ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΜΑΙΡΗ ΓΚΑΖΙΑΝΗ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ, ΑΠΟΔΟΣΗ ΚΑΙ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗΣ: ΠΑΝΟΣ ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ
ΣΚΙΤΣΟ: ΝΙΚΟΣ ΡΑΦΑΗΛΙΔΗΣ

(Lisez l’entrevue en français en clickant ici / Διαβάστε τη συνέντευξη στα γαλλικά, ακολουθώντας τον παρακάτω σύνδεσμο)

Τα βιβλία του είναι διεθνή μπεστ σέλερ και έχουν μεταφραστεί σε 35 γλώσσες. Του έχει απονεμηθεί το βραβείο Goncourt, ανώτατη τιμητική διάκριση για έναν Γάλλο συγγραφέα. Θεωρείται ως ένας από τους κορυφαίους συγγραφείς της γενιάς του. Είναι επίσης εκείνος που με τη μαγική γραφή του, οδηγεί τους εκατομμύρια αναγνώστες του στην «ιστορική ψευδαίσθηση». Κι εκείνος που λατρεύει και τιμά την Ελλάδα όσο λίγοι σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Ο Πιερ Λεμέτρ μιλάει αποκλειστικά στο περιοδικό Books and Style.

ΜΑΙΡΗ ΓΚΑΖΙΑΝΗ: Κύριε Λεμέτρ, τι είναι για εσάς η συγγραφή; Ανάγκη; Εκτόνωση; Λύτρωση;

ΠΙΕΡ ΛΕΜΕΤΡ: Η λέξη «λύτρωση» δεν υπάρχει ουσιαστικά στο λεξιλόγιό μου. Απλώς γράφω διότι μου αρέσει να διηγούμαι ιστορίες κι επιπλέον αγαπώ τη λογοτεχνία σε τέτοιο βαθμό, που θέλησα να καταστώ (ταπεινό) κομμάτι της.

Μ.Γ.: Έχετε γράψει μια τετραλογία αστυνομικών βιβλίων με κεντρικό ήρωά σας τον αστυνομικό Καμίγ Βεροβέν. Πώς γεννήθηκε στη σκέψη σας ο συγκεκριμένος ήρωας του βιβλίου σας;

Π.Λ.: Ήθελα έναν επιθεωρητή που να αντιλαμβάνεται τον κόσμο με διαφορετικό τρόπο από τους άλλους ανθρώπους. Το ύψος του τον κάνει να βλέπει τον κόσμο υπό «χαμηλή γωνία», κάτι που είναι ασυνήθιστο, και το οποίο τον οδηγεί στο να παρατηρεί τη ζωή κάτω από διαφορετικό πρίσμα, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους. Επιπλέον θέλησα ο ήρωάς μου να αποτίσει φόρο τιμής, κυρίως στην ολλανδική ζωγραφική. Έτσι λοιπόν, δημιούργησα κάποιον που σκέφτεται τόσο με το μυαλό του, όσο και με τα χέρια του: δεν καταλαβαίνει πραγματικά παρά μόνο ό,τι μπορεί να ζωγραφίσει, καθώς το σχέδιο «μεταφράζει» τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει τα προβλήματα.

Μ.Γ.: Το βιβλίο σας «Καλή αντάμωση εκεί ψηλά» ξεπέρασε σε πωλήσεις τα 600.000 αντίτυπα. Υπάρχει κάποια «μαγική συνταγή» για να γίνει κάποιο βιβλίο best seller;

Π.Λ.: Αν υπήρχε κάποια μαγική συνταγή για την επιτυχία στα βιβλιοπωλεία… δεν θα σας την έδινα! Μπορεί κάποιος φυσικά να την εξηγήσει, αλλά μόνο εκ των υστέρων. Στην περίπτωση του «Καλή αντάμωση, εκεί ψηλά», θεωρώ ότι οι αναγνώστες αποζητούσαν ένα περιπετειώδες βιβλίο και η συγκεκριμένη επιθυμία τους συνέπεσε με την επέτειο του Μεγάλου Πολέμου, για τον οποίο οι Γάλλοι έδειξαν μεγάλο ενδιαφέρον. Και η απονομή του βραβείου Goncourt προφανώς βοήθησε ισχυρά στη διάδοση του βιβλίου.

Μ.Γ.: Ξεκινώντας να γράφετε αστυνομικά μυθιστορήματα, είχατε επιρροές από άλλους συγγραφείς αστυνομικής λογοτεχνίας;

Π.Λ.: Περιέργως, δεν είναι οι συγγραφείς αστυνομικής λογοτεχνίας που έχουν ασκήσει επιρροή στο έργο μου, αλλά πιο πολύ οι κλασικοί συγγραφείς όπως, για παράδειγμα, ο Αλέξανδρος Δουμάς, τον οποίο θεωρώ ως έναν από τους δασκάλους μου.

Μ.Γ.: Στα βιβλία της τετραλογίας, εκτός από τον αστυνομικό Καμίγ Βεροβέν, υπάρχουν άλλα κοινά σημεία;

Π.Λ.: Η τριλογία Βεροβέν, η οποία αποτελείται από… τέσσερα μυθιστορήματα, αποτίνοντας έτσι φόρο τιμής στους Τρεις Σωματοφύλακες, διηγείται την ιστορία ενός άντρα μέσα από το πεπρωμένο τριών γυναικών (έστω, τεσσάρων!). Η πρόκληση του «Καμίγ» ήταν να διηγηθώ μια αστυνομική ιστορία και ταυτόχρονα να ολοκληρώσω την πορεία του διοικητή Βεροβέν, που με συνοδεύει από το 2006. Από το πρώτο μου, δηλαδή, μυθιστόρημα.Μ.Γ.: Εμπνέεστε από αληθινές αστυνομικές ιστορίες;

Π.Λ.: Είναι αρκετά σπάνιο. Αυτό όντως ισχύει για ένα μυθιστόρημά μου, ο γαλλικός τίτλος του οποίου είναι «Cadres noirs», αλλά νομίζω ότι είναι και το μόνο.

Μ.Γ.: Πιστεύετε ότι σε ένα αστυνομικό βιβλίο απεικονίζεται η πραγματικότητα της ζωής στο αστυνομικό σώμα;

Π.Λ.: Εγώ γράφω μυθιστορήματα. Με την ακριβή περιγραφή της ποινικής ή επιστημονικής διαδικασίας και με την κατά γράμμα περιγραφή της ζωής των αστυνομικών, μπορεί κάποιος να φτιάξει κάλλιστα όμορφα ντοκιμαντέρ για την τηλεόραση. Για τη δημιουργία, όμως, ωραίων αστυνομικών ιστοριών, χρειάζεται κάτι άλλο. Ειδάλλως όλα θα ήταν μεν αληθινά, αλλά η συγγραφική μηχανή θα λειτουργούσε άνευ νοήματος, αφού δεν έχει καμία σχέση με τη γνώση. Οφείλουμε να διαφοροποιήσουμε το περιεχόμενο των γνώσεων με φορέα ένα κείμενο, από το φανταστικό που αναπτύσσει. Ο Ιούλιος Βερν είναι το πλέον ενδεικτικό «παράδειγμα» γι’ αυτό.

Μ.Γ.: Οι λεπτομερείς και πολλές φορές ανατριχιαστικές περιγραφές των δολοφονιών χρειάζονται κάποιες ειδικές γνώσεις;

Π.Λ.: Όχι, δουλεύω κυρίως εφαρμόζοντας την αρχή της «ιστορικής ψευδαίσθησης»: αυτό που προέχει δεν είναι να γράψω κάτι αυστηρά ακριβές, αλλά ο αναγνώστης να έχει την εντύπωση ότι είναι αληθινό!

Μ.Γ.: Οι αστυνομικές ιστορίες που γράφετε υπάρχουν ολοκληρωμένες στο μυαλό σας ή σας καθοδηγούν οι ήρωές σας;

Π.Λ.: Πιστεύω ότι πρέπει από τη μια να είμαστε επιφυλακτικοί απέναντι στη γραφή, κι από την άλλη να την εμπιστευόμαστε. Να είμαστε επιφυλακτικοί, επειδή δεν πρέπει να βασιζόμαστε στο ότι η γραφή μπορεί να μας προσφέρει τα πάντα. Υπάρχει ένα έργο που εμπερικλείει την προετοιμασία και συγγραφή του σεναρίου, δηλαδή της κατασκευής των ηρώων. Ο μεγάλος, ο τεράστιος Κορνήλιος έλεγε: «Το έργο μου ολοκληρώθηκε, δεν έχω παρά να το γράψω». Ακόμη και γι’ αυτούς τους μεγάλους άντρες, η προετοιμασία προηγούταν της γραφής. Από την άλλη πλευρά, το να εμπιστεύεται κάποιος τη γραφή, σημαίνει να μην προβλέπει τα πάντα, να αφήνει κάποιες φορές την ευκαιρία να γράψει μια πρόταση, μια φόρμουλα που αλλάζει το χρώμα του χαρακτήρα. Δεν είναι τα πράγματα έτσι ακριβώς όπως τα είχατε δει στην αρχή, ωστόσο αυτό προσδίδει κάτι αυθόρμητο, που ξαφνικά δίνει διαφορετικό τόνο, το οποίο μπορεί κάποιες φορές να τεθεί υπό αμφισβήτηση. Πρόκειται για ένα ζήτημα… δοσολογίας.

Μ.Γ.: Ο αστυνομικός Καμίγ Βεροβέν θα έχει συνέχεια ή σκέφτεστε να τον αντικαταστήσετε;

Π.Λ.: Όχι. Ο Καμίγ δεν προορίστηκε να γίνει ένας επαναλαμβανόμενος χαρακτήρας. Ήδη έχει ολοκληρώσει τέσσερις έρευνες. Πρόκειται για κάποιον που έχει κάνει ήδη πολλά. Μου ζήτησε να συνταξιοδοτηθεί και πιστεύω πως πλέον περνά χαλαρές στιγμές… νιώθω άβολα να χτυπήσω την πόρτα του και να του ζητήσω ν’ αναλάβει εκ νέου δράση.
Ένας ήρωας μυθιστορήματος έχει κάποιο συγκεκριμένο αφηγηματικό δυναμικό. Όταν το δυναμικό έχει χρησιμοποιηθεί, μπορούμε φυσικά να «τεντώσουμε» τη συνταγή στα άκρα, να επιμηκύνουμε τη σειρά, παρόλα αυτά ο ήρωας δεν θα «λέει» τίποτα σε κανέναν… επειδή δεν έχει τίποτα άλλο πλέον να πει.

Μ.Γ.: Τι είναι αυτό που πρέπει να προσέχει ιδιαίτερα ένας συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων;

Π.Λ.: Οι ήρωες πρέπει πάντα να πρωτοστατούν της ιστορίας. Στα αστυνομικά και στις ιστορίες με εγκλήματα, μπορείτε να καταλάβετε χωρίς δυσκολία, πόση διαρκή προσοχή οφείλει να προσδώσει ένας συγγραφέας στην ίντριγκά του, ούτως ώστε να φαίνεται αληθοφανής: τα αποδεικτικά στοιχεία να είναι σχετικά και στη σωστή τους θέση, οι εσκεμμένα λάθος πίστες στην ιστορία πρέπει να υφαίνονται με επιδεξιότητα, οι εκπλήξεις να προσφέρονται με μέτρο, και η αγωνία να παρεμβαίνει όποτε χρειαστεί… κι όσο πρέπει. Μ’ άλλα λόγια, ένας συγγραφέας αστυνομικής λογοτεχνίας είναι ένας μηχανικός για τον οποίο κάθε κομμάτι πρέπει να βρίσκεται στη σωστή του θέση. Ως εκ τούτου, ενώ θα έχει επικεντρωθεί στην εξέλιξη της ιστορίας, μπορεί να παραμελήσει τους χαρακτήρες. Χωρίς όμως τους χαρακτήρες, η πλοκή από μόνη της δεν θα ενδιέφερε κανέναν: η πολυπλοκότητα της ιστορίας θα έπαιρνε τα ηνία, η ποιότητα και η «αλληλουχία των γραναζιών» θα σκέπαζαν την πλοκή, αγνοώντας την αρχή σύμφωνα με την οποία ο σκοπός του ρολογιού είναι πρωτίστως να δείχνει την ώρα. Κι έτσι δεν θα υπήρχε πλέον ζωτικός χώρος για τους ήρωες (σ.: ενός βιβλίου).
Αυτό συμβαίνει με τα μυθιστορήματα της Αγκάθα Κρίστι ή του Τζον Ντίκσον Καρρ. Κατά τη γνώμη μου, ακόμη κι αν είναι για κάποιον απολαυστικό να διαβάζει την Κρίστι, ο αναγνώστης που θα συγκινηθεί μέχρι δακρύων από τον Ηρακλή Πουαρό, πρέπει να επισκεφτεί επειγόντως έναν ψυχαναλυτή!Μ.Γ.: Τα βιβλία σας έχουν μεταφραστεί σε 33 γλώσσες. Πώς αισθάνεστε με αυτή την αποδοχή σ’ ολόκληρο τον κόσμο;

Π.Λ.: Τα έργα μου έχουν ως τώρα μεταφραστεί σε 35 γλώσσες, κάτι δηλαδή που αποτελεί εξαιρετική ευκαιρία για έναν συγγραφέα να διαβάζεται σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Πρόκειται για μια μεγάλη τύχη την οποία εύχομαι σε όλους τους συγγραφείς… όλων των χωρών.

Μ.Γ.: Ποιο μήνυμα θα θέλατε να στείλετε στους Έλληνες αναγνώστες σας, οι οποίοι παρεμπιπτόντως είναι παθιασμένοι από την πένα σας;

Π.Λ.: Η Ελλάδα βρίσκεται στο νου μου (όπως και σ’ αυτόν πολλών συμπατριωτών μου), γιατί η μοίρα που αποφάσισε η Ευρωπαϊκή Ένωση να επιφυλάξει στην Ελλάδα, είναι ταυτόχρονα άδικη, αποκρουστική και… άχρηστη. Τρεις λοιπόν λόγοι για να σκέφτομαι τους Έλληνες με φιλικά αισθήματα. Και με αγάπη.
Αυτή η χώρα (σ.: η Ελλάδα) είναι άλλωστε το λίκνο όλων των ιστοριών (αναφέρομαι φυσικά στον Όμηρο, ο οποίος μας διηγήθηκε την πρώτη ιστορία), γεγονός που προκαλεί τη συμπάθεια κάθε συγγραφέα. Όπως επίσης για το γεγονός ότι διαθέτει την πολύ όμορφη δική της «σχολή» του νουάρ μυθιστορήματος, στην κορυφή της οποίας θα τοποθετούσα με ευχαρίστηση τον Πέτρο Μάρκαρη.
Τέλος να σας πω, ότι προσμένω με χαρά να γνωρίσω από κοντά τους Έλληνες αναγνώστες μου (καθώς επίσης και τον γενναίο μεταφραστή και επιμελητή μου).

Books and Style

Books and Style