ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΙΚΗ ΝΑΣΣΗ

Η εμφάνιση του Πρωθυπουργού της Ελλάδας στο Αμερικανικό Κογκρέσο, μόνο θαυμασμό και υπερηφάνεια θα έπρεπε να γεμίσει όλους τους Έλληνες. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μπορεί να έχει αντιμετωπίσει μύρια δεινά στη διάρκεια της τριετούς θητείας του στον πρωθυπουργικό θώκο, μπορεί να λοιδορείται από ορισμένους για λάθη και καθυστερήσεις, αλλά κατά την επίσκεψή του στην Αμερική απέδειξε ότι διαθέτει πυγμή, γνώσεις, αποφασιστικότητα, σύνεση και παρρησία.

Κατάφερε με την ομιλία του να κερδίσει τον θαυμασμό και να αποσπάσει το βροντερό χειροκρότημα όλων των μελών του Κογκρέσου. Να διδάξει Ιστορία και ήθος και να τους εντυπωσιάσει όλους ανεξαιρέτως, οι οποίοι πολλές φορές σηκώθηκαν, για να του εκφράσουν τον σεβασμό και την απόλυτη συμφωνία με τα λεγόμενά του.

Δυστυχώς, πίσω στην Ελλάδα και για μία ακόμη φορά, η Αντιπολίτευση φάνηκε κατώτερη της θέσης την οποία κατέχει. Η μεν μείζων σχολίασε διά στελεχών της με ειρωνική και χλευαστική διάθεση, επιμένει δε να ζητά εγγυήσεις ότι δεν θα πωληθούν στην Τουρκία σύγχρονα αμερικανικά όπλα. Επιχείρημα αντίδρασης λανθασμένο και καθαρά προσχηματικό.

Το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής φειδωλό και μετρημένο στις αντιδράσεις του, όπως συνηθίζει, το δε ΚΚΕ ξανά στην πεπατημένη του δογματισμού και της αήττητης ιδεοληψίας του. Φωτεινή εξαίρεση αποτέλεσε ο γιος του Ανδρέα Παπανδρέου Νίκος με μία ανάρτηση η οποία τιμά και εκείνον και την ιστορική οικογένειά του.

Δεν θα αναλύσω την ομιλία του Κυριάκου Μητσοτάκη, αν και θα άξιζε πραγματικά τον κόπο. Θα περιορισθώ στις αναφορές του στην αρχαία ελληνική ισονομία, τη φιλοσοφία, τη σύνδεση για πρώτη φορά παγκοσμίως της ελευθερίας με την τάξη, την αναφορά στα διαρπαγέντα μάρμαρά μας, τη φιλία μεταξύ των δύο λαών που τους συνδέουν η αγάπη προς την ελευθερία και τη δημοκρατία των δημιουργικών ανθρώπων και όχι την επίπλαστη των αποτυχημένων και βολεμένων στη στασιμότητα και την ισοπέδωση όλων, οι κοινοί αγώνες, η βοήθεια των Αμερικανών σε χαλεπούς για τη χώρα μας καιρούς.

Εκείνο δε το οποίο ενθουσίασε όλο το Κογκρέσο ήταν η αναφορά του στην αποφασιστική του στάση στον πόλεμο της Ουκρανίας. Ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας, ενώ γνώριζε πως ένα μέρος του Ελληνικού λαού και ψηφοφόρων του συμφωνούν με την εισβολή και τα χιλιάδες θύματα του αδικημένου, κατ’ αυτούς, Πούτιν από τη Δύση, δεν μέτρησε την απώλεια ψήφων, αλλά επέλεξε να βρεθεί για μία ακόμη φορά στην σωστή πλευρά της Ιστορίας. Και η Ιστορία αλλά και ο σοφός ελληνικός λαός θα τον δικαιώσει ακόμη και σε εκείνους που σήμερα αδιαφορούν για τους χιλιάδες αμάχους, θύματα της ρωσικής θηριωδίας, την προσφυγιά εκατομμυρίων, την κατεδάφιση ολόκληρων πόλεων, την καταστροφή ιστορικών μνημείων, την διά της βίας μεταφορά αντιφρονούντων των κατακτημένων περιοχών στη Ρωσία, τους βιασμούς, την καταδίκη σε θάνατο στα λαϊκά τους δικαστήρια των τελευταίων υπερασπιστών της Μαριούπολης, επειδή με την ηρωική αντίστασή τους έπληξαν ανεπανόρθωτα τον εγωισμό και τη σαλακωνεία του «Αήττητου».

Σε αντίθεση δε με τον Σκουρλέτη του Σύριζα, ρίγη συγκίνησης προκάλεσε στους εθνικά υπερήφανους Έλληνες η αναφορά και η σύγκριση της μαρτυρικής ελληνικής Μαριούπολης με το Μεσολόγγι των ελεύθερων πολιορκημένων.

Η θέση της χώρας μας είναι, οφείλει να είναι, δίπλα στα θύματα και όχι στους θύτες.  Ο Πούτιν και κάθε «Πούτιν», όπως πολύ σωστά ανέφερε και ο Πρωθυπουργός, θέλουν έναν κόσμο, όπου θα κυβερνά ο ισχυρός και αυτό δεν θα το πετύχουν, δεν πρέπει να πετύχει. Ο πολιτισμένος δημοκρατικός κόσμος πρέπει να ενωθεί και να στείλει το μήνυμα πως όλοι όσοι παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο και καταλύουν τη δημοκρατία που θεμελίωσαν οι πρόγονοί μας δεν θα γίνουν ανεκτοί από τα δημοκρατικά κράτη και τους ελεύθερους λαούς.

Άξια σχολιασμού είναι και η αναφορά του στους λαϊκιστές/ δημαγωγούς που εκμεταλλεύονται τις δυσκολίες, όπως οι συνέπειες του πολέμου σήμερα, και επιχειρούν να πείσουν με υποσχέσεις τους δυσαρεστημένους. Αλλά οι λαϊκιστές σε όλες τις δημοκρατίες του κόσμου πρόσκαιρα απολαμβάνουν τα οφέλη αυτής τους της τακτικής. Διότι οι λαοί τους ανέχονται τόσο, όσο διαρκούν και οι υποσχέσεις τους. Ωστόσο, θα συμφωνήσω πως αυτό το μικρό βήμα προς τα πίσω έχει αρνητικό αντίκτυπο στην πορεία προς την ανάπτυξη κάθε χώρας.

Η αναφορά του Πρωθυπουργού στην εισβολή στην Κύπρο και η φράση «κανένας δεν θα δεχθεί δύο κράτη στην Κύπρο» προκάλεσε το θερμό χειροκρότημα των Αμερικανών και την οργή των Τούρκων. Υπήρξε ευφυής και εύστοχη αποστροφή, με μηνύματα προς όλες τις πλευρές. Και αυτή η αποστροφή ήταν και αρκετή και η ενδεδειγμένη σε αυτήν τη συγκυρία.

Στο μόνο το οποίο για μία ακόμη φορά με προβλημάτισε είναι η αναφορά και η έμμεση υπόδειξη στις ΗΠΑ να μη συμβάλουν με την πώληση σύγχρονων οπλικών συστημάτων στην Τουρκία στην αναβάθμιση της πολεμικής της ισχύος.

Στην εξωτερική πολιτική της Ελλάδας, από τότε που άρχισε να με αφορά ως ενεργό πολίτη αυτής της χώρας, πάγια υπήρξε η τακτική της εναντίωσής μας, αλλά και του φόβου για την αγορά περισσότερων και σύγχρονων οπλικών συστημάτων από την Τουρκία, με το επιχείρημα ότι ακολουθεί επιθετική τακτική στο Αιγαίο εναντίον μας  και σήμερα και στην Ανατολική Μεσόγειο και ως ισχυρότερη θέτει σε κίνδυνο την εθνική μας ασφάλεια και τις ισορροπίες στην περιοχή.

Ωστόσο και κατά την ταπεινή μου άποψη, εάν δικαιούται κάθε λαός να επεμβαίνει στον τρόπο και το είδος των οπλικών συστημάτων που προμηθεύεται άλλη χώρα, ακόμα κι αν αυτή είναι γειτονική, επικίνδυνη και επιθετική, όπως η Τουρκία, τότε θα έπρεπε και εμείς να αντιμετωπίζαμε το ίδιο πρόβλημα με τους αδύναμους στρατιωτικά εκ των γειτόνων μας. Θεωρώ δε ότι το επιχείρημα της επιθετικότητας δεν έχει ισχυρή βάση, διότι μία φαινομενικά ειρηνική χώρα σήμερα, ενδέχεται στο μέλλον να γίνει επιθετική και το αντίστροφο.

Δεν είναι σαν να δικαιολογούμε με την τακτική αυτή και τη Ρωσία, η οποία αντιτίθεται στην επέκταση του ΝΑΤΟ στην Φινλανδία και Σουηδία, με το επιχείρημα ότι θα φέρουν εντός των εδαφών τους αμερικανικά οπλικά συστήματα και βάσεις και άρα κινδυνεύει δήθεν η ασφάλεια της χώρας τους;

Θεωρώ πολύ πιο σωστή εξωτερική πολιτική εκείνη της οποίας βασική αρχή θα ήταν ο σεβασμός στο δικαίωμα κάθε χώρας, γειτονικής ή μη, επικίνδυνης ή όχι, μεγαλύτερης ή μικρότερης εδαφικά και κατώτερης ή ανώτερης πολεμικά, να εξοπλιστεί με όποια οπλικά συστήματα επιθυμεί, όπως πράττουμε κι εμείς άλλωστε, θωρακίζοντας την άμυνά μας, αναλόγως των οικονομικών δυνατοτήτων μας, και ουδείς μας εμποδίζει εκ των γειτόνων μας. Το κλειδί δε για την άσκησή της προς όφελος της δικής μας χώρας και την εξασφάλιση της ειρήνης στην περιοχή μας είναι η αναφορά του Πρωθυπουργού μας στη σημασία των συμμαχιών και των φίλων κάθε χώρας  σε συνάρτηση με την ψυχή και το εθνικό φρόνημα των κατοίκων της.

Κάθε χώρα έχει δικαίωμα να εξοπλίζεται, με σκοπό την αμυντική της θωράκιση. Εάν κάποια παραβιάσει τους κανόνες του διεθνούς δικαίου και χρησιμοποιήσει την στρατιωτική της ισχύ επιβουλευόμενη την ανεξαρτησία άλλης χώρας, τότε οι αδύναμες στρατιωτικά πρέπει να προστατεύονται από τις ισχυρότερες της συμμαχίας τους με την επιβολή της ειρήνης. Αυτός δεν είναι και ο λόγος ύπαρξης αυτών των συμμαχιών, η προστασία των αδυνάμων αλλά και κάθε μέλους σε περίπτωση επιθετικής ενέργειας από οποιονδήποτε εναντίον του;

Διαφορετικά, αν η αποτρεπτική πολεμική ισχύς κάθε χώρας και τα οπλικά συστήματα που διαθέτει, καθώς και η ψυχή της, είναι και η μόνη προστασία της, κακώς ανήκει στο ΝΑΤΟ και όπου αλλού. Το διαπιστώσαμε, άλλωστε, και στην πράξη πρόσφατα και συνεχίζονται στην Ουκρανία οι συνέπειες αυτής της εθνικής μοναξιάς, όση γενναία ψυχή και αν διαθέτουν.

Εάν τα Ηνωμένα Έθνη δεν έχουν τη δύναμη να ενωθούν και να υπερασπιστούν κάθε εισβολή σε μέλος τους, ισχυρό ή αδύναμο, τότε κακώς ιδρύθηκαν και κακώς υφίστανται ακόμα. Και αν επιτρέψουμε, όπως πολύ σωστά επισήμανε και ο Πρωθυπουργός, να γίνουμε ζούγκλα και να υπερισχύσουν οι ισχυρότεροι, τότε κακώς επικρίνουμε και τον Πούτιν, ας τον αφήσουμε να πράξει ότι επιθυμεί, είναι ισχυρότερος από την Ουκρανία και τις γειτονικές του χώρες.

Ο Πρωθυπουργός της χώρας μας οφείλει όχι να ζητά αλλά να απαιτεί τα ισχυρά μέλη της συμμαχίας μας να καταστήσουν σαφές ότι σε περίπτωση αναίτιας επίθεσης εναντίον μας εκ μέρους της Τουρκίας ή οποιασδήποτε άλλης χώρας, θα σταθούν στο πλευρό μας και το αυτό οφείλουν να πράξουν και προς την Τουρκία με την σαφή και αυστηρή προειδοποίηση ότι όσα όπλα και να προμηθευτεί-και το δικαιούται-, δεν θα της επιτρέψουν να τα χρησιμοποιήσει εναντίον μας. Θα αρκούσε, από το να μπαίνουμε εμείς στη διαδικασία να τους υποδεικνύουμε τα καθήκοντά τους και να διαιωνίζουμε την έχθρα με τη γειτονική μας χώρα.

Η προαιώνια έχθρα και ο ανταγωνισμός μεταξύ Τουρκίας-Ελλάδας πρέπει κάποια στιγμή να εκλείψουν. Και το πρώτο βήμα το κάνει πάντα ο σώφρων. Τα παιδιά μας πρέπει επιτέλους να απαλλαγούν από τις προκαταλήψεις εναντίον των κακών Τούρκων και να προσβλέπουν μόνον στην θετική προοπτική της καλής γειτονίας και ειρηνικής συμβίωσης στον ίδιο χώρο στην Ανατολική Μεσόγειο.

«Τον κακό γείτονα», έλεγαν οι παλαιότεροι, «με ένα καλό τσίπουρο, λίγο μεζέ και έναν λόγο καρδιάς τον κάνεις φίλο». Κι αν «ο Τούρκος φίλος δεν γίνεται», όπως λένε μερικοί, ανήκουμε σε μία παγκόσμια συμμαχία η οποία και έχει την υποχρέωση να μας προστατεύσει, επιβάλλοντας την ειρήνη…

Ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας με την εμφάνισή του στο αμερικανικό Κογκρέσο είναι βέβαιο ότι κέρδισε το στοίχημα στο εξωτερικό, τίμησε τη χώρα του και το αξίωμά του. Απομένει να πείσει τους Αμερικανούς και για τα άλλα εθνικά μας θέματα που εκκρεμούν και μας πληγώνουν.

Προέχει δε να βοηθήσει και τον λαό μας να αποκτήσει ξανά την χαμένη του αξιοπρέπεια που έχει καταρρακωθεί στα ταμεία των Σούπερ Μάρκετ, στους διακανονισμούς της ντροπής για την πληρωμή των λογαριασμών ρεύματος και στα βενζινάδικα. Γιατί αυτός ο λαός αξίζει την στοργή και τη φροντίδα του Πρωθυπουργού, κάθε Πρωθυπουργού, όπως ένα παιδί του πατέρα του. Κι αν καμία φορά γίνεται «κακό παιδί», ο καλός πατέρας πρέπει να τον πείθει με τον λόγο και το παράδειγμά του και χαμένος δεν θα βγει…

Books and Style

Books and Style