ΓΡΑΦΕΙ Ο ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ ΘΑΝΑΣΗΣ ΞΑΝΘΟΣ
Λευκές σελίδες που περιμένω να γεμίσουν. Ό,τι κι αν σκεφτώ, η μοναδική λέξη που κατακλύζει το μυαλό μου, είναι το όνομά σου. Ακούγεται αστείο, σχεδόν τρελό ή και επιτηδευμένο. Κι όμως, δεν είναι τίποτα απ’ όλα αυτά. Είναι πέρα για πέρα αληθινό. Όπως αληθινό ήταν κι αυτό που ζήσαμε. Ή μήπως ζούμε; Όχι, ζήσαμε, καλά το λέω!
Καλή ιδέα λοιπόν, να γεμίσω τις λευκές σελίδες με το όνομά σου. Ίσως αυτό να καταπραΰνει τη σκέψη μου. Ή μήπως όχι; Ακούγεται αστείο, σχεδόν τρελό ή και επιτηδευμένο. Κι όμως, δεν είναι τίποτα απ’ όλα αυτά. Ξέρεις κάτι; Δεν θα γράψω τίποτα. Θα κλείσω τα μάτια μου και θα σκεφτώ κάθε μου στιγμή μαζί σου. Σαν να πηγαίναμε μαζί ένα ταξίδι. Ένα ταξίδι από αυτά τα ωραία που σχεδιάζαμε. Αλλά ποτέ δεν προλάβαμε να απολαύσουμε… Θα φέρω στο μυαλό μου κάθε όμορφη, αστεία ή άσχημη στιγμή μας. Θα έχω και ποικιλία, γιατί η κάθε στιγμή κάτι μας δίδαξε!
Γελάω τόσο πηγαία, γιατί σκέφτηκα ξαφνικά την πρώτη μας συνάντηση. Σε έβλεπα να έρχεσαι από μακριά κι έκανα πως κοιτάω αλλού για να μην σε φέρω σε δύσκολη θέση. Και γιατί ντρεπόμουν, εννοείται. Ήταν και η πρώτη φορά που σε συναντούσα βλέπεις. Αυτή η ντροπή όμως σε δευτερόλεπτα χάθηκε και ήρθε το χαμόγελο. Αχ, αυτό σου το χαμόγελο! Αξέχαστο. Έπειτα ακολούθησαν οι δυνατοί χτύποι στην καρδιάς όσο περνούσε η ώρα και σε κοιτούσα να μιλάς. Όχι, μην φοβάσαι, δεν έπαθα έμφραγμα. Απλά σε ερωτεύομαι. Με την πρώτη ματιά, το πρώτο φιλί.
Αυτό το πρώτο φιλί, θυμάσαι; Σου έσφιξα το χέρι, σε αγκάλιασα και σε φίλησα. Ανταποκρίθηκες αμέσως. Δεν θέλαμε να τελειώσει αυτό το φιλί. Τώρα ένιωθα ότι η καρδιά μου θα σπάσει, αλλά δεν με ένοιαζε. Ήξερα ότι είσαι στην αγκαλιά μου. Κι αυτό ήταν το πιο όμορφο δώρο. Όταν είδα τα μάτια σου πώς χαμογελούσαν από χαρά, ήθελα ο χρόνος να σταματήσει εκεί. Με εμάς αγκαλιά και να κοιταζόμαστε στα μάτια. Ο χρόνος όμως δεν σταματάει ποτέ και για κανέναν. Το αντίθετο. Τρέχει, τρέχει και τρέχεις κι εσύ μαζί του, σα να κάνεις μαραθώνιο. Δεν ξέρεις τι θέση θα λάβεις, ο αγώνας είναι μεγάλος. Άλλες φορές ο χρόνος σε ξεπερνά. Άλλες τον ξεπερνάς εσύ. Αλλά ποτέ δεν υπάρχει νικητής. Ένας αέναος αγώνας δρόμου.
Πόσο μακρινή μοιάζει αυτή η πρώτη φορά. Και με πόση νοσταλγία την θυμάμαι. Να, όλα αυτά σκέφτομαι και λέω «άξιζε τον κόπο». Πάντα αξίζει τον κόπο κάτι, όταν τα συναισθήματα που γεννιούνται είναι τόσο έντονα και όμορφα. Όταν χάνεσαι μέσα σε αγκαλιές και βλέμματα που σου εξιστορούν τις μεγαλύτερες αλήθειες.
Λες «προσπάθησα», αλλά η ζωή δεν ήθελε. Πεισματάρα η ζωή; Άδικη; Πες το όπως θες. Το αποτέλεσμα δεν αλλάζει. Από την μια σε κάνει να χαμογελάς και από την άλλη να πονάς. Να πονάς για κάτι που αγάπησες και είναι μακριά. Κι αυτό το μακριά είναι που σε πονάει πιο πολύ, γιατί δεν μπορείς να το αλλάξεις, όσο κι αν έχεις την καλή διάθεση! Δεν αρκεί. Θυμώνεις με εσένα, τους γύρω σου, με τη ζωή την ίδια. Τελικά, κάποια στιγμή καταλαβαίνεις ότι δεν ευθύνεται κανείς για την τροπή που πήραν τα πράγματα. Ήταν να γίνει κι απλά έγινε.
Αυτό κρατάω και με αυτό πορεύομαι. Είναι μια «κάποια λύσις» όπως θα έλεγε και ο ποιητής.
Όλα για έναν λόγο γίνονται. Τον λόγο αυτό, εύχομαι και οι δύο να τον μάθουμε κάποια στιγμή μέσα στο χρόνο και να μας δοθεί αυτή η απάντηση που ψάχνουμε αλλά δεν βρίσκουμε. Ας τον έχουμε σύμμαχό μας και δεν θα χάσουμε.
Πρέπει να φύγω τώρα όμως, πήγε αργά. Θα σου ξαναγράψω σύντομα. Θέλω να προσέχεις και να χαμογελάς. Το οφείλεις σε εσένα. Μην το ξεχνάς.