ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΙΚΗ ΝΑΣΣΗ

Με αφορμή τις δύο νικηφόρες μάχες της 2ας Ιανουαρίου 1913 στο Καστρί Πρέβεζας και το Γαρδίκι Θεσπρωτίας, αφιερώνω το άρθρο αυτό σε έναν από τους πρωταγωνιστές, τον Ιωάννη Δαμιανάκη, ως ελάχιστη ένδειξη τιμής και ευγνωμοσύνης προς όλους τους Οπλαρχηγούς που έδρασαν στην περιοχή μας και μας απελευθέρωσαν.

Ιωάννης Δαμιανάκης (καπετάν Γιάννης Δαμιανός), ο γενναίος Μεσαρίτης Οπλαρχηγός και η συμβολή του στην απελευθέρωση της περιοχής Φαναρίου Πρέβεζας και του χωριού Γαρδίκι Παραμυθιάς Θεσπρωτίας.

(Ο καπετάν Ιωάννης Δαμιανός ή Δαμιανάκης. Αρχείο Νικόλαου Δαμιανάκη, εγγονού του)

Στον απελευθερωτικό πόλεμο του 1912-13 και στην περιοχή Φαναρίου Πρέβεζας έδρασε μαζί με τους άλλους Κρήτες και Ηπειρώτες και ο Οπλαρχηγός Ιωάννης Δαμιανάκης (καπετάν Γιάννης Δαμιανός), από Πανασό δήμου Μεσαρά Κρήτης.
Ο καπετάν Γιάννης Δαμιανάκης έλαβε μέρος σε πολλές μάχες στο Φανάρι Πρέβεζας και στην τελευταία στο χωριό Γαρδίκι Θεσπρωτίας, την 2α Ιανουαρίου 1913, το οποίο και απελευθέρωσε μαζί με άλλους Κρήτες Οπλαρχηγούς και υπό τις διαταγές του Αντισυνταγματάρχη (ΠΒ) Αντώνιου Ηπίτη.
Ειδικότερα:
Ο Ιωάννης Δαμανάκης με το Εθελοντικό Σώμα του, αφιχθείς τέλη Οκτωβρίου 1912 στην Ήπειρο, εντάχθηκε, όπως και τα άλλα κρητικά Σώματα, στο Μικτό Ηπειρωτικό Στράτευμα (ΜΗΣ), υπό τις διαταγές του υπολοχαγού Δημήτριου (Τάκη) Μπότσαρη, και κατέληξε στην περιοχή Φαναρίου-Αχέροντα μαζί με τα Σώματα και άλλων Κρητών, όπως του Ευάγγελου Φραγκιαδάκη (Γαλλιανού), Ματθαίου Πάσχου, Μάρκου Δεληγιαννάκη, Μάρκου Παπαγιαννάκη, Παύλου Γύπαρη, Σταύρου Σταυρουλάκη, Εμμανουήλ Σκουντρή, Νικόλαου Μπελέλη, συνολικής δυνάμεως 403 ανδρών. Στην περιοχή αφίχθησαν και άλλα Σώματα Κρητών Εθελοντών από 23 Οκτωβρίου έως αρχές Νοεμβρίου, καθώς και Εθελοντικά Σώματα από άλλες περιοχές(1).
Ο Δαμιανάκης τοποθετήθηκε με διαταγή του Μπότσαρη στον επικίνδυνο και σοβαρότατο τομέα Κάτω Αχέροντα-Ζαβρούχου μαζί με τα Σώματα των Παπαγιαννάκη, Σταυρουλάκη, Φραγκιαδάκη, Πάσχου, Μπελέλη, Πικουλάκη, Νικ. Νεοκλή, Α. Ανδριαδάκη και Γεώργιου Καραλή (πρώην Χαραλαμπόπουλου(2)) και τα Σώματα των Ηπειρωτών Κων. Σταμάτη (Κούρεντα Ζίτσας Ιωαννίων), Χρ. Γκιόκα (Έλεζνα-Αρτοπούλα Δωδώνης), Ι. Παπά (Β. Ήπειρο), Κώστα Τζώρτζη Ζαχαράκη και Αριστείδη Παπαδιά από Καμαρίνα Πρέβεζας, Χαρίση Οικονόμου από Κορύστιανη Παραμυθιάς, Ευθύμιου και Πάνου Πεπόνη από Ζερμή (Βρυσούλα) Πρέβεζας, των Φαναριωτών Διονύσιου Τζίμα (Κούκουλου) και Σωτήριου Τζίμα (Σταθά), Δημητρίου Τριάντη, Αθανασίου Ζήση, του Χριστόδουλου ή Χρήστου Μπράτου από το Γραμμένο και άλλων, οι οποίοι έδρασαν κυρίως στην Παραμυθιά, όπως ο Νικόλαος Κουτούπης, οι αδελφοί Δεληγιαννάκη, τα αδέλφια Καρά, ο Σπύρος Μήτσης (Κρομμύδας). Τα Σώματα αυτά ενίσχυσαν και χωρικοί της περιοχής και απετέλεσαν διάφορες ομάδες με αρχηγό η καθεμιά, ενώ τη γενική αρχηγία, μετά την αναχώρηση του Μπότσαρη(3) για την Λάκκα Σουλίου την 22α Οκτωβρίου, είχε με εντολή του ο Κώστας Τζώρτζης Ζαχαράκης από την Καμαρίνα Πρέβεζας.

Ο Ιωάννης Δαμιανάκης συμμετείχε στην πρώτη διήμερη σφοδρή μάχη της 2ας Νοεμβρίου, ημέρες Παρασκευή και Σάββατο, στη Χόικα και το Γαρδίκι Παραμυθιάς. Τα Τμήματα που βρισκόταν στο Φανάρι ανάγκασαν τις τουρκαλβανικές συμμορίες να εγκαταλείψουν το χωριό Χόικα και να υποχωρήσουν στο Γαρδίκι, όπου είχαν την έδρα τους. Σε αντεπίθεση από τα ελληνικά Τμήματα δεν κατορθώθηκε η κατάληψη του χωριού αυτού και επέστρεψαν στη Νεμίτσα (σημ. Βουβοπόταμο), επιτηρώντας τον τόπο και εξασφαλίζοντας το αριστερό τμήμα του Στρατού Ηπείρου.

Ειδικότερα στο μέτωπο Κάτω Αχέροντα, από το Καναλάκι και Καστρί μέχρι Γλυκή και Νεμίτσα (Βουβοπόταμο), εξακολουθούσε ο εχθρός να πιέζει σκληρά τους ημετέρους. Τα Σώματα Μπελέλη και Πάσχου επιτέθηκαν συγχρόνως κατά των ευρισκόμενων στο χωριό Γλυκή και στη θέση «Παππαδιές» Τσάμηδων, τους οποίους απώθησαν και έτρεψαν σε φυγή. Καταδιώκοντάς τους διέβησαν τον Αχέροντα και κατέλαβαν διαδοχικά τον «Άσπρο Μύλο»(4) και το χωριό Χόικα. Εν τω μεταξύ ενισχύθηκαν και από τα Σώματα Γαλλιανού, Σταυρουλάκη, Παπαγιαννάκη, Δαμιανάκη, Δεληγιαννάκη, Χαραλαμπόπουλου, Ζαχαράκη, Τριάντη, Σταμάτη, Παπά και Παπαδιά, τα οποία την ίδια ημέρα επιτέθηκαν ορμητικά κατά του εχθρού. Ο Φραγκιαδάκης με την Κρητική Λεγεώνα του, πριν προχωρήσει προς τη Χόικα, είχε επιτεθεί από το χωριό Γιαννούζι (σημ. Αχερουσία) στο χωριό Καστρί και είχε εκτοπίσει τους Τσάμηδες, συλλαμβάνοντας και 17 αιχμαλώτους. Το Σώμα Παπαδιά με τμήμα του Σώματος Ζαχαράκη και οπλοφόρων Σουλιωτών επιτέθηκε πλευρικά και αιφνιδιαστικά από το μέτωπο Ζαβρούχου και κατέλαβε την οχυρή θέση «Άγιος Ηλίας» από την οποία βάδισαν έπειτα προς Χόικα και κατεδίωξαν ραγδαία τους Τούρκους μέχρι το Γαρδίκι, την τρομερή αυτή φωλιά τους, όπου και τους πολιόρκησαν, χωρίς όμως να καταφέρουν να τους εκτοπίσουν και από εκεί. Συνεπεία διαταγής άνωθεν, εγκατέλειψαν την προσπάθεια και αποσύρθηκαν την επομένη (3 Νοεμβρίου) στην αριστερή όχθη του Αχέροντα παρά την Νεμίτσα. Κατά την μάχη τραυματίσθηκε μεταξύ των άλλων και ο Οπλαρχηγός Χαραλαμπόπουλος, ο οποίος αντικαταστάθηκε από τον Σωματάρχη του Γεώργιο Καραλή στη διοίκηση του Σώματός του, το οποίο μετά από λίγες ημέρες συγχωνεύθηκε με αυτό του Κώστα Τζώρτζη Ζαχαράκη(5).

Στα γεγονότα αυτά αναφέρονται και οι Βασίλειος Μπάλκος και ο διοικητικός Επίτροπος Βελλιανίτης, ενημερώνοντας σχετικά με επιστολή την 6η Νοεμβρίου το Αρχηγείο στην Άρτα για τη διήμερη μάχη της 2ας-3ης Νοεμβρίου (Παρασκευή και Σάββατο), τη νίκη των ημετέρων στη Χόικα και την αδυναμία κατάληψης και του χωριού Γαρδίκι. Αναφέρουν δε ότι οι απώλειες των δικών μας ήταν δύο νεκροί και δύο τραυματίες.

Μία ακόμη σφοδρή μάχη στην οποία συμμετείχε ο καπετάν Δαμιανός και έχασε έναν εκ των ανδρών του ήταν αυτή της 3ης Δεκεμβρίου 1912, η οποία συνήφθη και πάλι στην τοποθεσία «Άσπρος Μύλος» Χόικας Παραμυθιάς και στην οποία συμμετείχε και ο Ευάγγελος Γαλλιανός με το Εθελοντικό του σώμα. Φονεύθηκε δε ένας από τους άνδρες του, ο Κωνσταντίνος Μ. Καλοειδάς, από εχθρική σφαίρα, η οποία τον έπληξε στον δεξιό οφθαλμό.

Τη μάχη περιγράφει σε επιστολή την οποία απέστειλε προς τον Μπότσαρη από το χωριό Γιαννούζι (Αχερουσία) Φαναρίου, ο Φαναριώτης Οπλαρχηγός Σωτήριος Τζίμας (καπετάν Σταθάς). Στη μάχη με τους Τσάμηδες φονεύθηκαν ένας από το Σώμα του Ευαγγέλου Γαλλιανού, ένας από το Σώμα του Δαμιανού (Δαμιανάκη), ενώ τραυματίστηκε ένας άλλος εθελοντής και ο Φαναριώτης Θεόδωρος Τζίμας από το Κουκούλι Φαναρίου.

Παρατίθεται απόσπασμα της επιστολής: Προς τον Ευγενέστατον υπολοχαγόν Κον Κον Δ. Βότσαρην, Ο προσηκόντως υποφαινόμενος οπλαρχηγός της Ηπείρου Κος Σωτήριος Τζήμας γνωρίζω Υμίν τάδε: (…) Την τρίτην του τρέχοντος μηνός προ του λυκαυγούς ηκούσαμεν σφοδρούς πυροβολισμούς, οι οποίοι απέβαινον προς βλάβην των ημετέρων. Ημείς δε μαθόντες ότι κατετροπώθησαν οι ημέτεροι, άνευ της προσκλήσεως τούτων, εσπεύσαμεν προς ενίσχυσιν, ως προσήκον εκάστω, φοβούμενοι μη διασπάσωσι την γραμμήν και τα χωρία πυρπολήσωσι και τους άνω οπλαρχηγούς περικυκλώσωσιν. Αλλά δυστυχώς φθάσαντες εκεί ομού με Ευάγγ. Γαλιανόν και μαχόμενοι προς απομάκρυνσιν των πολεμίων εγκαταλείφθημεν υπό Κου Παπαγιαννάκη και Δαμιανού μένοντες μόνον με Τζηώρτζην και με Ευάγγελον Γαλιανόν και εγώ μόνος με εξήκοντα δύο άνδρας, οίτινες επιμόνως μαχόμενοι επί πέντε ώρας συνεχώς έσχομεν ως αποτέλεσμα της μάχης τον φόνον ενός του Σώματος Ευαγγ. Γαλιανού, ενός του Σώματος Δαμιανιού, τον τραυματισμόν ενός ετέρου και ενός ιδικού μου, ονόματι Θεόδωρος Τζήμας εκ του χωρίου Κουκούλι δι’ ον Σας παρακαλώ θερμώς, όπως προσλάβητε εις το προσήκον Νοσοκομείον.»

Την επόμενη ημέρα και ο Κώστας Τζώρτζης Ζαχαράκης αναφέρει από τη Νεμίτσα-Βουβοπόταμο τα της μάχης του Ασπρομύλου, κατά την οποία πολέμησε το Σώμα του, υπό τους υπαρχηγούς Χαράλαμπο Μαβζάνη, όπως λανθασμένα έχει γραφεί ο Πρεβεζάνος ήρωας Χαράλαμπος Μπουραζάνης, και Βασίλη Αναγνωστόπουλο, καθώς και οι Οπλαρχηγοί Χαρίσης Οικονόμου και ο Ευθύμιος Πεπόνης με χωρικούς, ενώ συνέπραξαν και ολιγάριθμοι Κρήτες. Αποδίδει την αποτυχία της επιχειρήσεως σε αυθαίρετη και πρόωρη διάβαση του Αχέροντα από τους Κρήτες του Παπαγιαννάκη. Ειδικότερα ο Ζαχαράκης περιγράφει λεπτομερώς από τη Νεμίτσα, την 5η Δεκεμβρίου 1912, στον Αρχηγό του Στρατού Ηπείρου στη Φιλιππιάδα, τα κατά την συναφθείσα επιθετικώς μάχη στον Ασπρόμυλο του χωριού Γλυκή την 3η του μηνός, γεγονότα. Ειδικότερα αναφέρει ότι κατόπιν ενημέρωσής του από το Πόποβο και τον αξιωματικό Βασίλη Τεριακίδη την 28η Νοεμβρίου εκτός των άλλων και για την επιχείρηση κατάληψης της Σκάλας Παραμυθιάς και την ανάγκη να συνδράμει καταλαμβάνοντας το Γαρδίκι, αμέσως κοινοποίησε την επιστολή αυτή στους Οπλαρχηγούς και τα Σώματα της γραμμής Φαναρίου, ενώ απέστειλε επιστολές και στα πλησίον χωριά, καλώντας τους χωρικούς προς ενίσχυσή τους. Επίσης απέστειλε 50 άνδρες από το Σώμα του, υπό τον υπαρχηγό του Χαράλαμπο Μπουραζάνη και διμοιρίτη τον Β. Αναγνωστόπουλο, να καταλάβουν την τοποθεσία «προφήτης Ηλίας», την οποία κατείχαν οι εχθροί. Η θέση αυτή δεσπόζει άνω των χωριών Γλυκή, Χόικα, Γαρδίκι και Τσαγκάρι και ήταν στρατηγικής σημασίας, ενώ η κατάληψή της θα διευκόλυνε την προς τα εμπρός επίθεση των ελληνικών δυνάμεων.

Προσθέτει ότι σε σύσκεψη με τους αρχηγούς, τους ανέφερε πώς έχουν τα γεγονότα, αλλά οι Οπλαρχηγοί αποφάσισαν να μη ληφθεί υπόψη η έκκληση του Τεριακίδη και να ζητήσουν διαταγές από τον τότε διοικητή του Αποσπάσματος Ολύτσικα και Αχέροντα, Χρήστο (Κίτσο) Μαλάμο. Ο ίδιος δε απέστειλε έκθεση στον Μαλάμο περί των δικών του ληφθέντων επιθετικών μέτρων. Ζήτησε δε από τους Οπλαρχηγούς να παραμείνουν στις θέσεις τους και, αν προχωρήσει σε επίθεση, να απασχολήσουν τον εχθρό πέραν του ποταμού.

Την 2α του μηνός ελήφθη και ετέρα επιστολή από τον Τεριακίδη, ο οποίος τον ενημέρωνε ότι κατέλαβε τη Σκάλα Παραμυθιάς. Καλεί άμεσα σε συμβούλιο τους Οπλαρχηγούς της Νεμίτσας και τους εκθέτει την κατάσταση, τονίζοντας την ανάγκη να καταληφθεί το χωριό Ποταμιά και η υπερκείμενη του χωριού Γλυκή λοφοσειρά. Οι αρχηγοί συμφώνησαν και έκαστος του διέθεσε υπό τις διαταγές του, 11 οπλίτες ο Παπαγιαννάκης, 11 ο Δαμιανάκης και 20 χωρικούς εκ της Ζερμής. Συγκεκριμένα αναφέρει:

«(…) Τέλος καταρτίσας δύναμιν εξ 110 ανδρών ωδήγησα ταύτην πέραν του ποταμού Αχέρωνος την 9ην μ.μ. της 2ας τρ.μ. διήρεσα ταύτην εις δύο και η μεν 80 ανδρών υπό τον Υπολοχαγόν μου Ευάγγελος Σίσκαν κατέλαβε το χωρίον Ποταμιά η άλλη δε υπό τον Ευάγγελον Λάμπρου εκ τριάκοντα κατέλαβεν την λοφοσειράν Γλυκής θέσασα τους εις τον Ασπρόμυλον και υπερκείμενον τούτου λόφον εχθρούς μεταξύ δύο πυρών.(…)»

Την πρωία, συνεχίζει ο Ζαχαράκης, της 3ης τρέχοντος, άρχισαν οι ημέτεροι να βάλλουν από τα δύο μέρη αποδεκατίζοντας όσους Τούρκους βρέθηκαν σε σκηνές στον Ασπρόμυλο και προς το χωριό Χόικα. Οι εχθροί υποχώρησαν προς την Χόικα και με τη σάλπιγγα καλούσαν σε βοήθεια. Ο Οπλαρχηγός Παπαγιαννάκης με δική του πρωτοβουλία και την ελληνική σημαία διέβη τον Αχέροντα και έσπευσε στον εκκενωθέντα από τους εχθρούς Ασπρόμυλο. Τον ακολούθησαν και οι άλλοι Οπλαρχηγοί προς υπεράσπιση και προστασία της σημαίας. Ο Παπαγιαννάκης ανατίναξε τον μύλο και ύψωσε τη σημαία στον παρακείμενο λόφο. Τον λόφο αυτό ευτυχώς κατέλαβαν ο ίδιος με τον Δαμιανάκη. Βλέποντας ο Παπαγιαννάκης να πέφτει νεκρός ένας εθελοντής του Σώματος Δαμιανάκη, υποχώρησε σπέρνοντας τον φόβο στον αγωνιζόμενο στρατό, αν και κατέφθαναν προς ενίσχυση και τα Σώματα του Σωτήριου Τζίμα, του Φραγκιαδάκη, Ανδριαδάκη κά. Και ολοκληρώνει αναφέροντας:

«(…)Την υποχώρησιν του Παπαγιαννάκη φυσικά ηκολούθησεν η κάθοδος των οπλιτών εκ του λόφου του μύλου. Κατ’ ευτυχή σύμπτωσιν εμάχετο επί του λόφου ο γραμματεύς μου Γεώργιος Κ. Καραλής, όστις με κίνδυνον της ζωής του ήρπασεν την σημαίαν Σώματος Κρητών, ήτις μικρού δειν θα έπιπτεν εις χείρας των εχθρών. Τέλος οι ελθόντες προς ενίσχυσίν μου άνδρες επολέμησαν επί δίωρον αλλά ιδόντες ότι η προς τα εμπρός ενέργεια εματαιώθη, διότι και ο Προφήτης Ηλίας κατείχετο υπό εχθρών και η δύναμίς του εξηντλήθη ως εκ της υποχωρήσεως και φοβηθείς υπερφαλάγγισιν, διότι ενισχύθη κατά πολύ ο εχθρός εις Προφήτην Ηλίαν εκ καταφθασάσης δυνάμεως εχθρικής εκ Τουρκοπάλουκον, Γορίτζης και Γαρδικίου, διέταξα υποχώρησιν ην υπεστήριξα κανονικότατα τελευταίος διαβάς τον Αχέρωνα. Μετά ταύτα το Σώμα Παπαγιαννάκη απήλθε της Νεμίτσης. Το Σώμα μου έσχε τρεις φονευθέντας και δύο τραυματίας. Κώστας Ζαχαράκης Τζώρτζης.»

Η τελευταία και σημαντική συμβολή στον αγώνα του Μεσαρίτη Οπλαρχηγού στην περιοχή μας ήταν η μάχη για την απελευθέρωση του πρώτου χωριού της Υποδιοικήσεως Παραμυθιάς, Γαρδικίου, την 2α Ιανουαρίου 1913, στην οποία και πρωταγωνίστησε.

Ειδικότερα: Την 2α Ιανουαρίου 1913, ξημέρωσε μία σημαντική ημέρα με δύο αποφασιστικής σημασίας νικηφόρες μάχες στα φρούρια των Τούρκων, Γαρδίκι Παραμυθιάς και Καστρί Φαναρίου, προδρόμους της απελευθέρωσης του Φαναρίου, των χωριών της Υποδιοικήσεως Παραμυθιάς και της κατάληψης της κωμοπόλεως.
Στη μάχη στο χωριό Καστρί ο Οπλαρχηγός από την Κρήτη Γεώργιος Δημητρίου Γοβατζιδάκης (καπετάν Κοκκινογένης), ανδραγάθησε και ήταν αυτός, ο οποίος κατάφερε να αποσπάσει και την τουρκική σημαία από το διοικητήριο μαζί με τους άνδρες του. Με τη μάχη αυτή απελευθερώθηκαν και τα τελευταία έξι χωριά του Φαναρίου, Καστρί, Κορωνόπουλο, Κορώνη, Κυψέλη και Μεσοπόταμο και συμμετείχαν οι Κρήτες Παπαγιαννάκης, Μπελέλης, Πάσχος, Γοβατζιδάκης, Σακελαρίδης, οι Φαναριώτες Τζίμας Σωτήριος και Διονύσιος και ο ΒΗπειρώτης Ζάλογγος, όπως σημειώνει ο Αντώνης Ηπίτης στο Ημερολόγιό του.
Με αναφορά του δε προς τον Αρχηγό της Στρατιάς Ηπείρου σημειώνει τα ακόλουθα ως προς τη μάχη στο Γαρδίκι:

«Αντιστράτηγον Σαπουντζάκην Αρχηγόν Στρατού Ηπείρου, Φιλιππιάδαν, Τετάρτη 2 Ιαννουαρίου 1913
«(…) Σήμερον ημέραν 2αν Ιανουαρίου και ώραν 7 και ½ πρωινήν διέταξα τον υπασπιστήν μου Ανθυπολοχαγόν κ. Λεωνίδαν Καρακουλάκην, όπως μεταβή και παρακολουθήση την διαταχθείσαν και προσχεδιασθείσαν από της χθες ενέργειαν του Τάγματος του κ. Φιλιακού εκ των άνωθεν, ενώ εγώ μετέβην προς τα κάτω εις το αριστερόν, όπως διατάξω την εφ όλης της γραμμής επίθεσιν καθ’ όλων των εκείθεν του Αχέροντος των κατεχομένων υπό του εχθρού…»
Και συνεχίζει, αναφέροντας ότι στις 10:00 ο Ταγματάρχης Φιλιακός διέταξε την προέλαση του Τάγματός του, καθορίζων και από τακτικής απόψεως τις ενέργειες εκάστου τμήματος, τεθείς ο ίδιος επικεφαλής του κέντρου της γραμμής του. Και παρά το επίμονο και επί τρεις ώρες εχθρικό πυρ, ο Ταγματάρχης προέλασε, οπότε λόγω της διαταχθείσας εκ των πλαγίων επιτυχούς κινήσεως, ο Φιλιακός διέταξε την εξ εφόδου εκδίωξη του ισχυρώς οχυρωμένου εχθρού, μέχρι την απόσταση των 100 μέτρων, ενώ άλλο τμήμα του Τάγματος υπό τον έφεδρο ανθυπολοχαγό Ανδρέα Φραγκιά μαζί με τον Ευζωνικό Λόχο υπό τον Ανθυπ/γό Τσαπραλή, διαταχθέντες να προσβάλουν τον εχθρό εκ των πλαγίων του δεξιού τμήματος, προχώρησαν με επιτυχία και εξεδίωξαν τον εχθρό μέχρι το χωριό Γαρδίκι. Με τη συνδρομή και των Εθελοντικών Σωμάτων των Τζώρτζη Ζαχαράκη, Σκουνδρή, Γύπαρη και Δαμιανού, κατόρθωσαν πρώτοι να εισβάλουν στο Γαρδίκι και να το κυριεύσουν, βοηθούμενοι κατόπιν και από τα άλλα προχωρήσαντα τμήματα του Τάγματος. Το καταληφθέν Γαρδίκι καίγεται από άκρου εις άκρον, ενώ ο Φιλιακός διατηρεί τις θέσεις του. Οι απώλειες ήταν 2 νεκροί και 6 τραυματίες.
Ακολούθησαν και άλλες αψιμαχίες και τελικά μετά την εκπόρθηση των Ιωαννίνων και την αποχώρηση των τουρκικών δυνάμεων από την Ήπειρο προς την Αλβανία, την 22α Φεβρουαρίου επισήμως και με την παράδοση στον Αντισυνταγματάρχη Αντώνιο Ηπίτη των μπέηδων και αγάδων Φαναρίου και Παραμυθιάς, απελευθερώνεται ολόκληρη η περιοχή από την τουρκική σκλαβιά και ακολουθεί η απελευθέρωση της Παραμυθιάς, Μαργαριτίου και Πάργας και ολοκλήρου της Θεσπρωτίας.

Στον Δαμιανάκη αναφέρεται και ο δημοσιογράφος Σ. Ράπτης στην εφημερίδα «Καιροί», 21 Φεβρουαρίου 1914, με τίτλο «Τα κατά τον πόλεμον και την Ήπειρον:
«(…) Κι αυτούς λοιπόν προς τα Σουλιώτικα βουνά και μαζί με τους εκλεκτούς αρχηγούς και οι ανδρειωμένοι καπετανέοι Παπαδιάς, Ζαχαράκης, Τριάντης, Κιάφας, Σταθάς, Κούκουλος, Γαλιανός, Τζήμας, Φουρτούνας, Πεπόνης, Γεωργαντζής, Γρηγόρης Κοσυβάκης, Τσάρας Κοσυβάκης, Καρράς, Δεληγιαννάκης, Δαμιανός, Μπράτος, Κουτούπης, Δρόσος και άλλοι. (…)»

Ο καπετάν Δαμιανός συμμετείχε και στον Μακεδονικό αγώνα, ως Εθελοντής οπλαρχηγός Β΄τάξεως, όπου και τραυματίστηκε.

Ιωάννης Δαμιανάκης. Ο Μεσαρίτης Οπλαρχηγός και η συμβολή του στην απελευθέρωση Φαναρίου Πρέβεζας και Γαρδικίου Παραμυθιάς Θεσπρωτίας.

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ-Μαρτυρίες απογόνων

Καπετάν Γιάννης Δαμιανάκης ή Δαμιανός (καπετάν Γιάννης) (6)

(Ο εγγονός του Οπλαρχηγού Νικόλαος Δαμιανάκης και η σύζυγός του Ειρήνη Ευαγγέλου, την ημέρα του γάμου τους. Αρχείο Νικ. Δαμιανάκη)

Ο Γιάννης Δαμιανάκης υπήρξε το 5ο τέκνο του Ζαχαρία (Ζαχάρη) και της Κυριακής, γεννηθείς το 1875. Ακολούθησε τα αχνάρια του πατέρα και των προγόνων του και ασχολήθηκε με τον στρατό και την πολιτική. Ήταν οπλαρχηγός Β τάξης και είχε δικό του λόχο.
Σε νεαρή ηλικία 18-20 ετών εφόνευσε τον γαμπρό του παπά Κυπράκη Αγκούστακα, επειδή γλυκοκοίταζε την αδελφή του Μαριόρα. Η οικογένεια του αδικοσκοτωμένου τον κυνήγησε και δικάστηκε με ποινή την εξορία του από το νησί. Ως δικαστικός εξόριστος σπάνια ερχόταν στην Κρήτη. Ο πατέρας του ο Ζαχάρης αναγκάστηκε να πουλήσει μέρος της περιουσίας του για να αποζημιώσει την οικογένεια του θύματος και έτσι χάθηκε μεγάλο μέρος της περιουσίας των Δαμιανάκηδων.
Ο καπετάν Γιάννης ήταν φανατικός φιλοβασιλικός και προσωπικός φίλος του βασιλιά Γεώργιου του Α.
Έλαβε μέρος στον μακεδονικό αγώνα το 1904, 1905 και 1906, ενώ λέγεται ότι μετείχε στην επιχειρησιακή μονάδα του Παύλου Μελά. Η μονάδα αυτή ήταν ένα ένοπλο σώμα 35 ανδρών που το αποτελούσαν Μακεδόνες, Μανιάτες και Κρητικοί. Λέγεται ακόμη ότι ήταν παρών στην παγίδα που έστησαν στον Μελά και δίπλα του, όταν σκοτώθηκε. Εκείνη την περίοδο μεταπήδησε στην ομάδα του Γεωργίου Κατεχάκη, γνωστού Μακεδονομάχου αρχηγού του σώματος των Κρητών με το παρωνύμιο καπετάν Ρούβας από τον πλάτανο της Μεσαράς.
Αμέσως μετά την έναρξη του Α βαλκανικού πολέμου εθελοντές από την Κρήτη ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα της πατρίδας. Στις 17 Σεπτεμβρίου κηρύχθηκε επιστράτευση σε ολόκληρη τη χώρα και στην Κρήτη και ως τις 27 Σεπτεμβρίου συγκροτήθηκαν 16 λόχοι οι οποίοι μεταφέρθηκαν στον Πειραιά. Στο σύνολο αποτέλεσαν 4 τάγματα. Τα εθελοντικά σώματα που ήλθαν από την Κρήτη είχαν τους εξής οπλαρχηγούς. Κ. Μάνο, Μ. Δεληγιαννάκη, Γιάννη Δαμιανάκη, Αντώνη και Μάρκο Μάντακα, Σταύρο Σταυρουλάκη, Μάρκο Παπαγιαννάκη, Μάνθο Πάσχο, Νικόλα Μπαλέλη και Βαγγέλη Γαλατιανό. Έφτασαν αρχικά στα βουνά του Σουλίου κι από εκεί μεταφέρθηκαν στο Μπιζάνι. Τότε δημιουργήθηκε το ανεξάρτητο σύνταγμα Κρητών (ΑΣΚ) από τα 3 πρώτα τάγματα των εθελοντών Κρητών και προσέφερε πολλά στην πατρίδα με την απελευθέρωση των Ιωαννίνων και αλύτρωτων τμημάτων της Ηπείρου. Λέγεται πως από το ανεξάρτητο τμήμα Κρητών ακούστηκε για πρώτη φορά η κραυγή «αέρα», όταν έκαναν επίθεση εναντίον των Τούρκων στο Μπιζάνι.
Ο καπετάν Γιάννης πάντα έλεγε ότι στη μάχη στο Σούλι έφαγε μία σφαίρα στο κρανίο πίσω από το αυτί. Όταν πέθανε, στο κρανίο βρέθηκε μία τρύπα πίσω από το αυτί, γεγονός που επιβεβαίωσε το συμβάν. Υπάρχει ακόμη η σημαία της Ελλάδας με την οποία πολεμούσε στη Β. Ελλάδα, η σφραγίδα του και το εθνόσημό του βρίσκονται φυλαγμένα στο πατρικό του σπίτι στον Πανασό.
Στις 18-03-1918 η Ιερά Μητρόπολις Γορτύνης και Αρκαδίας τοποθέτησε επιτύμβιο μνημείο στο προαύλιο της εκκλησίας του Αγίου Νεκταρίου Μοιρών με τα ονόματα των μακεδονομάχων της περιοχής, όπου τελέστηκε και μνημόσυνο για τους πεσόντες. Στο νούμερο 6 αναγράφεται το όνομα του καπετάν Γιάννη Δαμιανάκη από τον Πανασό.

(Η σφραγίδα του Οπλαρχηγού. Αρχείο Νικ. Δαμιανάκη).

Σε κάποια επιστροφή του από τη Μακεδονία πέρασε να δει τον βασιλιά και να του πει τα νέα από τον πόλεμο. Μαζί του ήταν και ένας συναγωνιστής και φίλος του, ονόματι Ζουμάκης από τον Άγιο Βασίλειο της Βιόννου. Η αδελφή του εργαζόταν στο παλάτι ως μαγείρισσα και γρήγορα αναπτύχθηκε ένα ειδύλλιο μεταξύ τους. Η Μαρία Ζουμάκη καταγόταν από πλούσια οικογένεια με μεγάλη περιουσία και πολλά βοσκοτόπια στο όρος Τσούτσουρος της Ν. Κρήτης. Ο καπετάν Γιάννης την ερωτεύτηκε και τη ζήτησε σε γάμο από τον αδελφό της και τον βασιλιά. Την παντρεύτηκε και έζησαν στο χωριό του τον Πανασό. Απέκτησαν τα τέκνα: Κατίνα 1914, Κυριακή (Κούλα) 1916, τα δίδυμα Κωνσταντίνο και Σοφία 1919 που έλαβαν τα ονόματά τους από τη βασιλική οικογένεια, και τέλος το τελευταίο τους παιδί ο Ζαχάρης το 1922.
Κατά τα έτη 1914-1917, περίοδος του εθνικού διχασμού, ο καπετάν Γιάννης υπήρξε πρωτεργάτης υπέρ του βασιλέα Κων/νου του Α. Ήταν βασιλικός ενώ οι Δασκαλάκηδες, μια επίσης μεγάλη οικογένεια οπλαρχηγών από τον Πανασό, ήταν βενιζελικοί. Σε μία επανάσταση στη Νίβρυτο τον συλλάβανε και τον καβαλίκεψαν, δηλαδή ένας του ανέβηκε στο σβέρκο και τον υποχρέωσαν να βαδίσει πεζή με τον άλλο στο σβέρκο ως το Ηράκλειο. Στην διάρκεια της πορείας ο καβαλάρης άλλαζε ενώ από όπου περνούσαν έβγαιναν οι χωρικοί και τον έφτυναν αποκαλώντας τον προδότη. Στο Ηράκλειο φυλακίστηκε, δικάστηκε και καταδικάστηκε με την εσχάτη των ποινών ως προδότης κατά της πατρίδος εκείνος ο οποίος είχε προφέρει το αίμα του για τη λευτεριά της. Τότε η γυναίκα του η Μαρία, μάνα με τα δύο πρώτα της παιδιά τότε, βρήκε τον Πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο και τον ικέτευσε να του δώσει χάρη, όπερ και έγινε και αφέθηκε ελεύθερος το 1917 ή 1918.
Επέστρεψε στο χωριό του, όπου όλοι τον αγαπούσαν, εκλέχτηκε πρόεδρος για πολλά χρόνια και διατηρούσε καφενείο στην πλατεία, όπου ήταν και το πατρικό του. Απέκτησε περιουσία και απεβίωσε το 1945 από πνευμονία σε ηλικία 70 ετών. Οι συγχωριανοί του τον τίμησαν δίνοντας το όνομά του στην πλατεία του χωριού καθώς και τον δρόμο έξω από το σπίτι του.
Στο τέλος της δεκαετίας του 1920 ο Ελευθέριος Βενιζέλος θέλοντας να ανταμείψει τους οπλαρχηγούς που πολέμησαν για την πατρίδα τους μοίρασε κτήματα (κλήρους) στην περιοχή Αμπελόκηποι που τότε ήταν χωράφια και αμπέλια. Ο καπετάν Κατεχάκης έλαβε τότε πολλά κτήματα στην περιοχή αυτή και δόθηκε το όνομά του στη λεωφόρο και την ομώνυμη γέφυρα της λεωφόρου Μεσογείων. Στον καπετάν Γιάννη έλαχε ο κλήρος της περιοχής που είναι σήμερα απέναντι από το γήπεδο του Παναθηναϊκού. Όμως αρνήθηκε να τα πάρει ως αμοιβή, επειδή πολέμησε για την πατρίδα. Η απάντησή του στον πολιτικό του αντίπαλο Βενιζέλο ήταν: «Εγώ, ωρέ Λευτέρη, πολέμησα για την πατρίδα και όχι για να αποζημιωθώ με κτήματα. Δεν τα θέλω τα χωράφια, μου φτάνει που έκανα το χρέος μου απέναντι στην πατρίδα».
Η γυναίκα του Μαρία πέθανε το 1960 περίπου.
Η Κατίνα παντρεύτηκε τον Λευτέρη Κοζά ή Κοζάκη και απέκτησαν τα τέκνα: Μηνά, Μιχάλη, Μαρία και Αλεξάνδρα.
Η Κυριακή παντρεύτηκε τον Μιχάλη Σταυρουλάκη από το χωριό Σίβα και απέκτησαν τα τέκνα: Νίκη, Μαίρη και Νίκο.
Η Σοφία παντρεύτηκε τον Γιάννη Παπουτσάκη στο Ηράκλειο και έκαναν 4 παιδιά: Τον Μηνά, την Πιπίτσα, τη Μαρία, τον Αντώνη.
Ο Ζαχάρης υπήρξε ο επαναστάτης της οικογένειας. Νυμφεύτηκε την Ευθυμία Δουλγεράκη και απέκτησαν τα τέκνα Γιάννη και Γιώργο, ενώ έζησε μία περιπετειώδη ζωή και θανατώθηκε στη φυλακή, λόγω των αριστερών του πολιτικών πεποιθήσεων.

Ο Κωνσταντινος ή Κώτσιος Δαμιανάκης.

Υπήρξε και αυτός δημοκράτης και αγωνιστής. Το 1941 πήρε μέρος στη μάχη της Κρήτης ως νεοσύλλεκτος στρατιώτης. Πολέμησε στην περιοχή Παναγιά Ρεθύμνου και θυμόταν πάντα δακρυσμένος τον άδοξο θάνατο νεαρών Γερμανών αλεξιπτωτιστών από τους Κρήτες. Κατά τη γερμανική κατοχή εντάχθηκε στο ΕΑΜ. Σε ηλικία 25 ετών νυμφεύτηκε την Χρυσούλα Βολιτάκη από τη Γέργερη με την οποία απέκτησαν τα τέκνα Γιάννη -1947, Αντιόπη (Πόπη)- 1950 και Νίκο- 1955.
Με προβλήματα στην καρδιά της η Χρυσούλα απεβίωσε νωρίς το 1963, αφήνοντας τον άνδρα της μόνο με τρία ανήλικα παιδιά, 16, 13 και 8 ετών. Τα χρόνια που ακολούθησαν ήταν δύσκολα για όλους και ιδιαίτερα για τον μικρό Νίκο. Ο Κωνσταντίνος Δαμιανάκης πέθανε σε ηλικία 86 ετών.
Ο Νικόλαος και η Ειρήνη Σαμαρά γνωρίστηκαν το 1982 και παντρεύτηκαν το 1984. Έχουν αποκτήσει τα τέκνα Κωνσταντίνο και Μαρία (…)».

**************************
Μαρτυρία Αστρινού Δαμιανάκη, απογόνου του καπετάν Γιάννη Δαμιανάκη.

«Είμαι ο Δαμιανάκης Αστρινός του Χαράλαμπου, συνταξιούχος καθηγητής φιλόλογος, από τον Πανασό Ηρακλείου. Ο προπάππος μου Ζαχαρίας-Ανεγνώστης Δαμιανάκης είχε έξι γιους και μία κόρη, κατά σειρά γέννησης ως εξής: Γιώργης, Μανόλης, Πολυχρόνης, Αστρινός, Γιάννης, Μαρία.
Είχε αναδειχθεί ως οπλαρχηγός στη μεγάλη κρητική επανάσταση του 1866-68, στην επανάσταση του 1878 και του 1897.
Πέμπτος στη σειρά γιος του ήταν ο Γιάννης Δαμιανάκης που πολέμησε στην επανάσταση του 1897 στις Αρχάνες και ανδραγάθησε. Αρχές του 1900 έφυγε στην Αθήνα, γεμάτος ενθουσιασμό για Αλύτρωτες Πατρίδες. Γράφτηκε στο σώμα του Παύλου Μελά και πολέμησε δίπλα του. Ήταν εκεί στη Σιάτιστα, όταν σκοτώθηκε με προδοσία ο Παύλος Μελάς.
Πιστός στις ιδέες του, ατρόμητος πολεμιστής και πατριώτης, συνέχισε τον αγώνα με αρχηγό τον Γεώργιο Κατεχάκη ως μακεδονομάχος. Τιμήθηκε από τον βασιλιά Γεώργιο και παντρεύτηκε μία οικονόμο της βασιλικής αυλής, την Μαρία Ζουμάκη. Δεν δέχτηκε να πάρει κτήματα που του δώρισε η κυβέρνηση στην Αθήνα, αλλά πιστός στον βασιλιά κατέβηκε στην Κρήτη με την οικογένειά του. Είχε πέντε παιδιά, κατά σειρά: Κατίνα, Κυριακή (Κούλα) Κώστα, Σοφία, Ζαχαρία. Ο Κωστής και η Σοφία ήταν δίδυμοι του 1919 και τους βάφτισε με αυτά τα ονόματα ως αμετανόητος βασιλικός. Διώχτηκε από τους βενιζελικούς και είχε καταδικασθεί εις θάνατον, αλλά του δόθηκε χάρη με την παρέμβαση κύκλων φιλοβασιλικών, στον μεγάλο διχασμό. Υπήρξε ζωντανή προσωπικότητα, ασχολήθηκε με τα κοινά ως κοινοτάρχης και προσπάθησε να σπουδάσει εκείνη την εποχή κάποια από τα παιδιά του.
Στο προσκλητήριο του 1912-13 ήταν παρών, δήλωσε εθελοντής ως οπλαρχηγός και πολέμησε στην Ήπειρο, όπου και τραυματίστηκε στην περιοχή του Σουλίου. Τη σφαίρα την έφαγε στο κεφάλι πάνω από το αυτί, αλλά δεν έπεσε, κρατώντας τη σημαία. Ο ιστός αυτής της σημαίας βρίσκεται ακόμη στο σπίτι του στον Πανασό.
Όταν αργότερα άνοιξαν το μνήμα για να θάψουν την σύζυγό του, είδαν το τρυπημένο κρανίο οι παριστάμενοι χωριανοί.
Πέθανε το 1946, απόλαυσε την εκτίμηση τελικά από όλους και από το κράτος, απονέμοντάς του πολεμική σύνταξη.
Ευχαριστώ».


*Οι πηγές από τις οποίες αντλήθηκαν τα στοιχεία στο υπό έκδοση βιβλίο της γράφουσας.

Books and Style

Books and Style