ΑΠΟ ΤΗΝ ΦΑΙΗ ΧΑΤΖΗΑΝΤΩΝΙΟΥ
Χάος.
Πώς χωράει το κενό στο χάος;
Ή μήπως είναι το αντίθετο;
Πόσο χάος χωράει στο κενό;
Πολύ, θα πω.
Γεμάτο είναι. Ασφυκτικά. Ως πάνω !
Γέμισε ο τόπος κούτες. Χάος, σου λέω!
Κούτες μεγάλες, κούτες μικρές.
Και μέσα, μόχθος, όνειρα, στιγμές και κατσαρόλια.
Οι στιγμές νομίζω είναι οι πιο βαριές.
Οι άλλοι δεν συμφωνούν, τα όνειρα λένε…
Μα δεν με μέλλει, ξέρω εγώ τι λέω.
Οι στιγμές είναι που πονάνε. Πολύ.
Έχω λοιπόν κάνα δυό τρεις από δαύτες
Τις κούτες, ντε!
Ναι, είναι γεμάτες μόχθο, ιδρώτα, όνειρα
Και στιγμές. Ασήκωτες είναι!
Πονάνε. Πολύ. Αλλά το είπα πάλι, ε;
Τα χωρίσαμε λοιπόν, δίκαια όλα. Τα μοιράσαμε σωστά!
Κατσαρόλες, τηγάνια…
Σεντόνια, πετσετάκια. Όλα!
Ναι… όλα, σωστά μοιρασμένα.
Με τις κλωστές μόνο και τις βελόνες…
Υπήρχε πρόβλημα…
Τις θέλαμε όλοι, όλες!
Να ράψουμε γυρεύουμε βλέπεις την πληγή
Της απουσίας σου, μα δεν μας φτάνουν…