ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΗΜΗΤΡΑ ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΥ
Τον 10ο αιώνα η Σμύρνη ήταν σημαντική ναυτική βάση που υποκαθιστούσε τον ρόλο του αχρηστευμένου πλέον λιμανιού της Εφέσου. Στο έργο Περί Θεμάτων του Κωνσταντίνου Ζ΄ Πορφυρογέννητου, η Σμύρνη καταγράφεται ως πόλη του θέματος Θρακησίων, ενώ ταυτόχρονα αποτελεί την έδρα του ναυτικού θέματος Σάμου.
Τα ναυτικά θέματα διέθεταν στόλο επιφορτισμένο και με τη φύλαξη των χερσαίων θεμάτων , όπως το θέμα των Θρακησίων. Αυτή την πραγματικότητα αντκατοπτρίζει η διπλή υπαγωγή της Σμύρνης. Εξ άλλου, έχει καταγραφεί και η παρουσία στην πόλη διοικητών του στόλου.
Η ναυτική δράση του Σελτζούκου Τζαχά ώθησε το βυζαντινό κράτος να αναπτύξει αξιόμαχο στόλο, ικανό να εξασφαλίσει τηνκυριαρχία στις θάλασσες κατά τον 12ο αι. απέναντι στους σφετεριστές της Κύπρου και της Κρήτης, αλλά και των εξωτερικών κινδύνων λόγω των σταυροφοριών.
Μετά την ανάκτηση των παραλιακών πόλεων της Μικράς Ασίας από τον Τζαχά, η Σμύρνη αναβαθμίστηκε κι έγινε βάση για τις επιχειρήσεις του βυζαντινού σστόλου στη Μικρά Ασία.
Στα χρόνια της Αυτοκρατορίας της Νικαίας, η Σμύρνη ήταν το κυριότερο πολεμικό λιμάνι της. Ο Γεώργιος Ακροπολίτης αναφέρει ότι εκεί κατασκευάστηκε ο λαμπρός στόλος του Ιωάννη Γ΄ Βατάτζη. Κατά το β΄ μισό του 13ου αιώνα, και έως την κατάληψή της από το εμιράτο του Αϊδινίου, η Σμύρνη παρέμεινε σημαντικό λιμάνι της παλιαολόγειας αυτοκρατορίας και πρωτεύουσα του θέματος Θρακησίων.
Ο Τζαχάς (Ζαχάς ή Τσακά) ήταν Σελτζούκος εμίρης του 11ου αιώνα στην ευρύτερη περιοχή της Νίκαιας. Σύμφωνα με τις βυζαντινές πηγές, αιχμαλωτίστηκε επί Νικηφόρου Γ΄ Βοτανειάτη (1078-1081) αλλά, καθώς δήλωσε πίστη και υποταγή στον βυζαντινό αυτοκράτορα, ανταμείφθηκε με πλούσια δώρα και τον τίτλο του Πρωτονοβελίσσιμου, που απονεμόταν σε επιφανείς πολιτικούς και στρατιωτικούς αξιωματούχους.
Ωστόσο, με την ανάρρηση στον θρόνο του Αλεξίου Α΄ Κομνηνού έχασε τα προνόμιά του. Αφού βρέθηκε σε δυσμένεια, ο Τζαχάς μετέβη στη Σμύρνη και κατά το διάστημα 1088-1091 κατασκεύασε εκεί στόλο. Γράφει η Άννα Κομνηνή για τον Τζαχά (Αλεξιάς VII.8.1):
«Τότε ακριβώς ο Τζαχάς, βέβαιος ότι ο αυτοκράτορας αντιμετώπιζε πολύπλευρες απειλές από την Δύση και ήταν σε διαρκείς εχθροπραξίες με τους Πετσενέγκους, σκέφτηκε ότι ήταν ευκαιρία να κατασκευάσει στόλο. Και βρήκε έναν Σμυρνιό και ανέθεσε σ’ εκείνον την κατασκευή των πειρατικών πλοίων, γιατί είχε εμπειρία στη ναυπηγική. Αφού, λοιπόν, κατασκεύασε εκεί (στη Σμύρνη) πολλά πλοία και επιπλέον σαράντα σκεπαστά αγράρια, κι αφού τα επάνδρωσε με έμπειρους άνδρες, επιτέθηκε στις Κλαζομενές και τις κατέλαβε· κι από κει τράβηξε για τη Φώκαια, και επέδραμε και σ’ αυτήν και την κατέκτησε».
Πράγματι, ο Τζαχάς κατέλαβε τη Φώκαια, τη Μυτιλήνη, τη Χίο, τη Σάμο και τη Ρόδο και ανέδειξε τη Σμύρνη πρωτεύουσά του. Παρά τις προσωρινές επιτυχίες του ναυάρχου Κωνσταντίνου Δαλασσηνού εναντίον του, και ενώ ο Αλέξιος Α΄ήταν απασχολημένος με τον κίνδυνο που δημιουργούσαν οι Πετσενέγκοι ( τουρκικός λαός που ζούσε στις στέπες, βόρεια του Δούναβη) για την αυτοκρατορία, ο Τζαχάς αυτοακηρύχθηκε αυτοκράτορας κι έφτασε να σχεδιάζει ναυτική επίθεση εναντίον της Κωνσταντινούπολης, έχοντας φροντίσει να συμμαχήσει με τους Πετσενέγκους.
Η απειλή αυτή υποχρέωσε τον Αλέξιο Α΄να δώσει έμφαση και προτεραιότητα στην κατασκευή ισχυρού στόλου. Ο αυτοκράτορας κατάφερε τελικά να κατατροπώσει τους Πετσενέγκους στη μάχη του Λεβουνίου (29 Απριλίου 1091) σε τέτοιο σημείο, ώστε να μην αποτελέσουν ξανά απειλή για την αυτοκρατορία.
Τα σχέδια του Τζαχά για την Πόλη είχαν ματαιωθεί, αλλά ο κίνδυνος δεν είχε εκλείψει.
Την επόμενη χρονιά (1092) ο Τζαχάς πάντρεψε την κόρη του με τον σουλτάνο της Νίκαιας Κιλίτζ Αρσλάν Α΄, προσπαθώντας να σχηματίσει νέα συμμαχία εναντίον των βυζαντινών. Ωστόσο, ο Αλέξιος Α΄ πέτυχε να στρέψει τον Αρσλάν εναντίον του Τζαχά. Το 1094, κατά τη διάρκεια ενός συμποσίου που έλαβε χώρα στη Σμύρνη, ο Κιλίτζ Αρσλάν δολοφόνησε τον μεθυσμένο Τζαχά.
Ο διάδοχος γιος του δεν κατάφερε να κρατήσει τα κατακτημένα εδάφη και οι βυζαντινοί τα πήραν πίσω μετά τη μάχη του Δορυλαίου.