ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΙΚΗ ΝΑΣΣΗ
Πέρασε ένας αιώνας από το 1913 (διάσκεψη Λονδίνου) και 1921 (διάσκεψη συμμάχων στο Παρίσι), όταν οι τότε Μεγάλες Δυνάμεις καταδίκασαν δύο περιοχές να ζουν στο εξής ως πολίτες άλλων χωρών. Και αναφέρομαι φυσικά στο μαρτυρικό Κόσοβο και την επίσης μαρτυρική Βόρεια Ήπειρο.
Οι μεν Κοσοβάροι άρπαξαν πολλά χρόνια μετά (1998-1999) τα όπλα αποφασισμένοι και κατάφεραν σήμερα να έχουν έστω και μονομερώς κηρύξει την ανεξαρτησία τους από τη Σερβία (Φλεβάρης 2008), αναγνωρισμένη από πολλά κράτη, μεταξύ των οποίων, ωστόσο, δεν βρίσκεται η δική μας χώρα για λόγους που δεν είναι του παρόντος να αναλύσουμε.
Αντιθέτως οι Βορειοηπειρώτες, μετά τους χωρίς αποτέλεσμα αγώνες τους, υπέκυψαν στη μοίρα τους και ανέμεναν μάταια τη βοήθεια της μητέρας Ελλάδας, η οποία ουδέποτε τους προσφέρθηκε, επειδή οι ηγέτες μας σεβάστηκαν τις υπογραφές των προκατόχων τους κι ας ήταν λάθος.
Σήμερα, ένα μεγάλο μέρος του αλβανικού λαού και του δικού μας αγωνιζόμαστε για την φιλία και συνεργασία δύο γειτονικών ομόγλωσσων και ομόφυλων λαών, ανάμεσα στους οποίους συμφέροντα τρίτων και σκοπιμότητες πολιτικές έχουν υψώσει διχαστικά τείχη.
Και ενώ και οι αγώνες μας και οι συνθήκες έτειναν να επιτύχουν το επιθυμητό αποτέλεσμα, έρχεται αίφνης ο Πρωθυπουργός της Αλβανίας να προσθέσει έναν ακόμη ογκόλιθο στο τείχος της έχθρας και των προκαταλήψεων που μας χώρισαν, κόντρα στο κοινό γονίδιο που ένωσε πολλές φορές και τους Σουλιώτες με τους Τσάμηδες σε κοινούς αγώνες κατά των Τούρκων και σε βλαμιές και σχέσεις σεβασμού, μπέσας και αλληλοεκτίμησης.
Διότι η ανάμειξη του αρχηγού του γειτονικού κράτους στις εκλογές μίας περιοχής που από αρχαιοτάτων χρόνων είναι αποδεδειγμένα ελληνική δεν τιμά ούτε τον ίδιο ούτε τον περήφανο αλβανικό λαό, του οποίου έχει την τιμή να ηγείται. Ούτε η εσωστρέφεια και η ανασφάλεια απέναντι σε ένα τμήμα της χώρας του, το οποίο έχει υποστεί το χειρότερο που θα μπορούσε σε έναν λαό να συμβεί. Την αφαίρεση της δυνατότητας να διαβιώνει εντός των ορίων του κράτους, του οποίου την ιθαγένεια φέρει, και μαζί με τους ομοφύλους του.
Ένας ηγέτης μορφωμένος, όπως ο Ράμα, γλωσσομαθής, με ανοιχτό μυαλό και αντιλήψεις, όπως τον έχουμε συνηθίσει, δεν καταφεύγει σε φτηνά κόλπα, συλλαμβάνοντας τον υποψήφιο της ελληνικής μειονότητας, προκειμένου να αποφύγει μία πολιτική ήττα. Και όσο κατανοητό και να είναι το κόστος αυτή της ήττας για έναν ηγέτη, και δη με καταγωγή από τη Χειμάρρα, η εντιμότητα και η ακεραιότητα του χαρακτήρα του δεν θα έπρεπε να γονατίσουν μπροστά του.
Τον Έντι Ράμα τον θαυμάζω για την ευρωπαϊκή παιδεία και τον πολυτάλαντο χαρακτήρα και τις ικανότητές του. Και κόντρα ακόμη και σε πολλούς Αλβανούς που δεν τον συμπαθούν, εγώ επιμένω σε αυτό που έχω αποκομίσει χρόνια τώρα για το ήθος του, παρακολουθώντας την πολιτική του πορεία και την εν γένει συμπεριφορά του.
Αναγνωρίζω πως είναι δύσκολο να ζητήσει συγγνώμη και να παραδεχθεί το λάθος του. Όμως ελπίζω ακόμη πως τελικά θα αρθεί στο ύψος του αξιώματος και της προσωπικότητάς του και θα διορθώσει όσα λανθασμένα έπραξε υπό την πίεση ίσως του φόβου μίας προσωπικής ήττας και του κλονισμού του γοήτρου του.
Ένας ηγέτης με σεβασμό στα δικαιώματα της μειονότητας δεν τα αντιμάχεται με αυτόν τον αντιδημοκρατικό τρόπο. Δεν δίνει τροφή σε ορισμένους που έχουν υπερβεί τις κόκκινες γραμμές και τη λογική και φθάνουν στο σημείο να μιλούν ακόμη και για εδαφικές ελληνικές διεκδικήσεις στη χώρα του.
Θέλω να πιστεύω και να ελπίζω πως ο Πρωθυπουργός της γειτονικής χώρας δεν θα τορπιλίσει τους αγώνες όσων από εμάς και στην Ελλάδα και στη χώρα του παλεύουμε να δούμε ενωμένους τους δύο λαούς, όπως μας αξίζει σαν αδέλφια που είμαστε.
Οι Βορειοηπειρώτες, το ίδιο πεισματάρηδες με τους Αλβανούς και τον ίδιο, του έδωσαν την απάντηση στην κάλπη. Τιμητικό για εκείνον θα είναι να το αποδεχθεί και να το σεβαστεί. Ως άξιος δε και ικανός ηγέτης θα βρει τον τρόπο να τους πλησιάσει και να αλλάξει και τη γνώμη τους γι’ αυτόν.
Δεν θα κάνει το ίδιο λάθος που έκανε τότε με τον Κατσίφα, αποκαλώντας μας όλους τους συμμετέχοντες στην κηδεία ενός Έλληνα «ύαινες και τρομοκράτες»…
Ο Έντι Ράμα οφείλει να μη σκαλίζει με τη μασιά του μίσους και των προκαταλήψεων τον εθνικισμό στη χώρα του, η φωτιά αυτή έχει πολλά χρόνια τώρα σβήσει και εδώ και εκεί.
Να κοιτάξει μπροστά, να κοιτάξει ψηλά, όπως και το σωματικό του ύψος του επιτρέπει, και να γίνει επιτέλους αυτός ο φωτισμένος ηγέτης που θα θεμελιώσει μαζί με τον δικό μας, όπως και πολύ σωστά το ξεκίνησαν, τη φιλία μεταξύ των δύο λαών μας.
Εξακολουθώ να πιστεύω πως δεν είναι γεννημένος για να διχάζει, αλλά να συνθέτει και να δημιουργεί, απαλλαγμένος από τα βαρίδια που οδήγησαν τους προκατόχους του σε παρόμοια λάθη.
Ελπίζω δε να μη μας απογοητεύσει για δεύτερη φορά, θα σεβαστεί τον εκλεγμένο δημοκρατικά δήμαρχο και θα συνεργαστεί μαζί του, όπως οφείλει ως Χειμαρριώτης και ο ίδιος.
Διότι το δις εξαμαρτείν…