ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΚΑΤΣΙΚΟΓΙΑΝΝΗ-ΜΠΑΣΤΑ
Φώλιασαν τ’ αηδόνια στο μπαλκόνι μου,
ήχοι γλυκόλαλοι τραγουδούν μια καινούργια εποχή.
Κλώνοι τείνουν στον ουρανό τη φυλλωσιά τους,
να δει το φως μέσα από το παράπονό τους.
Τραγουδούν νησιά, ηλιοβασιλέματα, μνήμες ταξιδιών,
χαρές και έρωτες βασανισμένους, αντάμα με μάτια υγρά
απο τη νοσταλγία για τις όμορφες αναμνήσεις,
το άμορφο παρελθόν.
Θέλουν να μείνουν αόρατα, θέλουν το τραγούδι τους
να λικνίζεται νωχελικά μέσα απο τους ψιθύρους του σούρουπου
που καμαρώνει τη νιότη και τη μουσική.
Νέα, όμορφα, περήφανα, χορεύουν
με τους λευκούς αφρούς της θάλασσας
και του σύννεφου, φλερτάροντας με τους γλάρους.
Αγκαλιάζοντας τον χρόνο, τον αμείλικτο κριτή
της ομορφιάς, της σοφίας και της γνώσης,
τραγουδούν μνήμες για όσα χάρισε η ζωή.
Ατέλειωτες νύχτες η θλίψη, ίδια μάγισσα
με φτερούγες ανοιχτές, με τα μαλλιά της ξέπλεκα,
ν’αγγίζουν το επέκεινα του χώρου, το διάστιχο του χρόνου
που δεν ξεγελιέται, αλλά σε ρουφάει,
αδυσώπητα με φθόνο και χαιρεκακία.
Πρέπει τ’αηδόνια να τα λέμε ευτυχία,
γιατί νίκησαν το χωροχρόνο και δεν γονάτισαν.
Γίναν λιακάδα και μουσική
και η κακία φεύγει κυνηγημένη,
νικημένη από τη δύναμη της ευτυχίας και της χαράς,
μιας μουσικής φτιαγμένης από αγάπη.
Αναστασία Κατσικογιάννη-Μπάστα