ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΜΑΙΡΗ ΓΚΑΖΙΑΝΗ
Συνάντησα για πρώτη φορά την Βάλια Καραμάνου, σε μια παρουσίαση βιβλίου ενός κοινού γνωστού μας συγγραφέα όπου ήταν ομιλήτρια. Μου έκανε εντύπωση το όμορφο παρουσιαστικό της που παραπέμπει σε αρχαία Ελληνίδα. Ψηλή, λεπτή με μαύρα μακριά μαλλιά και μαύρα μάτια που αναζητούν τις αλήθειες της ζωής, μέσα από το έντονο βλέμμα τους. Όταν άκουσα την ομιλία της, κατάλαβα πως η Βάλια είναι αναγνώστρια που δεν στέκεται στην επιφάνεια της ανάγνωσης, αλλά αναζητεί τα αίτια των συναισθημάτων που φανερά ή κρυφά πλαισιώνουν το θέμα του βιβλίου. Στη συνέχεια τη γνώρισα σαν συγγραφέα, και διαπίστωσα πως όταν διαβάσεις ένα βιβλίο της, ανυπομονείς να πιάσεις στα χέρια σου το επόμενο…
ΜΑΙΡΗ ΓΚΑΖΙΑΝΗ: Βάλια, έχεις σπουδάσει Φιλολογία, μία επιστήμη που δεν είναι μακριά από την συγγραφή. Πότε άρχισες να γράφεις τα δικά σου βιβλία;
ΒΑΛΙΑ ΚΑΡΑΜΑΝΟΥ: Βλέποντας πια το παρελθόν νηφάλια, διαπιστώνω πως από μικρή προσέγγιζα την συγγραφή με πλάγιους τρόπους: κρατούσα ημερολόγιο από παιδί, αυτοσχεδίαζα με παραμύθια και αφηγήσεις, και μεγαλώνοντας σπούδασα κλασική φιλολογία. Ουσιαστικά, το πρώτο μου ολοκληρωμένο κείμενο το έγραψα το 2006, εγκαταλείποντας το ημερολόγιό μου οριστικά.
Μ.Γ.: Τι είναι για σένα η συγγραφή;
B.K.: Η συγγραφή είναι ένα καταφύγιο στον δικό μου πλασματικό κόσμο κι ένας τρόπος να πω κάτι που θεωρώ πως αξίζει να ειπωθεί, ένα μήνυμα κοινωνικό ή πολιτικό, για παράδειγμα.
Μ.Γ.: Τι αφορούσε το πρώτο σου βιβλίο;
Β.Κ.: Το πρώτο μου βιβλίο ήταν μία συλλογή διηγημάτων από τις εκδόσεις Γαβριηλίδη, με τίτλο «Το Πηγάδι» το οποίο άγγιζε διάφορα θέματα. Μερικά από αυτά ήταν οι αδιέξοδοι έρωτες που αγγίζουν τα όρια της παραφροσύνης, το έγκλημα σε διάφορες μορφές του και η κάθαρση, τα προβλήματα της ωρίμανσης μέσα σε καταπιεστικές οικογένειες, η απώλεια αλλά και η νοσταλγία για τη ζωή στη φύση.
Μ.Γ: Πρόσφατα κυκλοφόρησε το βιβλίο σου με τίτλο «Κόκκινα δέντρα». Ο τίτλος είναι πραγματικός ή συμβολικός;
Β.Κ.: Τα «Κόκκινα δέντρα» στο μεγαλύτερο τμήμα του βιβλίου έχουν συμβολική έννοια. Στο τέλος όμως της ιστορίας, αποκτούν μια πιο ρεαλιστική διάσταση. Δεν μπορώ να αποκαλύψω όμως περισσότερα…
Μ.Γ.: Η υπόθεση του βιβλίου εξελίσσεται στην περιοχή της Αργολίδας. Τι συμβολίζει για σένα η συγκεκριμένη περιοχή;
Β.Κ.: Τελικά η Αργολίδα, γενικά η επαρχία, «στοιχειώνει» την γραφή μου. Ίσως επειδή καλύπτει την προσωπική μου ανάγκη για απόδραση στη φύση. Ειδικά όμως ο τόπος αυτός, είναι η γενέτειρα των γονιών μου και ο τόπος των διακοπών μου από τα παιδικά μου χρόνια, φορτωμένος με αναμνήσεις, μυρωδιές και ήχους αγαπημένους…
Μ.Γ.: Η ιστορία της ηρωίδας σου Μάρθας, εξελίσσεται στη σύγχρονη εποχή με τις συνέπειες τις οικονομικής κρίσης. Τι σ’ έκανε να γράψεις γύρω απ’ αυτό το θέμα;
Β.Κ.: Πώς μπορεί να μην γράψει κάποιος για το κυρίαρχο θέμα αυτής της εποχής; Η τύχη της Μάρθας είναι το παρόν και το μέλλον εκατοντάδων ανθρώπων που αποτελούν θύματα της κρίσης˙ είναι η φθίνουσα πορεία μιας χώρας που οδεύει στην παρακμή, όσο κι αν δεν θέλουμε να το πιστέψουμε. Ίσως είναι και το δικό μας μέλλον…
Μ.Γ.: Εξαθλίωση, αυτοκτονίες, εκμετάλλευση αλλά και ελπίδα. Από πού μπορεί ν’ αντλήσει κάποιος την ελπίδα, μέσα από τέτοια γεγονότα;
Β.Κ.: Η ελπίδα υπάρχει όσο αναπνέουμε, σκεφτόμαστε πέρα από τα ατομικά μας όρια και δεν αδρανούμε παθητικά μπροστά στα προβλήματά μας. Θέλω να πιστεύω πως υπάρχουν άνθρωποι που μπορούν ακόμα να το κάνουν αυτό και, ίσως, μας το μεταδώσουν.
Μ.Γ.: Υπάρχει κάποιο μήνυμα που ήθελες να στείλεις στους αναγνώστες μέσα από το βιβλίο σου;
Β.Κ.: Πιστεύω στην ανθρώπινη αλληλεγγύη και στην αίσθηση του «ανήκειν», που ίσως μας κάνουν πιο δυνατούς απέναντι στις δυσκολίες. Επίσης πιστεύω πάντα στη δύναμη του έρωτα!
Μ.Γ.: Κατά τύχη, η Μάρθα ανακαλύπτει μια ερωτική ιστορία που συνέβη πριν από 35 χρόνια. Πώς επηρεάζεται από την εξέλιξη και το τέλος αυτής της ιστορίας, που αφορά ένα ερωτικό τρίγωνο;
Β.Κ.: Η σκοτεινή ιστορία αυτού του ερωτικού τριγώνου δίνει την απαραίτητη ώθηση στην ηρωίδα να επιφέρει την κάθαρση με τον δικό της τρόπο, κάνοντας την επανάστασή της και ουσιαστικά για να διαφυλάξει με αυτόν τον τρόπο ό,τι αγαπά περισσότερο.
Μ.Γ.: Πόσο δύσκολο είναι να ορθοποδήσει ένας άνθρωπος που από δικηγόρος, όπως είναι η Μάρθα, φτάνει σε σημείο εξαθλίωσης λόγω της οικονομικής κρίσης και καταλήγει άστεγος;
Β.Κ.: Νομίζω ότι απαιτείται υπεράνθρωπος αγώνας για να επιβιώσει κάποιος σε αυτήν τη θέση. Στην πραγματικότητα, το προσδόκιμο ζωής ενός αστέγου είναι πολύ μικρό. Βέβαια, η ανθρώπινη φύση κυβερνάται από ισχυρό αίσθημα επιβίωσης, κυρίως όμως πρέπει να υπάρξει αλληλεγγύη από τον περίγυρο για να καταφέρει ένας τέτοιος άνθρωπος να κρατηθεί στη ζωή.
Μ.Γ.: Πιστεύεις ότι ο αλτρουισμός λειτουργεί στην εποχή μας;
Β.Κ.: Αθόρυβα μεν, αλλά ναι, υπάρχουν ακόμα άνθρωποι.
Μ.Γ.: Τι θα ήθελες να πεις ως επίλογο της κουβέντας μας;
Β.Κ.: Όλοι επιστρέφουμε τελικά εκεί που ανήκουμε και αγαπάμε. Σας ευχαριστώ πολύ για τις όμορφες ερωτήσεις!
*Το βιβλιο «Κόκκινα δέντρα» της Βάλιας Καραμάνου κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ωκεανίδα.
Η Βάλια Καραμάνου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1971, όπου ζει και εργάζεται ως φιλόλογος. Έχει εκδώσει στο παρελθόν μυθιστορήματα, διηγήματα και νουβέλες. Παράλληλα έχει συμμετάσχει σε συλλογικά έργα, αρθρογραφεί σε περιοδικά και έχει το δικό της blog: http://vkaramanou.blogspot.gr/