ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΙΚΗ ΤΣΙΑΤΑ
Ωραία! Έβαλες το ξυπνητήρι, έσβησες το φως και νομίζεις ότι θα κοιμηθείς. Εγώ όμως απόψε έχω όρεξη για κουβέντα και θα σου κάνω μία ερώτηση: κάνεις αυτό που θέλεις ή αυτό που θέλουν οι άλλοι;
Χα! Είδες για πότε άνοιξες το μάτι μες στο σκοτάδι; Ναι, ναι, ξέρω τι θα μου πεις. Φυσικά και κάνεις αυτό που θέλεις και δεν κάνεις το χατίρι κανενός, κι ας υπάρχει κάποιες φορές τίμημα γι’ αυτό. Λοιπόν, για να μην παίρνω γενικές απαντήσεις σε γενικές ερωτήσεις, ας το περιορίσουμε το θέμα στις σχέσεις σου με το άλλο φύλο. Λοιπόν; Τι έχεις ν’ απαντήσεις τώρα;
Μερικοί νομίζουν πως αν προσφέρουν λίγα ψίχουλα, θα κάνεις για χάρη τους πέντε τούμπες στον αέρα και θα περάσεις από το στεφάνι με τη φωτιά. Άσε που νομίζουν ότι σαν κι αυτούς, κανένας άλλος στο κόσμο, έτσι; Το χειρότερο είναι που βρίσκονται μερικές γυναίκες που πέφτουν στην ανάγκη τους. Και μ’ αυτόν τον τρόπο επιβεβαιώνουν τη χειρότερη ιδέα που έχουν γι’ αυτές˙ και τις βάζουν όλες μαζί στο ίδιο σακί. Κάποια δεν πρέπει να τους βάλει στη θέση τους;
Λοιπόν, υποκλίνομαι σ’ αυτό που έκανες σήμερα. Σου εμφανίστηκε με μια Mercedes από εδώ μέχρι την Αίγινα. Όπα… όταν γνωριστήκατε στο σπίτι της Χριστίνας, δεν σου είχε δώσει την εντύπωση του «λεφτά και όχι». Εσένα αυτό δεν σε ενδιέφερε και μάλλον το κατάλαβε, παίζοντας σήμερα όλα του τα χαρτιά. Και πού να ’ξερε ότι ερχόμενος με τη Mercedes, κατάφερε ακριβώς το αντίθετο με αυτό που ήθελε να επιτύχει.
Αρχίσατε να συζητάτε περί ανέμων και υδάτων πίνοντας τον καφέ σας σε παραλιακό μπαρ. Μιλούσε σε άψογη καθαρεύουσα! Επιμονή κι αυτή, να θέλει να σε εντυπωσιάσει… Έπαιζε το παιχνίδι που παίζουν όλα τα αρσενικά ζώα στη φύση, όταν θέλουν να πλευρίσουν ένα θηλυκό. Μόνο που του διέφυγε η λεπτομέρεια ότι δεν είσαι ζώο. Προφανώς θα νόμισε ότι το IQ σου ήταν περιορισμένης ευθύνης, καθώς ήσουν λακωνική.
Με συνοπτικές διαδικασίες και ερμηνεύοντας τη σιωπή σου ως θαυμασμό στο πρόσωπό του (το ψώνιο!), σου πρότεινε να κάνετε σχέση. Καλέ, όχι μια σχέση ό,τι να ’ναι, αλλά σοβαρή που να ’χει διάρκεια και νόημα. Αυτό το τελευταίο, στο είπε λες και παράγγελνε σε εστιατόριο μια μερίδα καλαμαράκια και μια χωριάτικη.
Καταλαβαίνω, τα ’χασες από το Μεγαλείο του Θράσους, αλλά κάτι έπρεπε να πεις κι εσύ.
Γύρευε τι ηλίθιο βλέμμα θα είχες, που κατέληξε να σου αποκαλύψει ότι είναι παντρεμένος αλλά δεν θέλει να χωρίσει γιατί η γυναίκα του είναι βαριά άρρωστη (sic) και δεν μπορεί να την παρατήσει. Άσε που έχει «ηθικό καθήκον να είναι στο πλευρό της».
Μα, καλά, εσύ άλλες φορές δεν το κλείνεις το στοματάκι σου, τώρα σ’ έπιασε η μουγγαμάρα; Καταλαβαίνω, τα ’χασες από το Μεγαλείο του Θράσους, αλλά κάτι έπρεπε να πεις κι εσύ. Κι όσο δεν έλεγες, τόσο εκείνος έπαιρνε θάρρος, μέχρι που στο τέλος σού πέταξε στα μούτρα το καλύτερο: «Μαζί μου θα έχεις ό,τι επιθυμεί η καρδιά σου. Τα ακριβότερα ρούχα θα τα φοράς εσύ. Το ψυγείο σου θα είναι πάντα γεμάτο».
Ως εδώ οι καλοί τρόποι και η υπομονή! Άντε. Γιατί αυτή η ιστορία με την άρρωστη γυναίκα έχει κυκλοφορήσει πολύ στην πιάτσα, που απορώ πώς έκατσες και άκουσες τις φανφάρες αυτού του κατ’ ευφημισμό άντρα. Σειρά σου να διασκεδάσεις λίγο με τη βλακεία του.
«Δεν με ενδιαφέρουν τα ακριβά ρούχα, όσο για το ψυγείο μου είναι πάντα γεμάτο. Ευτυχώς, δεν πεινάω». Καλά, είδες πώς χαμογέλασε μόλις άκουσε αυτά τα λόγια; Θα σκέφτηκε ότι και γκόμενα θα βγάλει και οικονομία θα κάνει.
«Προτού σου απαντήσω, θέλω να σου κάνω κάποιες ερωτήσεις. Θα μπορούμε να βγούμε ένα σαββατόβραδο για φαγητό ή διασκέδαση;»
«Ξέρεις, είμαι αρκετά γνωστός στην αθηναϊκή κοινωνία και δεν θέλω να δημιουργήσω σκάνδαλο».
«Θα μπορούμε να ξεφύγουμε κάνα διήμερο και να πάμε μια εκδρομούλα;»
«Δεν νομίζω. Μου είναι πολύ δύσκολο να λείψω. Εκτός κι αν το συνδυάσω με κάποια δουλειά».
Έλα, καλά το πας. Για συνέχισε να γελάσουμε…
«Αν απόψε θέλω λίγη παρέα, θα μπορέσω να σου τηλεφωνήσω και να μιλήσουμε;»
«Α, όχι, το τηλέφωνό μου το κλείνω μετά τις τρεις που πάω σπίτι».
«Και πότε θα βλεπόμαστε;»
«Όλα τα πρωινά θα είναι δικά σου και σου επαναλαμβάνω ότι θα έχεις από μένα τα πάντα».
«Λοιπόν, σκέφτηκα κάτι. Αφού εσύ θα έχεις τη πρωινή βάρδια, να βρω και κάποιον άλλον για την απογευματινή. Έχεις καμία αντίρρηση;»
Σε παραδέχομαι. Μέσα στη σαστιμάρα του, άφησες τρία ευρώ για τον καφέ και έφυγες. Και επειδή ο τύπος είχε μάθει να λέει αυτός την τελευταία κουβέντα, σου τηλεφώνησε λίγο μετά και σου είπε ότι τον απογοήτευσες γιατί νόμιζε ότι είχε να κάνει με μια σοβαρή κυρία. Δηλαδή αν του καθόσουνα με τους όρους του, θα ήσουν σοβαρή! Καλά έκανες και τον έστειλες στο διάολο. Τελικά, για μια τέτοια κατάσταση ποιος φταίει; Αυτός που προσφέρει ή αυτός που δέχεται την προσφορά; Αλλά και όταν δεν την δέχεται, πάλι φταίει. Ωχ, μπερδεύτηκα.
Συμβουλή: Αν θέλεις ακριβά ρούχα και ψυγείο γεμάτο, κράτα την πρωινή βάρδια και κουβέντα για την απογευματινή. Τα καλά και συμφέροντα.