ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΙΚΗ ΤΣΙΑΤΑ

Χαρτί και μολύβι, βλέπω. Αναρωτιέμαι σε ποιον θα γράψεις, αφού υπάρχουν το Viber και το Messenger. Μην μου πεις ότι τέτοια ώρα θα γράψεις τη λίστα για το σούπερ μάρκετ, γιατί δεν θα σε πιστέψω. Όμως αν είναι να περάσει η βραδιά μας ήρεμα, εγώ δεν θα σε ενοχλήσω. Βόλεψε την πλάτη σου πάνω μου και γράψε ό,τι θες.

«Αγαπημένε μου Θεέ…»

Μα καλά, στον Θεό θα γράψεις γράμμα; Πού ακούστηκε αυτό; Και άντε και το έγραψες. Μου λες πώς θα του το στείλεις; Για να σοβαρευτούμε λιγάκι! Γιατί δάγκωσες το μολύβι και γύρισες το βλέμμα προς το ταβάνι;

Μην μου αλλάζεις θέμα. Ξεκινήσαμε να γράφουμε στον Θεό κι εσύ άρχισες να σκέφτεσαι την… Μαρίζα; Αλήθεια, τι κάνει αυτή η ψυχή; Καιρό έχω να μάθω νέα της. Θυμάμαι πόσο σε είχε εντυπωσιάσει η ιστορία της. Ξεριζωμένη Βραζιλιάνα, παντρεμένη με Έλληνα ναυτικό ο οποίος, αφού την έφερε εδώ, την παράτησε με ένα παιδί χωρίς σπίτι, χωρίς δουλειά και χωρίς στον ήλιο μοίρα. Ήταν σε απόγνωση.

Έκατσε λοιπόν και έγραψε ένα γράμμα στον Θεό, ζητώντας του να της δείξει το δρόμο για να τα βγάλει πέρα, κι όχι μόνο. Μια λίστα δύο σελίδες είχε γράψει και του ζητούσε ό,τι ήθελε. Αφού το έγραψε, το έβαλε μέσα σε έναν φάκελο και το έκρυψε σ’ ένα συρτάρι. Όπως σου είχε πει, πίστευε ότι είμαστε όλοι παιδιά του και ότι δεν θέλει να μας βλέπει να υποφέρουμε, γι’ αυτό κι ό,τι του ζητήσουμε, εκείνος θα μας το δώσει (μεταξύ μας, αυτό το τελευταίο σηκώνει πολύ συζήτηση, αλλά αφού έτσι σου είπε, μπορούσες να της φέρεις αντίρρηση;).

Και μέσα σε λίγο καιρό, η ζωή της Μαρίζας άλλαξε. Βρήκε τη δουλειά που της άρεσε, βρήκε και σπίτι, μετά άνοιξε την δική της επιχείρηση και μεγαλώνει το παιδί της χωρίς να του λείπει τίποτα. Για να σε βγάλω από τη σύγχυση στην οποία βρίσκεσαι, θα σου πω μόνο ότι η Μαρίζα πίστευε με όλη της την ψυχή ότι θα τα καταφέρει˙ είχε πείσμα και έκρυβε μέσα της τεράστια δύναμη για να προχωρήσει. Και τα κατάφερε.

Τώρα, εσύ, ξεκίνα να γράφεις στον Θεό για να του ζητήσεις όλα όσα θέλεις, αλλά αν δεν πιστεύεις πρώτα στον εαυτό σου και στη δική σου δύναμη, μην νομίζεις ότι θα πετύχεις και πολλά. Τι να σου κάνει ο Παντοδύναμος αν δεν τον βοηθήσεις λιγάκι;

Ε, μια κουβέντα είπα και την πήρες στραβά; Γιατί άφησες το χαρτί και το μολύβι; Και είχα μια περιέργεια να δω τι θα ζητούσες από τον Μεγαλοδύναμο, έτσι για να ευθυμήσω λίγο. Μου υπόσχεσαι ότι αύριο θα γράψεις αυτό το γράμμα; Έχω κι εγώ κάποιες παραγγελίες να του δώσω…

Άντε, σβήσε το φως… καληνύχτα.

Συμπέρασμα: Ο Θεός δεν έχει ταχυδρομική διεύθυνση, όμως τα γράμματα τα διαβάζει. Αρκεί εσύ να το θελήσεις.

Books and Style

Books and Style