ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΓΕΡΑΚΙΝΑ ΜΠΟΥΡΙΚΑ
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΣΗ: CHRISTOS XENITOPOULOS

Όταν γνώρισα από κοντά την Δήμητρα Ιωάννου, διαπίστωσα πως έχει την γοητεία μίας δυναμικής γυναίκας, την ψυχή ενός ρομαντικού κοριτσιού και τη σοφία μιας παλαιότερης γενιάς. Η απορία που είχα για τον ιδιαίτερο τρόπο γραφής της, μού λύθηκε αμέσως. Με αυτά ακριβώς τα συστατικά είναι πλασμένα και τα βιβλία της.

Αυτή τη στιγμή είμαι σε διαδικασία συγγραφής και είμαι ερωτευμένη με την ιστορία μου. Με έναν έρωτα κεραυνοβόλο. Θα ήθελα να γράφω λοιπόν που μπορεί σε κάποιους να ακούγεται σαν να μην είναι κάτι ιδιαίτερο αλλά πίστεψέ με, για μένα είναι ιδιαίτερο. Αγαπώ πολύ αυτή τη διαδικασία. Νομίζω ότι ζω για να γράφω. – ΔΗΜΗΤΡΑ ΙΩΑΝΝΟΥ

ΓΕΡΑΚΙΝΑ ΜΠΟΥΡΙΚΑ: Δήμητρα, θέλω να πιάσουμε το νήμα της επιτυχημένης συγγραφικής σου πορείας από την αρχή. Τι σε ώθησε να ξεκινήσεις το πρώτο σου βιβλίο;

Δήμητρα Ιωάννου και Γερακίνα Μπουρίκα

ΔΗΜΗΤΡΑ ΙΩΑΝΝΟΥ: Καταρχήν πρέπει να σου πω πως όταν ξεκίνησα να γράφω, το έκανα αποκλειστικά και μόνο για μένα. Για δική μου ευχαρίστηση. Για να ταξιδέψω. Να κάνω τη δική μου ψυχοθεραπεία. Η περίοδος τότε ήταν λίγο φορτισμένη, λίγο δύσκολη, δεν είχε πολύ χρώμα και έτσι αποφάσισα να βάλω χρώμα στη ζωή μου. Τι ήταν αυτό που έγινε; Πάρα πολύ απλά, σκέφτηκα μία ιστορία, χρησιμοποίησα όλη τη λαογραφία που είχα ήδη συγκεντρωμένη, γιατί είμαι από την Πρέβεζα, οπότε χρησιμοποίησα όλο το υλικό που ήδη υπήρχε στο αρχείο μου. Ευτυχώς στάθηκα πάρα πολύ τυχερή γιατί ήταν καλό αυτό το υλικό. Τα μελέτησα λοιπόν όλα και άρχισα να φτιάχνω στο μυαλό μου την ιστορία της «Κασσάνδρας» που σιγά-σιγά ολοκληρώθηκε. Πρέπει να σου πω ότι απόλαυσα το κάθε λεπτό αυτής της ιστορίας. Όταν λοιπόν ολοκληρώθηκε και έμεινα με το χειρόγραφο δεν ήξερα τι να το κάνω! (Γελάει) Για να μην κάθεται λοιπόν, το έδωσα σε δυο-τρεις δικούς μου ανθρώπους οι οποίοι μου είπαν «καλά, δεν είναι δυνατόν, αυτό πρέπει οπωσδήποτε να το στείλεις σε κάποιον να εκδοθεί».

Γ.Μ.: Ευτυχώς που σε έπεισαν οι φίλοι λοιπόν.

Δ.Ι.: Κοίταξε. Αρχικά εγώ μέσα μου έλεγα: «δεν ξέρω κανέναν, δεν γνωρίζω ανθρώπους από τον χώρο», σκέψου δεν είχα καμία επαφή με τον χώρο παρά μόνο ως αναγνώστρια. Απλώς έμπαινα στα βιβλιοπωλεία, έβλεπα τα βιβλία που μου άρεσαν και διάλεγα. Φυσικά είχα ξεχωρίσει κάποιους εκδοτικούς και μάλιστα είχα έναν αγαπημένο εκδοτικό οίκο. Μετά από σκέψη, τους είπα «εντάξει παιδιά», αφού επέμεναν όλοι και με πίεζαν πολύ, «θα το στείλω στον αγαπημένο μου εκδοτικό οίκο και ό,τι γίνει». Και το έστειλα στις εκδόσεις Ψυχογιός. Όταν μου απάντησαν θετικά, ήταν από τις πιο ωραίες στιγμές της ζωής μου. Θυμάμαι μάλιστα ότι ήμουν σε θεραπεία και δεν μπορούσα να ενθουσιαστώ πολύ. Ξέρεις, ενώ ήθελα πάρα πολύ να δείξω τη χαρά μου, παρόλα αυτά δεν μπορούσα γιατί έπρεπε να είμαι πιο συγκρατημένη. Ήταν όμως τόσο ωραία σαν εμπειρία που έγινε ακόμη ωραιότερη βέβαια έπειτα από ένα χρόνο, όταν είχαμε όλοι στα χέρια μας την «Κασσάνδρα».

Γ.Μ.: Πόσο μεγάλο κίνητρο για να γράφεις είναι για σένα η αγάπη σου για την ελληνική λαογραφία; Θέλεις να τη μεταδόσεις και σ’ άλλους μέσα από τα βιβλία σου;

Δ.Ι.: Λοιπόν. Αφενός είμαι φιλόλογος και μου αρέσουν πάρα πολύ τα γλωσσικά ιδιώματα, μου αρέσει η ελληνική γλώσσα, η ενασχόληση με την ελληνική γλώσσα, οπότε αυτό κράτησε το. Αφετέρου μου αρέσει πάρα πολύ η λαογραφία, τα ήθη, τα έθιμα και γενικότερα η παράδοση που συνέχει τους Έλληνες ως Έλληνες. Οπωσδήποτε ζω απόλυτα στο παρόν, δεν το συζητάω, παρόλα αυτά μου αρέσει να θυμόμαστε τη συνέχεια. Τις ρίζες μας, από πού είμαστε κι από πού έχουμε έρθει. Όλη τη διαδρομή. Θεωρώ λοιπόν ότι μπορώ να βάζω και εγώ ένα λιθαράκι στο να διατηρηθούν όλα αυτά για να τα μάθουν και οι επόμενες γενιές. Να μάθουν ουσιαστικά την ιστορία τους. Ξέρεις, είναι μεγάλη μου χαρά να λαμβάνω κάποια μηνύματα τα οποία μου λένε, για παράδειγμα, για το βιβλίο «Το τραγούδι της Αννέτας»: «Είμαι από τη Ζάκυνθο και με κάνατε να ψάξω και να βρω την ιστορία του τόπου μου», πράγμα το οποίο είναι εκπληκτικό, ή «Είμαι από την Πρέβεζα και λέγατε πράγματα στο βιβλίο σας τα οποία μου τα έλεγε η γιαγιά μου και θυμήθηκα πράγματα κι ένιωσα πολύ όμορφα».

Γ.Μ.: Με αφορμή το περιεχόμενο του τελευταίου σου βιβλίου «Η κληρονόμος του ποταμού», μπαίνω στον πειρασμό να σε ρωτήσω: πιστεύεις στη μαγεία, στις νεράιδες και στα ξωτικά;

Δ.Ι.: Αυτό είναι μία πολύ ενδιαφέρουσα ερώτηση. Θα σου πω τι γίνεται ακριβώς. Γενικότερα πιστεύω στη μαγεία που έχουμε όλοι μέσα μας και θεωρώ ότι κάθε άνθρωπος έχει αυτό το όμορφο μαγικό κομμάτι το οποίο μπορεί να ονειρεύεται, να παίζει, να είναι χαρούμενο και είναι πολύ καλό να διατηρείται αυτό το κομμάτι, γιατί έτσι διατηρείται και ο άνθρωπος πολύχρωμος και χαρούμενος. Όσο μπορεί τουλάχιστον στις εποχές που ζούμε. Επίσης θεωρώ ότι πίσω από όλα όσα βλέπουμε γύρω μας, αγγίζουμε και αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας, υπάρχει και ένας άλλος κόσμος ο οποίος δεν γίνεται αντιληπτός δια μέσου των αισθήσεων. Δεν μπορώ βέβαια να σου πω τι περιλαμβάνει αυτός ο κόσμος, δεν ξέρω, αλλά νιώθω ότι ο άνθρωπος είναι τμήμα ενός ευρύτερου συνόλου από το οποίο ένα κομμάτι μόνο είναι αυτό που αντιλαμβανόμαστε και ένα μεγάλο του κομμάτι είναι όλα αυτά που δεν βλέπουμε.

Γ.Μ.: «Ποια είναι η μυστηριώδης Λευκοθέα που αναδύεται από τα πέπλα του χρόνου και φαντάζει φτιαγμένη από τα αθάνατα νερά;» αναφέρεις στο οπισθόφυλλό σου. Τι συμβολίζει για εσένα η Λευκοθέα;

Δ.Ι.: Η Λευκοθέα για μένα είναι ο υψηλοδονούμενος άνθρωπος. Δηλαδή είναι η καλύτερη ποιότητα που μπορεί να έχει ένας άνθρωπος. Ο πιο εξελιγμένος φαντάσου. Και όταν ένας άνθρωπος φτάσει σε τέτοια ύψη ποιότητος, από εκεί και πέρα νομίζω ότι μπορούμε να περιμένουμε πολλά από αυτόν. Η Λευκοθέα είναι γεμάτη αγάπη, είναι γεμάτη επιθυμία να βοηθήσει, να διδάξει, να κάνει το καλό και όλα αυτά εμένα με συγκινούν πάρα πολύ. Θεωρώ ότι θα ήταν πολύ όμορφο να είχαμε πολλές Λευκοθέες γύρω μας.

Γ.Μ.: Είναι φοβερό όμως το ότι αυτή τη γυναίκα την κατατρέχουν οι άνθρωποι.

Δ.Ι.: Ναι. Γιατί το «από αλλού φερμένο δεν το αντέχουν οι άνθρωποι». Έτσι δεν λέει και ο Ελύτης;

Γ.Μ.: Δήμητρα, στο βιβλίο σου έχεις δημιουργήσει μία πλήρη αντίθεση. Τον ποταμό Αχέροντα, την πύλη του θανάτου ουσιαστικά, που όμως κρύβει στις όχθες του μυστικά για νεότητα και ομορφιά.

Δ.Ι.: Κοίταξε… βασικά και μέσα στο κείμενο λέμε το εξής: ‘Οτι ο ποταμός είναι το όριο ανάμεσα στη ζωή και στον θάνατο και ούτως ή άλλως και πάρα πολλές φιλοσοφίες και θρησκείες βλέπουν τον θάνατο σαν κατώφλι για μία άλλη ζωή η οποία μπορεί να είναι και ανώτερη. Θεωρώ ότι και μία επίσκεψη στο συγκεκριμένο ποταμό σε πείθει ότι βεβαίως υπάρχει όλη η μαγεία αλλά και το δύσκολο και ιδιαίτερο τοπίο που σε υποβάλει γιατί είναι άγριο. Σκέψου ότι εκεί, στην Αχερουσία, ιδιαίτερα προτού αποξηρανθεί, λένε ότι υπήρχαν αναθυμιάσεις από φυτά τα οποία σάπιζαν στους βάλτους, ακούγονταν κραυγές ζώων και δημιουργούσαν τη νύχτα μία εικόνα πολύ εφιαλτική, τρομακτική και περίεργη, για αυτό και ήταν λογικό οι αρχαίοι να τοποθετήσουν εκεί την πύλη του θανάτου. Παρόλα αυτά αν μπει κανείς στο Δέλτα του Αχέροντα και σε άλλες περιοχές, είναι τόση η ομορφιά που θα πει, δεν είναι δυνατόν, όπως είπα κι εγώ όταν το επισκέφθηκα. Γι’ αυτό και σκέφτηκα ότι όλο αυτό πρέπει να το γνωρίσει ο κόσμος. Την αγριότητα και την ομορφιά. Το πάντρεμα των δύο εικόνων.

Γ.Μ.: Νιώθεις λοιπόν ότι ο Αχέροντας σού μίλησε όπως μιλούσε στην ηρωίδα σου, την Ρόζα, από τότε που ήταν μικρό παιδί;

Δ.Ι.: Όχι απλά μου μίλησε. Τον λάτρεψα! Ενθουσιάστηκα μαζί του. Γι’ αυτό επειδή νιώθω τους αναγνώστες φίλους μου – με τα χρόνια έχουμε γίνει μία παρέα και γενικά έχω μία πάρα πολύ καλή σχέση μαζί τους, τους αγαπάω, γιατί ένας συγγραφέας χωρίς τους αναγνώστες δεν είναι τίποτα – όταν τον είδα σκέφτηκα ότι είναι ένα μαγικό μέρος που πρέπει και οι φίλοι μου να το γνωρίσουν.

Γ.Μ.: Υπάρχει Θεία Δίκη στις πράξεις των ανθρώπων;

Δ.Ι.: Πιστεύω ότι υπάρχει Θεία Δίκη. Δηλαδή θεωρώ ότι οτιδήποτε συμβαίνει, βρίσκει έναν τρόπο να γυρίζει σ’ εμάς. Δεν γνωρίζω πώς γίνεται αυτό, δεν είμαι αρμόδια να γνωρίζω τους τρόπους με τον οποίο γίνεται, όμως θεωρώ ότι αν κάνεις κακό, τότε με κάποιο τρόπο θα εισπράξεις κάτι το οποίο δεν θα είναι όμορφο για σένα· κι αν κάνεις το καλό, θα επιστρέψει σε σένα και αυτό είναι κάτι που το πιστεύω απόλυτα.

Γ.Μ.: Όταν γράφεις περνάς τις προσδοκίες σου μέσα από τις ιστορίες σου, ή μπορείς να αποξενωθείς;

Δ.Ι.: Δεν περνάω τίποτα δικό μου. Συνειδητά τουλάχιστον. Φτιάχνω ξεχωριστούς ήρωες, με εντελώς ξεχωριστές ψυχοσυνθέσεις, οι οποίοι συμπεριφέρονται με έναν τρόπο που μπορεί να μην συμπεριφερόμουν εγώ ποτέ. Δημιουργώ εντελώς ξεχωριστές καταστάσεις, καινούργιες, και τους αφήνω να αναπνέουν. Οι ήρωές μου δηλαδή, δεν κάνουν αυτό που θα ήθελα εγώ από ένα σημείο και μετά. Υπάρχουν βέβαια οι βασικοί πυλώνες στην ιστορία, η αρχή, η μέση, το τέλος και οι ενδιάμεσοι σταθμοί οι οποίοι είναι πολύ βασικοί, αλλά από εκεί και πέρα οι αντιδράσεις τους, οι συμπεριφορές τους, τα ξεσπάσματά τους και τελικά αυτά που πετυχαίνουν εν μέρει, είναι όλα δικά τους. Γι’ αυτό και νιώθω πολύ όμορφα που έχουμε μία πολύ καλή σχέση με τους ήρωες αλλά, όπως σου είπα, χωρίς να τους πνιγώ.

Γ.Μ.: Μέσα στο βιβλίο υπάρχει ένας σχεδόν κεραυνοβόλος έρωτας. Πιστεύεις στον κεραυνοβόλο έρωτα;

Δ.Ι.: Ναι και μου αρέσει πολύ ως ιδέα. Με συγκινεί.

Γ.Μ.: Το έχεις ζήσει εσύ ποτέ;

Δ.Ι.: Πρέπει να απαντήσω σε αυτό; (με ρωτάει γελώντας)

Γ.Μ.: Εάν θέλεις μου απαντάς.

Δ.Ι.: Θεωρώ ότι για να περιγράψει κάποιος έναν κεραυνοβόλο έρωτα σωστά, η προσωπική εμπειρία βοηθάει πολύ στην περιγραφή, γιατί έχει μία ιδιαίτερη ενέργεια ο κεραυνοβόλος έρωτας η οποία περνάει μέσα σε αυτά που γράφουμε. Ορίστε. Σου απάντησα… (συμπληρώνει γελώντας)

Γ.Μ.: Εκτός από τη συγγραφή ασχολείσαι και με τη Σωματική Ψυχοθεραπεία και τη Βιοανάδραση. Πες μου, τι σε οδήγησε σε αυτή την επιστήμη;

Δ.Ι.: Η αγάπη για τον άνθρωπο. Το ενδιαφέρον για τις ανθρώπινες συμπεριφορές. Με γοήτευαν ανέκαθεν οι συμπεριφορές των ανθρώπων και πολύ περισσότερο το γιατί συμβαίνει κάτι, γιατί κάποιος συμπεριφέρεται όπως συμπεριφέρεται, τι κρύβεται πίσω από αυτό, ποια είναι τα τραύματα που μπορεί να υπάρχουν σε μία ψυχή, ποιοι είναι οι φόβοι και τα κίνητρα. Όλα αυτά μαζί με ενδιαφέρουν και με ενδιαφέρει, ξέρεις, να ξεφλουδίζω σιγά-σιγά και να βλέπω τα πιο εσωτερικά στρώματα και τελικά να απογυμνώνεται η αλήθεια – αν συνεργαστεί βεβαίως και ο θεραπευόμενος – και είναι πολύ όμορφη η αλήθεια, πολύ ευάλωτη, πολύ τρυφερή, θέλει προστασία. Αυτό μου αρέσει. Η διαδικασία και η δουλειά που κάνουμε έχει αποτέλεσμα στο να δυναμώνει ο άλλος ψυχολογικά, να νιώθει πιο τακτοποιημένος μέσα του, να είναι πιο χαρούμενος, πιο γειωμένος, να πατάει πιο καλά στα πόδια του.

Γ.Μ.: Πες μου, πού θα ήθελες να είσαι αυτή τη στιγμή αν δεν ήσουν εδώ μαζί μας;

Δ.Ι.: Μου αρέσει που είμαι εδώ μαζί σας. Πάρα πολύ.

Γ.Μ.: Δηλαδή θα παραμείνεις εδώ μαζί μας; Για σκέψου και κάτι άλλο που θα ήθελες να κάνεις.

Δ.Ι.: Μου αρέσει πραγματικά πολύ που είμαι εδώ, αλλά να σου πω, το μόνο άλλο που θα ήθελα θα ήταν να γράφω αυτή τη στιγμή γιατί είμαι σε διαδικασία συγγραφής και είμαι ερωτευμένη με την ιστορία μου. Με έναν έρωτα κεραυνοβόλο. Θα ήθελα να γράφω λοιπόν, που μπορεί σε κάποιους να ακούγεται σαν να μην είναι κάτι ιδιαίτερο αλλά, πίστεψέ με, για μένα είναι ιδιαίτερο. Αγαπώ πολύ αυτή τη διαδικασία. Νομίζω ότι ζω για να γράφω.

* Το μυθιστόρημα «Η κληρονόμος του ποταμού» της Δήμητρας Ιωάννου, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ

Books and Style

Books and Style