ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΥΑ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΥ – ΛΙΑΝΟΥ

Ζήτησα πατρίδα κι έφτυσες πίσσα και λάβα.
Ζήτησα ήλιο και χαμόγελο της σελήνης
και ξέβρασες μαζούτ και πετρέλαιο,
για ένα Ελ Ντοράντο που ποτέ δεν θα γευτώ.

Ζήτησα μια γωνιά να βάλω το τσαρδί μου
και να δω τη σοφία των μεγάλων
που έχτισαν τον Παρθενωνα
και μου μίλησες για Κόσκο
και για μια θάλασσα,
που τάχα δίνει ζωή στη ναυτιλία.

Εδω και δυο χρόνια σχεδόν ξερνάει μωρά
από ανθρώπους που φεύγουν
από μια βομβαρδισμένη
πατρίδα εν καιρώ ειρήνης.

Ζήτησα θάλασσα και μέσα σε καιρό κρίσης
μου ’δωσες άλλη μια και βυθίστηκα,
σε ένα νερό από μαύρη λάβα
γιομάτη από τα δικά σου απόβλητα
-γιομάτη από τη δική σου αγριότητα,
γιομάτη από τη δική σου ανικανότητα
να πεις mea culpa.

Eφτυσες τώρα λάβα και μαύρη χολή
και τη λες ανάπτυξη.
Ζήτησα να μάθω πότε θα ελευθερωθώ
και με κύκλωσες με ένα συρματόπλεγμα,
κόβοντας τις γέφυρες επικοινωνίας.

Ζήτησα να πετάξω,
μα το πετρέλαιο λάβωσε τα φτερά μου.
Τόση πίσσα,
τόση λάβα.
Τέτοια πατρίδα δεν την μπορώ.
Θα την καθαρίσω με ιαχές στον Αρη
και χρησμούς από την Πυθία.

Θα κινήσεις να φύγεις
και σε χώρες όλο Στυμφαλίδες θα βρεθείς.
Μην φτύνεις άλλο
στο λαβωμένο μου κορμί.
Αρκετά!

Books and Style

Books and Style