ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΙΚΗ ΤΣΙΑΤΑ
Μπα; Πάλι χαρτί και μολύβι; Τι θα γίνει με την περίπτωσή σου; Ό,τι θυμάσαι χαίρεσαι και αρχίζεις να γράφεις.
«Αγαπημένε μου Άγιε Βασίλη»…
Πες μας τώρα ότι άρχισες να παλιμπαιδίζεις…
Ή μήπως δεν σου το έχουν πει όλα αυτά τα χρόνια, ότι ο Άγιος Βασίλης δεν υπάρχει; Με καίει η περιέργεια να δω τι θα του γράψεις. Πάντως ό,τι και να δω από σένα, δεν θα με εκπλήξει.
«… τελειώνει κι αυτή η χρονιά και απ’ όσα σου ζήτησα πέρσι, εσύ δεν έκανες τίποτα».
Ωχ, για να καταλάβω, του γράφεις για να του τα ψάλεις; Μήπως να το ξανασκεφτείς;
«… Και τι σου ζήτησα; Ό,τι ζήτησε και ο υπόλοιπος κόσμος: αγάπη, ειρήνη, υγεία… Αν μου έφερνες αυτά τα δώρα, θα εκπλήρωνες τις ευχές του μισού πλανήτη. Μήπως έβαλες τα ξωτικά να φτιάχνουν κούκλες και τρενάκια για να μην τα ρίξεις στο ταμείο ανεργίας;».
Δεν μιλάω, δεν θέλω να σε διακόψω. Κάπου το πας εσύ…
«… Μετά λοιπόν από πολλή σκέψη, γι’ αυτήν τη χρονιά σκέφτηκα να σου ζητήσω κάποια άλλα πράγματα για τα οποία τα ξωτικά θα δουλεύουν όλο το χρόνο. Θέλω να μου φέρεις ένα όμορφο σπίτι σε μια βουνοπλαγιά. Να είναι ζεστό, με το τζάκι του, κι ένα μεγάλο παράθυρο με θέα. Να είναι και μεγάλο για να προσκαλώ τα Χριστούγεννα (και όχι μόνο) τους φίλους μου, να μας κλείνει μέσα το χιόνι και να ψήνουμε κάστανα. Εδώ, στην πόλη, τι Χριστούγεννα να καταλάβω, χωρίς τζάκι, θέρμανση και με την μπουγάδα στο απέναντι μπαλκόνι; Και επειδή ο χειμώνας θέλει βουνό, θέλω και ένα σπίτι για το καλοκαίρι, στη θάλασσα. Να έρχονται πάλι οι φίλοι μου και να χαίρομαι μαζί τους τον ήλιο και τ’ αστέρια τις αυγουστιάτικες νύχτες. Ίσως σου φανεί υπερβολικό, αλλά θέλω και ένα αεροπλάνο μεγάλο (lear jet, βασικά), κατάδικό μου, να παίρνω τους φίλους μου και να πετάμε μαζί ψηλά, πάνω από τα πουλιά και να ταξιδεύουμε σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Κι επειδή οι φίλοι μου είναι πολλοί και τους αγαπώ, θέλω να τους κάνω συνεχώς δώρα και να τους δίνω όταν αυτοί δεν έχουν. Στείλε μου, λοιπόν, πολλά χρήματα. Επαναλαμβάνω: δεν τα θέλω για μένα αλλά για τους ανθρώπους που αγαπώ».
Ο Χριστός και η Παναγία, καλέ τι του ζητάς του Άγιου; Θα κατέβουν όλοι από τους ουρανούς και θα σε πάρουν με τις πέτρες. Μήπως σε έχουν πειράξει τα πολλά μελομακάρονα που έφαγες αυτές τις μέρες;
«… και για το τέλος, θέλω να σου ζητήσω ΤΥΧΗ. Για υγεία ούτε κουβέντα, γιατί και αυτοί που ταξίδευαν με τον Τιτανικό, υγιείς ήταν αλλά δεν ήταν τυχεροί και πνίγηκαν. Γι’ αυτό, Άγιε μου Βασίλη, φέρε μου τύχη πολλή για να συνεχίσω να πορεύομαι σ’ αυτήν τη ζωή με ασφάλεια. Αν μου τα φέρεις όλα αυτά, σου υπόσχομαι ότι δεν θα σου ξαναζητήσω τίποτα για τα επόμενα 20 χρόνια. Βασίζομαι στην κατανόησή σου και στα ευγενή σου αισθήματα.
Σε φιλώ,
με αγάπη».
Αυτά που ζητάς, καλή μου, αγγίζουν τα όρια της διαστροφής αλλά, τώρα που το ξανασκέφτομαι, η αλήθεια είναι ότι το κίνητρό σου είναι όντως ευγενές. Οι φίλοι μας και οι άνθρωποι που αγαπάμε είναι αυτοί για τους οποίους κάνουμε την υπέρβαση. Την έκανες λοιπόν αφού όλα όσα ζήτησες, θέλεις να τα μοιραστείς με φίλους. Βάλε τώρα το γράμμα μέσα σ’ ένα φάκελο για να το ταχυδρομήσεις αύριο, κι ας ευχηθούμε μαζί να φτάσει στον προορισμό του.
Κλείσε και τα μάτια και ονειρέψου όλους αυτούς τους ανθρώπους που αγαπάς, σε μια μεγάλη αγκαλιά.
Καλή χρονιά!