ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ

ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΥΑ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΥ – ΛΙΑΝΟΥ

Όνειρο σε ύπνο μακρινό,
εκείνον όταν συναντήσεις να του πεις
πως αγαπάς.

Όνειρο,
άγγελος στις φτερούγες σε κρατά σφιχτά
και δε σαλεύει.

Το θείο ήρθε μονομιάς να πάρει το χέρι
το μοναχικό,
που από το παράθυρο πότιζε
δυο-τρεις φορές τους βασιλικούς.

Όμορφο το Όνειρο…
Κι εκείνο το χέρι μακρινό, δάχτυλα λεπτά
μιας κόρης βασιλοπούλας
που φύλαγαν σε γυάλινο παλάτι.

Το πριγκιπικό χέρι κανείς να μην το κρύψει.
Αυτό τη βέρα περίμενε,
την χιλιοειπωμένη.

Και μόνο στο παραθύρι έβγαινε
και τα μαλλιά τα κόκκινα
πλεξούδα έκαναν.

Τους βασιλικούς πότιζε και πάλι.
Έπιανε το βελόνι, την κλωστή,
υφαντό μαλαματένιο,
υφαντό μεταξωτό,
άσπρο γάντι φόραγε,
αρχή νυφικού ξεκίναγε,
τη βέρα περίμενε.

Να βάλει την χιλιοειπωμένη,
το χέρι το πριγκιπικό,
το χέρι βασιλοπούλας.

Books and Style

Books and Style