ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΗΜΗΤΡΑ ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΥ

Η ένταξη της πόλης στα δίκτυα επικοινωνίας που συνέδεαν το Αιγαίο και τη Μικρά Ασία με την δυτική Ευρώπη, συνέβαλε στη συγκρότηση ενός στρώματος Ελλήνων επιχειρηματιών προσανατολισμένων στο διεθνές εμπόριο, και μιας ομάδας λογίων με το βλέμμα στραμμένο στις ευρωπαϊκές πνευματικές και ιδεολογικές εξελίξεις. Το έδαφος έγινε πρόσφορο για την πρόσληψη των ιδεών και ιδανικών του Διαφωτισμού με τη διαμεσολάβηση των εκπαιδευτικών θεσμών της Σμύρνης.

Η ελληνορθόδοξη κοινότητα συνταράχθηκε στις αρχές του 19ου αι. από εσωτερικές κρίσεις που προκλήθηκαν από διαμάχες ανάμεσα σ’ ένα αστικό εμπορικό στρώμα από τη μία πλευρά, και τις συντεχνίες και τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα από την άλλη. Παράλληλα, οι επιστημονικές και φιλοσοφικές θεωρίες του Διαφωτισμού- ασύμβατες με την κοσμολογική χριστιανική παράδοση- όπως και οι ανατρεπτικές πολιτικές και κοινωνικές ιδέες που αναπτύχθηκαν μέσω αυτού του ρεύματος, προκάλεσαν εύλογες ανησυχίες στην Εκκλησία.

Έτσι, η Σμύρνη έγινε το θέατρο μιας πολλαπλής αντιπαράθεσης με οικονομικό, κοινωνικό, πολιτικό και ιδεολογικό χαρακτήρα. Το 1819, ένα τμήμα των συντεχνιών της πόλης, έχοντας συμμαχήσει με την Εκκλησία, αμφισβήτησε τις δομές της κοινοτικής διοίκησης, κινητοποίησε τον «κοινό λαό» (απλό κόσμο) της Σμύρνης και άσκησε την εξουσία για σύντομο χρονικό διάστημα, έχοντας διαμορφώσει ένα ιδεολογικό οπλοστάσιο αντίθετο στις νεωτερικές ιδέες του Διαφωτισμού. Οι συντεχνίες αυτές αφορούσαν βιοτεχνικές δραστηριότητες που δεν επεκτείνονταν πέρα από τα όρια της πόλης και ήρθαν σε σύγκρουση με τους εμπόρους που συνδέονταν με το εξωτερικό εμπόριο, οι οποίοι συνιστούσαν μια κοινωνική ελίτ με σημαντικές προσβάσεις στην κοινοτική εξουσία.

Η επικράτηση των συντεχνιών συνοδεύτηκε από κινητοποιήσεις  εναντίον του Φιλολογικού Γυμνασίου, του προπυργίου του Διαφωτισμού στη Σμύρνη, το οποίο τελικά έκλεισε.

Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΣΜΥΡΝΗΣ

Το εκπαιδευτικό ίδρυμα που έγινε γνωστό ως «Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης» ιδρύθηκε το 1733 (κατ’ άλλους το 1717) από προκρίτους της ελληνορθόδοξης κοινότητας και δεν άργησε να τεθεί υπό την προστασία του αγγλικού προξενείου της πόλης. Τα έσοδά του προέρχονταν κυρίως από δωρεές ευεργετών, ευπόρων μελών της κοινότητας, αλλά και των ελληνικών παροικιών στην Ευρώπη. Το 1778 καταστράφηκε από πυρκαγιά και ξαναχτίστηκε.

Ως τις αρχές του 19ου αι. η σχολή είχε θρησκευτικό χαρακτήρα. Κατά τη δεκαετία του 1810, ωστόσο, δίδαξαν και εκπρόσωποι του Νεοελληνικού Διαφωτισμού (Βεν. Λέσβιος και Θεόφ. Καΐρης), πιθανώς λόγω του ανταγωνισμού με το νεωτερικού προσανατολισμού Φιλολογικό Γυμνάσιο. Η διάλυση της Σχολής το 1821 οφείλεται στο κλίμα καχυποψίας και στις σποραδικές διώξεις εις βάρος των Ελλήνων της πόλης, μετά την κήρυξη της Επανάστασης.

Η Σχολή ανασυστάθηκε το 1824 και μετά από λίγα χρόνια, υιοθετώντας σημαντικές μεταρρυθμίσεις, αποβάλλοντας τελείως τον θρησκευτικό της χαρακτήρα. Μετά την καταστροφή της για δεύτερη φορά από πυρκαγιά το 1842 η Σχολή διαιρέθηκε σε δύο τμήματα σύμφωνα με το σύστημα που επικρατούσε στην Ελλάδα: το «ελληνικό σχολείο» περιλάμβανε τρεις τάξεις και το «γυμνάσιο» τέσσερις. Το 1862 ή Σχολή αναγνωρίστηκε ως πλήρες γυμνάσιο από το Πανεπιστήμιο Αθηνών και οι τελειόφοιτοί της μπορούσαν να εγγράφονται στο πανεπιστήμιο χωρίς εξετάσεις.

Το 1875 το γυμνάσιο έγινε πεντατάξιο, και από το 1919 τα έτη φοίτησης αυξήθηκαν, με την εκπαίδευση να διαρκεί δώδεκα έτη. Τα μαθήματα δεν προετοίμαζαν τους μαθητές για κάποιο συγκεκριμένο επάγγελαμα, αλλά έδιναν συνολικές γνώσεις μαθηματικών, ιστορίας (και της ιεράς), αρχαίας και νέας ελληνικής γλώσσας, λατινικών, φυσικών επιστημών και ηθικής.

Πυρήνα της βιβλιοθήκης της Σχολής αποτελούσαν τα βιβλία που είχε δωρίσει το 1689 ο μητροπολίτης Σμύρνης Γρηγόριος Κονταρής στην ελληνική κοινότητα, μια συλλογή που εμπλουτίστηκε σταδιακά με δωρεές και αγορές βιβλίων. Το 1922 η βιβλιοθήκη αριθμούσε 40.000 τόμους σε διάφορες γλώσσες, εκατοντάδες σπάνια βιβλία και πάνω από 1.200 χειρόγραφα.

Το «Μουσείον» ιδρύθηκε το 1838 ως παράρτημα της βιβλιοθήκης και διέθετε αίθουσα εκδηλώσεων, μια συλλογή αρχαιοτήτων με πολλά ευρήματα, κυρίως από τη Μικρά Ασία, καθώς και μια νομισματική συλλογή από 15.000 νομίσματα.

Η Σχολή στέγαζε επίσης ένα «Φυσιολογικόν Μουσείον» με συλλογή ταριχευμένων ζώων, ένα «Πειραματικόν Μουσείον» με τα απαραίτητα εργαλεία για πειράματα φυσικής και χημείας, και μια πινακοθήκη με αξιόλογους πίνακες Ελλήνων και ξένων ζωγράφων.

Από το δεύτερο μισό του 19ου αι. η Ευαγγελική Σχολή εξελίχθηκε σε ολοκληρωμένο σύστημα κεντρικών σχολών και περιφερειακών παραρτημάτων σε όλη τη Σμύρνη, με ακτινοβολία που ξεπερνούσε τα όρια της πόλης και εκτεινόταν σ’ ολόκληρο τον ελληνικό κόσμο.

Το 1894 ίδρυσε ανεξάρτητη Εμπορική σχολή και σχολή ξένων γλωσσών (γαλλικής, αγγλικής ή γερμανικής, τουρκικής) και τo 1910 ίδρυσε Διδασκαλείο. Μετά την Μικρασιατική Καταστροφή συνεχίζει τη λειτουργία της ως δημόσιο σχολείο στην σύγχρονη Σμύρνη με το όνομα Namik Kemal Liseri.

Books and Style

Books and Style