ΤΗΣ ΦΑΙΗΣ ΧΑΤΖΗΑΝΤΩΝΙΟΥ

Δεν ντρέπεστε;

Θα ‘πρεπε!

Δεν είναι σωστά πράγματα αυτά!

Δεν είναι.

Εγώ που τόσο σας αγάπησα,

Τόσο σας πίστεψα.

Σας υπηρέτησα όσο πιο σωστά μπορούσα.

Και όταν δεν ήξερα, ρωτούσα.

Σας πείνασα, σας δίψασα!

Δεν λέω, πολλές από εσάς δεν σας γνώριζα καλά,

Μα ρωτούσα, μην και σας φερθώ σαν να μην σας πρέπει…

Και τώρα;  Που σας χρειάζομαι πού είστε;

Που είστε, λέω.  Ελάτε τώρα!

Ελάτε γιατί μάρτυς μου ο Θεός, είμαι έξαλλη.

Ναι, έχω θυμό. Τεράστιο.

Ω, σωπάστε πια, βαρέθηκα. Τ’ ακούω τόσες μέρες.

Το ξέρω πως είναι κι ο θυμός ένα απ’ τα στάδια που πρέπει να περάσω.

Μα αν πρόκειται να θυμώσω με όλον τον κόσμο, πρώτα θα θυμώσω μαζί σας.

Προδότρες!

Σας αγάπησα, σας λάτρεψα.

Σαν λίμνες δροσερές εσείς

Και εγώ πάντα διψασμένη

Να βουτάω τα χέρια μου

Πότε βρώμικα, πότε ματωμένα

Να ξεπλύνω το κακό.

Σας έπλεκα περίτεχνα τα βράδια

Σαν χρυσές κλωστές και το πρωί σας χάζευα…

Σας ακουμπούσα με την γλώσσα μου

Δειλά δειλά, σαν να ‘σασταν ξενόφερτα μπαχαρικά

Από τόπους μακρινούς, άγνωστους, απάτητους.

Να σας γευτώ και να ταξιδέψω….

Σας στόλιζα σαν στολίδια σπάνια

Κειμήλια από παλιές γενιές επάνω στις στιγμές μου.

Και τώρα;

Που είστε τώρα;

Τώρα που θέλω να σας βάλω στην σειρά για να Της γράψω κάτι;

Τώρα;

Που είστε;

Λέξεις σου λέει μετά….

Και οι θνητοί, συγγραφές και ποιητές είναι υπηρέτες τους…

Που είστε μωρέ;

Που χαθήκατε;

Τώρα που θέλω να Της γράψω κάτι;

Τώρα που η έλλειψη Της με κατατρώει;

Που είστε;

Με εγκαταλείψατε γιατί δεν μπορώ να Της το διαβάσω

Και να μου πει.. «Παιδί μου, είναι υπέροχο!»

Ε;

Μ’ αφήσατε γιατί δεν μπορώ να Της το διαβάσω, έτσι;

Ντροπή σας!

Μου είπαν πως δεν έφυγε…

Πως είναι εδώ …

Γυρίστε πίσω.

Εσείς τουλάχιστον…

Books and Style

Books and Style