελα να συμβεί αυτό, έτσι προτίμησα να βρω μια εργασία, να αποκτήσω μια εμπειρία και μετά να συνέχιζα ίσως την ακαδημαϊκή μου πορεία. Κι έτσι πηγαίνω στην Κύπρο όπου δουλεύω σε διάφορες εταιρίες και μέσα από τη δουλειά μου γνωρίζω πολλούς διαφορετικούς ανθρώπους, διαφορετικών εθνικοτήτων και πολιτισμών. Το κύριο χαρακτηριστικό της δουλειάς μου ήταν η πώληση και άρα η επαφή με πολλά άτομα από τα οποία πάντοτε επεδίωκα να μάθω κάτι καινούργιο.
Α.Π.: Ποια εμπειρία από την επαγγελματική σου ζωή τότε είναι αυτή που κρατάς μέχρι σήμερα;
Σ.Β.: Όταν ήμουν στην Αυστρία, εκπαιδευόμουν και εργαζόμουν παράλληλα σε μία εταιρία. Δεν μιλούσα Γερμανικά και γι’ αυτό είχα κάποιον συνάδελφο δίπλα μου που μου μετέφραζε όταν οι άνθρωποι με τους οποίους επικοινωνούσα δεν μιλούσαν Αγγλικά. Λίγο πριν φύγω από την πόλη εκεί, καθώς η εκπαίδευσή μου θα διαρκούσε για έξι μήνες, η υπεύθυνη της ομάδας θα έπρεπε να δώσει στον καθένα μας μία αξιολόγηση. Παρά το γεγονός ότι δεν ήξερα τη γλώσσα, ήμουν καλός στη δουλειά μου λόγω παρατηρητικότητας. Παρατηρούσα τα πάντα γύρω μου κι έτσι μάθαινα ό,τι υπήρχε να μάθω. Εκείνη την ημέρα ήταν ο γιος της εκεί ο οποίος γνώριζε Αγγλικά και μου μετέφερε το μήνυμα της μητέρας του η οποία μου είχε πει, μεταξύ άλλων, «ό,τι και να κάνεις, να παραμείνεις αυτό που είσαι: άνθρωπος».
Α.Π.: Το 2009, έχοντας επιστρέψει από την Αυστρία, απολύεσαι από την εργασία σου και τότε ξεκινά ένας νέος κύκλος για εσένα. Θα ήθελες να μου περιγράψεις αυτή την εμπειρία;
Σ.Β.: Στην αρχή ένιωσα πως αυτό ήταν άδικο, ωστόσο αργότερα αποφάσισα να σκεφτώ τι μπορώ να κάνω ώστε να μου αποδώσει όλο αυτό. Να δω αν υπήρχε κάτι που μπορούσα να κερδίσω από αυτή την «αρνητική» κατάσταση. Έτσι λοιπόν άρχισα να κάνω διάφορα σεμινάρια ώστε να είμαι περισσότερο ενδυναμωμένος στην επόμενη δουλειά μου. Το είδα ως ευκαιρία για να γίνω καλύτερος κι όχι ως αποτυχία ή καταστροφή.
Α.Π.: Επιλέγεις, λοιπόν, και πάλι τον δρόμο της γνώσης, της μάθησης. Τι είναι αυτό που σε ώθησε προς τα εκεί;
Σ.Β.: Τότε ήθελα να βρω απαντήσεις στο ερώτημα του «γιατί απολύθηκα» και βέβαια ήθελα να μάθω πώς μπορώ να βελτιώσω επαγγελματικά τον εαυτό μου. Κάνω λοιπόν σεμινάρια πάνω σε θέματα διαχείρισης ανθρώπινων πόρων, εργασιακής ψυχολογίας, διαχείρισης συγκρούσεων, αξιολόγησης προσωπικού και συναισθηματικής νοημοσύνης. Και αυτό που στην αρχή φαινόταν ως κάτι άδικο, έγινε τελικά η ευκαιρία που μου άλλαξε τη ζωή.
Α.Π.: Με ποιον τρόπο σου άλλαξε τη ζωή;
Σ.Β.: Το ένα έφερε το άλλο και θέλησα να το ψάξω πιο βαθιά, κάτι που με οδήγησε στο να εκπαιδευτώ σ’ ένα από τα πιο γνωστά μοντέλα αυτοβελτίωσης και επικοινωνίας, τον Νευρο-Γλωσσικό Προγραμματισμό ή NLP. Έχοντας βρει προσωπικές λύσεις, αποφάσισα να ασχοληθώ επαγγελματικά με το Coaching, ξεκινώντας από τον NLP σε συνδυασμό με την Ύπνωση.
Α.Π.: Πες μας λίγα πράγματα για τον Νευρο-Γλωσσικό Προγραμματισμό. Πώς βοήθησε εσένα και πώς το χρησιμοποιείς στη δουλειά σου;
Σ.Β.: Δουλεύει πολύ τόσο το συνειδητό όσο και το ασυνείδητο κομμάτι. Μας μαθαίνει πώς να αλλάξουμε τον τρόπο σκέψης μας και να αναλάβουμε ολοκληρωτικά την ευθύνη της ζωής μας. Καθιστά το συνειδητό μας τον «καπετάνιο» και το υποσυνείδητό μας το «πλήρωμα» που θα εκτελέσει την αποστολή.
Α.Π.: Έχεις σπουδάσει Κλινική Υπνοθεραπεία – Ψυχοθεραπεία, τα οποία αποτελούν και την κύρια επαγγελματική σου ιδιότητα. Θα ήθελες να μας περιγράψεις τι ακριβώς είναι;
Σ.Β.: Η Υπνοθεραπεία είναι η θεραπεία που χρησιμοποιεί την Ύπνωση ως ισχυρό και αποτελεσματικό θεραπευτικό εργαλείο. Υπάρχουν πολλοί μύθοι γύρω από την ύπνωση στους οποίους έχουν συμβάλλει οι εσφαλμένες απεικονίσεις της στον κινηματογράφο και τη βιομηχανία του θεάματος, όπως ότι το άτομο χάνει τον έλεγχο ή ότι θα οδηγηθεί σε μία κατάσταση που δεν έχει επιλέξει, κάτι που είναι απολύτως αναληθές. Η ύπνωση είναι μία εντελώς φυσική νοητική κατάσταση, κατά την οποία οι αισθήσεις υπεροξύνονται, επομένως το άτομο έχει πλήρη επίγνωση του τι κάνει και πού βρίσκεται και όχι το αντίθετο.
Α.Π.: Είπες πριν κάτι σημαντικό, για την ανάληψη ευθύνης. Πολύ λίγοι άνθρωποι το συνειδητοποιούν και το καταφέρνουν, να αναλάβουν την ευθύνη της ζωής τους.
Σ.Β.: Η γέφυρα ανάμεσα σε αυτό που θέλουμε και σ’ αυτό που έχουμε είναι η ανάληψη ευθύνης. Η ευθύνη για να αλλάξουμε τον εαυτό μας και κατά επέκταση, αυτό θα αλλάξει τον κόσμο γύρω μας.
Α.Π.: Στον Νευρο-Γλωσσικό Προγραμματισμό, οι πεποιθήσεις παίζουν κυρίαρχο ρόλο για την προσωπικότητα. Κάποιος μπορεί να υποστηρίζει ότι οι πράξεις και όχι οι πεποιθήσεις είναι αυτές που σε κάνουν καλό άνθρωπο. Ότι δεν έχει σημασία τι πιστεύεις για κάτι αλλά τι κάνεις γι’ αυτό. Συμφωνείς;
Σ.Β.: Πάντα πρέπει να υπάρχει μια ισορροπία μεταξύ πεποιθήσεων και πράξεων. Ωστόσο, πρέπει να γνωρίζουμε ότι αυτό που πιστεύουμε, επηρεάζει την συμπεριφορά μας και κατά επέκταση τις πράξεις μας. Επίσης, οι πεποιθήσεις μας μπορεί να διαφέρουν ανάλογα το πλαίσιο στο οποίο βρισκόμαστε. Κάποιος μπορεί να έχει μία δημοκρατική θεώρηση στον χώρο εργασίας του και μία αυταρχική συμπεριφορά στην οικογένειά του ή το αντίστροφο.
Α.Π.: Τι σημαίνει «γνώση» για εσένα;
Σ.Β.: Θεωρώ τη γνώση ως την καλύτερη επένδυση που μπορεί να κάνει κάποιος. Ευτυχώς, υπάρχει παντού, όχι μόνο σε σχολικό και ακαδημαϊκό πλαίσιο. Είμαστε τυχεροί που ζούμε σε μια εποχή που υπάρχει άπειρη γνώση˙ αρκεί να μπορέσουμε να διακρίνουμε ποια είναι χρήσιμη για εμάς. Για εμένα, κάθε καινούριος άνθρωπος που συναντώ είναι ένας δάσκαλος, κάθε γεγονός αποτελεί μία μάθηση. Είχα πολλούς δασκάλους στη ζωή μου, όχι μόνο σε μία πόλη αλλά σε πολλές και από τον κάθε ένα από αυτούς έχω πάρει πολύτιμη γνώση που κρατώ και εφαρμόζω στη ζωή μου.
Α.Π.: Ποιο πιστεύεις ότι είναι το σημαντικότερο πρόβλημα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε ως κοινωνία σήμερα;
Σ.Β.: Είναι κάτι που μπορεί να λάβει πολλά ονόματα. Η έλλειψη αυτοπεποίθησης ότι δεν μπορεί να αλλάξει η κατάσταση. Η μη ανάληψη ευθύνης και η αναζήτηση για φταίχτες ή σωτήρες. Η άρνηση αλλαγής και δράσης εκ μέρους μας. Η έλλειψη συγκεκριμένων στόχων. Όταν γνωρίζουμε πού είμαστε και πού θέλουμε να πάμε, τότε παρουσιάζονται οι ευκαιρίες.
Σ.Β.: Παλαιότερα έλεγα ότι δεν φοβάμαι τίποτα άλλο παρά μόνο τον κακό μου εαυτό. Τώρα έχω μάθει να τον διαχειρίζομαι. Αν κάτι μπαίνει εμπόδιο σε έναν στόχο που έχω βάλει, τότε φροντίζω να το αλλάξω. Αν κάναμε κάτι που φοβόμαστε κάθε μέρα, φανταστείτε πώς θα άλλαζε η ζωή μας.
Α.Π.: Και αυτή η διαδικασία της αλλαγής, είναι εύκολη ή δύσκολη;
Σ.Β.: Τα επίθετα και τα επιρρήματα, επειδή προσδίδουν μια ιδιότητα στο ουσιαστικό και στο ρήμα αντίστοιχα που συνοδεύουν, επηρεάζουν τον τρόπο σκέψης μας. Επομένως αν χαρακτηρίσουμε την αλλαγή ως εύκολη ή δύσκολη, ή ότι είναι κοντά ή μακριά, αυτόματα της έχουμε δώσει ένα χαρακτηριστικό που θα επηρεάσει τον τρόπο που θα σκεφτούμε για αυτήν. Αν την θεωρήσουμε εύκολη και κοντά ίσως την αναβάλλουμε, αν τη θεωρήσουμε δύσκολη και μακριά ίσως να τα παρατήσουμε. Αν όμως πούμε απλά ότι είναι κάτι που γίνεται, κάτι εφικτό, τότε θα την επιτύχουμε.
Α.Π.: Πιστεύεις ότι οι λέξεις έχουν δύναμη;
Σ.Β.: Ναι, έχουν δύναμη και έχουν και ενέργεια. Σκεφτόμαστε με λέξεις. Οι λέξεις επηρεάζουν τις σκέψεις μας. Οι σκέψεις μας μπορούν να επηρεάσουν τα συναισθήματά μας. Και όλο αυτό επηρεάζει τη συμπεριφορά μας. Επομένως και αυτό που εκπέμπουμε και άρα αυτό που θα έλξουμε.
Α.Π.: Ποιο είναι το αγαπημένο σου βιβλίο;
Σ.Β.: Δύο από τα αγαπημένα μου βιβλία είναι «Η Αυτοβιογραφία ενός Γιόγκι» και η «Ασκητική» του Καζαντζάκη. Και τα δύο, από διαφορετικές οπτικές, τονίζουν τη σημασία της ευθύνης για προσωπική δράση. Στον Βουδισμό, το θρησκευτικό υπόβαθρο του ήρωα στο πρώτο βιβλίο, υπάρχει η ρήση: «Αν δεις τον Βούδα στον δρόμο σου, σκότωσέ τον». Ο δικός σου δρόμος είναι αυτός που πρέπει να ακολουθήσεις, όχι οπουδήποτε δασκάλου ή γκουρού. Ο Καζαντζάκης λέει κάπου μέσα στο βιβλίο: «Ν’ αγαπάς την ευθύνη, να λες εγώ, εγώ μονάχος μου θα σώσω τον κόσμο. Αν χαθεί, εγώ θα φταίω». Αν δώσουμε μια άλλη διάσταση σε αυτό, μπορούμε να δούμε το «θα φταίω» όχι ενοχικά, αλλά με την έννοια της ευθύνης. Την ανάληψη ευθύνης από τον κάθε ένα από εμάς, να αλλάξει πρώτα τον δικό του κόσμο ώστε να βάλει ένα λιθαράκι. Ακόμα και ένα 5% να αλλάζαμε ο κάθε ένας από εμάς, θα άλλαζε ο κόσμος σημαντικά. Αν προσθέταμε λίγη πνευματικότητα και λίγη ευγένεια σε ό,τι κάνουμε.
Α.Π.: Με αφορμή αυτό το τελευταίο σου σχόλιο, θα ήθελα να σε ρωτήσω το εξής: Στην Αγγλία, όπου έχεις ζήσει για αρκετά χρόνια, οι άνθρωποι χρησιμοποιούν τις λέξεις «παρακαλώ» και «ευχαριστώ» πολύ συχνά στην καθημερινότητά τους. Πιστεύεις ότι μια τέτοια μικρή «προσθήκη» στις καθημερινές μας συνδιαλλαγές, θα είχε έναν θετικό αντίκτυπο εδώ, στην Ελλάδα;
Σ.Β.: Ναι, θα μπορούσε να έχει έναν πολύ θετικό αντίκτυπο στον τρόπο που αντιμετωπίζουμε τα πράγματα στην καθημερινότητά μας. Ακόμα κι αν αυτό εφαρμοζόταν από έναν και μόνο άνθρωπο αρχικά, θα δημιουργούσε ένα domino effect που θα εξαπλωνόταν στη συνέχεια παντού, εφόσον μία μικρή πράξη καλοσύνης επιφέρει μία επόμενη και η επόμενη μία ακόμα δημιουργώντας μία αλυσίδα με όλο και περισσότερα άτομα. Το αποτέλεσμα θα ήταν ένας πιο ευγενικός κόσμος, και άρα περισσότερα θετικά συναισθήματα.
Α.Π.: Πολλοί άνθρωποι, ενώ λένε ότι θέλουν να αλλάξουν, τελικά δεν τα καταφέρνουν. Για ποιο λόγο πιστεύεις ότι συμβαίνει κάτι τέτοιο;
Σ.Β.: Πολλοί άνθρωποι θέλουν ν’ αλλάξουν οι καταστάσεις, να αλλάξει η ζωή τους χωρίς ν’ αλλάξουν οι ίδιοι, σαν αυτό να μπορεί να συμβεί με ένα μαγικό ραβδί που συνήθως κρατά κάποιος άλλος, είτε αυτός είναι σύντροφος, φίλος ή θεραπευτής.
Α.Π.: Το «Μυστικό», το βιβλίο που έγινε παγκόσμιο best seller, θεωρείται ότι έχει αλλάξει τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων επειδή τους προσφέρει τον τρόπο να αποκτήσουν αυτό που θέλουν. Ωστόσο, πολλοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν ότι το «Μυστικό» δεν λειτουργεί. Ποια είναι η δική σου θέση πάνω σε αυτό;
Σ.Β.: Το «Μυστικό» είναι μια παλιά γνώση, μια γνώση που προϋπήρχε και απλά προσφέρθηκε ξανά με άλλο «περιτύλιγμα», με άλλο όνομα. Το «Μυστικό» για εμένα είναι η αισιοδοξία, ο αισιόδοξος τρόπος σκέψης. Είναι κάτι που όλοι γνωρίζουν.
Α.Π.: Αυτή η γνώση είναι που κάνει τους ανθρώπους να αναρωτιούνται γιατί δεν έχουν καταφέρει να αποκτήσουν αυτό που επιθυμούν εφόσον και το έχουν ζητήσει, όπως τους προτρέπει το βιβλίο και φυσικά το θέλουν πάρα πολύ, όπως μας «διαβεβαιώνει» η ρήση από ένα άλλο γνωστό βιβλίο ότι θα γίνει.
Σ.Β.: Ας ξεκινήσουμε αντίστροφα αυτόν τον συλλογισμό: Αυτό που θέλουμε, για ποιο λόγο δεν το έχουμε; Αυτή η απάντηση, όταν την ανακαλύψουμε, μπορεί να αποτελέσει ένα μήνυμα για εμάς. Για να φθάσουμε εκεί, μπορούμε να αναρωτηθούμε: «το θέλω όντως πάρα πολύ αυτό που δεν έχω;», «μήπως υπάρχει κάποιο κομμάτι μου που δεν το θέλει;», «πιστεύω ότι το αξίζω;»… Ίσως να υπάρχει κάποια πεποίθηση που αντιτίθεται σε αυτό. Αν, για παράδειγμα, επιθυμώ να βγάλω πολλά χρήματα και παράλληλα πιστεύω ότι οι πλούσιοι είναι ανήθικοι άνθρωποι γιατί «πατάνε επί πτωμάτων», αυτή είναι μια πεποίθηση που μπλοκάρει την πραγματοποίηση της επιθυμίας μου. Επίσης πολλοί θέλουν να έχουν κάτι, αλλά δεν γνωρίζουν για ποιο λόγο το θέλουν. Αν δεν γνωρίζουν για ποιους λόγους το θέλουν και να το συνδέσουν με κάποιο συναίσθημα, τότε πώς θα κινητοποιηθούν;
Α.Π.: Είναι λοιπόν σημαντικό να θέτουμε στόχους και να κάνουμε βήματα προς την επίτευξή τους.
Σ.Β.: Ναι, να αναλάβουμε δράση! Αν δούμε τη λέξη «attraction» στα αγγλικά, έχει μέσα της την λέξη «action», δηλαδή δράση. Άρα ο Νόμος της Έλξης (Law of Attraction) για να λειτουργήσει, πρέπει να έχει εκ μέρους μας κινητοποίηση και δράση. Συγκεκριμένη και στοχευμένη. Κάτι ακόμα που είναι πολύ σημαντικό για την πραγματοποίηση μιας επιθυμίας ή την επίτευξη ενός στόχου, είναι να γνωρίζουμε αν αυτό αποτελεί ένα δικό μας «θέλω» ή αν είναι «εξωτερικό», των γονιών, του περίγυρου ή της κοινωνίας.
Α.Π.: Βρισκόμαστε στο τέλος του καλοκαιριού, ωστόσο πολύς κόσμος λείπει ακόμη σε διακοπές. Αυτή τη στιγμή εμείς καθόμαστε σε ένα όμορφο καφέ στην Πλάκα και γύρω μας βρίσκονται μόνο τουρίστες. Δεν θα ήθελες να ήσουν κι εσύ σε διακοπές;
Σ.Β.: Ζω τη ζωή μου συνέχεια, χωρίς διακοπές. Ταξιδεύω, γνωρίζω, μαθαίνω. Αγαπώ πάρα πολύ τη ζωή μου και αυτό που κάνω, για να το διακόψω και να κάνω κάτι άλλο. Είμαι πιο πολύ «της δράσης» και όχι «της απόδρασης». Έχουμε έναν πανέμορφο μύθο που τον έχουμε ξεχάσει: αυτόν του Τζίτζικα και του Μέρμηγκα. Το μυρμήγκι «χτίζει» κατά τους θερινούς μήνες ενώ το τζιτζίκι δεν κάνει απολύτως τίποτα γιατί «είναι καλοκαίρι», ενώ χλευάζει συγχρόνως το φίλο του που «δουλεύει καλοκαιριάτικα» φροντίζοντας για τις ανάγκες του χειμώνα που θα έρθει. Στο σχολείο είχαμε μάθει ότι το επιμύθιό του, αυτό που μας διδάσκει, είναι να φροντίζουμε πάντα για το μέλλον -ειδικά αν γνωρίζουμε τις ανάγκες που θα προκύψουν. Εκτός απ’ αυτό, υπάρχει και κάτι πιο σημαντικό που το είπαμε και παραπάνω και είναι η ανάληψη της ευθύνης για να αλλάξουμε τη ζωή μας προς το καλύτερο. Αυτό γίνεται την κάθε δεδομένη στιγμή, γίνεται στο «τώρα», όχι «αύριο», «από Δευτέρα», «από Σεπτέμβρη». Και δεν σημαίνει ότι δεν απολαμβάνουμε τη ζωή μας, αλλά ότι φροντίζουμε να έχουμε μια παρατεταμένη ευτυχία, όχι κάποιες μόνο στιγμές, υπό ορισμένες συνθήκες και σε συγκεκριμένα μέρη. Επιλέγουμε να νιώθουμε χαρά πάντα, οπουδήποτε και οποτεδήποτε.
Α.Π.: Τι είναι για εσένα «ευτυχία»;
Σ.Β.: Η ευτυχία είναι συναίσθημα. Και, όπως όλα συναισθήματα, επηρεάζεται από τον τρόπο σκέψης μας. Η ευτυχία δεν είναι «στιγμές», δεν είναι «αυτό που περιμένουμε να έρθει», είναι στο «εδώ και το τώρα» επειδή απλά το αποφασίσαμε.
Α.Π.: Θέλεις να πεις κάτι για το τέλος της συνέντευξής μας;
Σ.Β.: Να επιδιώκουμε όλο και περισσότερο να χαιρόμαστε όπως ένα παιδί, χωρίς ιδιαίτερο λόγο. Χωρίς να χρειάζεται να βρεθούμε κάπου, να φάμε ή να πιούμε κάτι, να αποκτήσουμε κάτι. Χωρίς να περιμένουμε την Παρασκευή, το καλοκαίρι, τις διακοπές. Όταν ήμουν μικρός και πηγαίναμε επισκέψεις, μου έδιναν να κοιτώ άλμπουμ με φωτογραφίες για να κάθομαι ήσυχος. Έβλεπα λοιπόν σε φωτογραφίες χαρούμενους ανθρώπους σε στιγμές όπως ένας γάμος, μία γιορτή, στις διακοπές ή γύρω από ένα οικογενειακό τραπέζι, και σκεφτόμουν «Αυτοί οι άνθρωποι, τι κάνουν στο ενδιάμεσο, δεν χαίρονται;»… Όλοι δείχνουμε χαρούμενοι σε ένα όμορφο μέρος, σε μια παραλία ή μπροστά από ένα γεμάτο με εδέσματα τραπέζι. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει όταν επισκέπτομαι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης: άραγε τι κάνουν αυτοί άνθρωποι όταν δεν συμβαίνει τίποτα από τα παραπάνω, όταν δεν υπάρχει κάποια φωτογραφική μηχανή μπροστά τους, όταν σβήσουν τα «φώτα»; Ο σκοπός είναι η χαρά να διαρκεί, να γεμίζει κάθε λεπτό της ζωής μας.
Α.Π.: Σε ευχαριστώ πολύ, Στέφανε.
Σ.Β.: Κι εγώ σε ευχαριστώ!