ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΜΑΙΡΗ ΓΚΑΖΙΑΝΗ

Η Κωνσταντίνα Σανδάλη πρωτοεμφανίστηκε στον συγγραφικό χώρο το 2010 κι αμέσως έγινε αποδεκτή και αγαπητή από το αναγνωστικό κοινό. Μετά από τρία βιβλία και μία πενταετή απουσία («Σιώπησα διότι δεν είχα κάτι αξιόλογο να πω, να καταθέσω» όπως αναφέρει η ίδια), επανέρχεται με το νέο βιβλίο της «Αίθρα». Έχοντας διαβάσει όλα τα βιβλία της, γνωρίζω ότι αγαπημένο της θέμα είναι η γυναίκα, ενώ η ίδια ισχυρίζεται: «γράφω ψυχογραφήματα». Το σίγουρο είναι ότι η Κωνσταντίνα Σανδάλη θα κερδίσει και πάλι τους αναγνώστες της, οι οποίοι θα βγάλουν τα δικά τους συμπεράσματα.

ΜΑΙΡΗ ΓΚΑΖΙΑΝΗ: Κωνσταντίνα, γεννήθηκες, μεγάλωσες και κατοικείς στον Άγιο Γεώργιο Λιβαδειάς. Τι σημαίνει για σένα ο τόπος σου; Θα μπορούσες να τον εγκαταλείψεις ποτέ;

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΣΑΝΔΑΛΗ: Ο τόπος μου είναι οι ρίζες μου, η αφετηρία της ζωής μου και η μοναδική στέγη που γνωρίζω. Ναι, θα μπορούσα να τον εγκαταλείψω, άλλωστε τον εγκαταλείπω κατά καιρούς μέσα από τα βιβλία μου για να επανέλθω και πάλι δριμύτερη, προετοιμάζοντας το επόμενο ταξίδι μου.

Μ.Γ.: Το 2010 πρωτοεμφανίστηκες στον συγγραφικό χώρο με το μυθιστόρημά σου «Άγγελοι με γαλήνεψαν». Τι ήταν αυτό που σε ώθησε προς τη συγγραφή;

Κ.Σ.: Η ρουτίνα μιας απαιτητικής δουλειάς, η φυλακή που ορθωνόταν μέσα από εκεί, ο εγκλεισμός που μου προκαλούσε και η απελπισία που βίωνα βλέποντας το τι μου στερούσε. Δεν γνωρίζω τι ακριβώς πυροδότησε τη συγγραφή του βιβλίου, αλλά το ανάδευσε μ’ έναν τρυφερό, γαλήνιο λόγο που αγαπώ πολύ.

Μ.Γ.: Ακολούθησαν τα μυθιστορήματα «Μισή πνοή» (2012) και «Το πουθενά μου» (2013). Τι είδους συναισθήματα έχεις την ανάγκη να καταθέσεις μέσα από τα βιβλία σου;

Κ.Σ.: Άθελά μου, δίχως να έχω κάποιο σκοπό, διαπίστωσα πως συγγράφω ψυχογραφήματα. Πατώ με θράσος αλλά και θάρρος επάνω στην αδυναμία των ηρωίδων μου για ν’ αναδεύσω τη δύναμή τους και εκείνη με τη σειρά της να εμπνεύσει τον αναγνώστη.

Μ.Γ.: Μετά από μια περίοδο αποχής, επανεμφανίζεσαι με το βιβλίο σου «Αίθρα», που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πνοή. Τι ήταν αυτό που σε κράτησε μακριά από την έκδοση για μία πενταετία;

Κ.Σ.: Εκείνο που με κράτησε μακριά από τη συγγραφή, ήταν η ίδια η συγγραφή. Σιώπησα διότι δεν είχα κάτι αξιόλογο να πω, να καταθέσω.

Μ.Γ.: Η Αίθρα είναι η ηρωίδα του ομότιτλου βιβλίου σου. Μπορείς να μας την συστήσεις;

Κ.Σ.: Η Αίθρα είναι ένα ευαίσθητο πλάσμα που άθελά της ακούει μια αλήθεια την οποία δεν μπορεί να διαχειριστεί. Την μεταμορφώνει και την καθορίζει στη μετέπειτα ζωή της, κάνοντάς την να φαίνεται σκληρή, παράλογη και πολλές φορές παράφρων. Αλλά είναι απλώς άμυνα. Άμυνα συναισθηματική.

Μ.Γ.: Μέσα από το βιβλίο γνωρίζουμε την Αίθρα στα τελευταία χρόνια του σχολείου και την εισαγωγή της στο Πανεπιστήμιο. Τι είδους αναζητήσεις είχε η Αίθρα;

Κ.Σ.: Όπως όλες οι έφηβες, να ξεκινήσει να διαγράφει μια πορεία στη ζωή της, να δημιουργήσει, να ζήσει.

Μ.Γ.: Ο Χασομέρης είναι ένα βουνό που αντικρίζει η Αίθρα απέναντι απ’ το παράθυρο του πατρικού της σπιτιού και συνομιλεί συχνά μαζί του. Ποιος, όμως, είναι πραγματικά ο Χασομέρης;

Κ.Σ.: Ο μοναδικός της φίλος, η συνείδησή της, η αλήθεια της. Η φωνή εκείνη του μυαλού που μας καθορίζει την ισορροπία του καλού και του κακού, του άδικου και του δίκαιου, του σωστού και του λάθους.

Μ.Γ.: «Όλα τελειώνουν, απλώς εγώ τα τερματίζω νωρίτερα κι ακίνδυνα για μένα», απευθύνει η Αίθρα στον Χασομέρη. Τι ήταν αυτό που φόβιζε την Αίθρα;

Κ.Σ.: Το «πάντα», αυτό τη φόβιζε. Δεν πίστευε ό,τι στήριζε τα όνειρα ή τις επιθυμίες που διαφαίνονταν ότι θα κρατούσαν για πάντα. Αμφισβητούσε τη διάρκεια των συναισθημάτων.

Μ.Γ.: Όταν η Αίθρα κατέφυγε στο Μεντάο με τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα, το έκανε από ανάγκη συνεισφοράς ή από ανάγκη διαφυγής από το προσωπικό της τέλμα;

Κ.Σ.: Μα και βέβαια ήταν ανάγκη διαφυγής! Κρύφτηκε πίσω από τη συνεισφορά για να αποδείξει στον εαυτό της τη δύναμη που έχει να γαλουχεί και να επιβάλλεται στα συναισθήματά της. Διέφυγε της αλήθειας της.

Μ.Γ.: «Τον αποζητώ σαν τρελή, αλλά φεύγω σαν κυνηγημένη από αυτό ακριβώς που νιώθω», αναφέρει η Αίθρα για τον Γεράσιμο. Γιατί η Αίθρα, ενώ ήταν ερωτευμένη με τον Γεράσιμο, ήθελε να απορρίψει το συναίσθημά της για αυτόν;

Κ.Σ.: Για έναν και μοναδικό λόγο, επειδή φοβόταν τον εαυτό της, τρομοκρατούταν να αφεθεί στον πόθο που ένιωθε για εκείνον, αντιλαμβανόταν ότι κάτι της διέφευγε από αυτόν τον έρωτα, δεν μπορούσε να καταλάβει τι, αλλά την απέτρεπε όσο και την έλκυε.

Μ.Γ.: Πού οφειλόταν η ερωτικά συναισθηματική εξάρτηση της Αίθρας από τον Γεράσιμο;

Κ.Σ.: Θα μπορούσα να πω, στο όμορφο παρουσιαστικό του, στον του δυναμικό χαρακτήρα, στη σταθερότητα της συμπεριφοράς του, αλλά όχι σε άγνωστους λόγους όπως συμβαίνει στους πιο πολλούς.

Μ.Γ.: «Ναι μεν με αγαπούσε, δεν το συζητούσα, αλλά δεν ήταν με τον σωστό τρόπο», αναφέρει πάλι η Αίθρα για τον Γεράσιμο. Τι ήταν αυτό που έλειπε από την Αίθρα;

Κ.Σ.: Δεν μπορούσε να το προσδιορίσει. Φαινομενικά ήταν όλα τέλεια και κατ’ αυτόν τον τρόπο θα τα βιώσει και ο αναγνώστης, αλλά κάτι μέσα της την απωθούσε, της στερούσε την ελευθερία της και τη δέσμευε μ’ έναν τρόπο που δεν άντεχε.

Μ.Γ.: Δεδομένου ότι δεν προκύπτει να καταπιέζεται η Αίθρα από τον Γεράσιμο, πού οφειλόταν το «καρκίνωμα του πνιξίματος», όπως αναφέρεις, το οποίο αισθανόταν στη σχέση της μαζί του;

Κ.Σ.: Ο Γεράσιμος ήθελε, σε εισαγωγικά, φυσιολογικά για έναν άντρα πράγματα: τη γυναίκα του να τον περιμένει σπίτι, να ασχολείται κατ’ αποκλειστικότητα μαζί του κι εκείνος να της προσφέρει τα προς το ζην. Άθελά του εγκλώβιζε με τον έρωτά του την Αίθρα, της στερούσε σημαντικά πράγματα για εκείνη και αυτά ήταν ψυχή, δεν της ανάδευε την ωραιότητα της ψυχής της.

Μ.Γ.: «Ήμουν αγάπη ή ο ατέρμονος πόθος του Γεράσιμου;» αναρωτιέται η Αίθρα. Εσύ τι πιστεύεις ότι ήταν κι επίσης τι ήταν ο Γεράσιμος για την Αίθρα;

Κ.Σ.: Ήταν η αγάπη του Γεράσιμου η Αίθρα. Την αγαπούσε για πολλούς λόγους που θα εξέθετα αν το βιβλίο γραφόταν για εκείνον, αλλά τούτο το πόνημα αφορά στον ψυχισμό μια γυναίκας που παλεύει με τον άγνωστο Δον Κιχώτη της. Καλός ή κακός, έχει τις εσωτερικές της φωνές που επιζητούν τη δικαίωση, την απαιτούν.

Μ.Γ.: «Είμαι νωθρή και δέχομαι τα πάντα, αλλά αυτή μου η νωχελικότητα με εξαγριώνει σε τέτοιο βαθμό, που παραλογίζομαι…» αναφέρει η Αίθρα για τον εαυτό της. Ποιος ήταν ο τρόπος για να αντιπαρέρχεται τις αδυναμίες που η ίδια αναγνώριζε στον εαυτό της;

Κ.Σ.: Δεν υπήρχε τρόπος, υπήρχε τρέλα και παραλογισμός, έτσι τουλάχιστον διαφαίνεται στα μάτια του αναγνώστη. Για εκείνη, ήταν ο μόνος δρόμος προς την ψυχική της επιβίωση.

Μ.Γ.: Η Αίθρα θεωρεί ότι έχει «το ταλέντο της υποταγμένης»: «Δεν καταλάβαινα αν αυτή μου την δουλικότητα την είχα ανασύρει εγώ από κάπου βαθιά μέσα μου ή μου την προκαλούσε εκείνος», αναφέρει. Πού οφειλόταν αυτή η δουλικότητα;

Κ.Σ.: Η «δουλικότητά» της οφειλόταν στην απελπισμένη της προσπάθεια να ισορροπήσει εκείνο που διαφαίνονταν σωστό στα μάτια όλων και σ’ εκείνο που έδειχνε λάθος στα δικά της. Προσπαθεί να δοκιμάσει κι έναν άλλο τρόπο, σκεφτόμενη μήπως ήταν εκείνη λάθος. Προσπαθεί να πράξει το φαινομενικά σωστό.

Μ.Γ.: «Έτρεμα να ζήσω δίχως τον Γεράσιμο», τονίζει η Αίθρα. Τι είδους ασφάλεια της προσέφερε ο Γεράσιμος;

Κ.Σ.: Την ασφάλεια του γνώριμου μέσα στα χρόνια συναισθήματος. Της συνήθειας που επιφέρει.

Μ.Γ.: «Και τι σ’ εμποδίζει ν’ απελευθερωθείς;» ρωτάει ο Μικρός την Αίθρα. «Η ελευθερία, αυτή μ’ εμποδίζει», του απαντάει. Τι είδους ελευθερία αναζητούσε στη ζωή της η Αίθρα;

Κ.Σ.: Αυτό το ερώτημα θα το θέσω και το θέτω εγώ στους αναγνώστες. Τι είδους φυλακή μπορεί να είναι η ελευθερία; Πιστέψτε με, κατ’ εμέ εσωτερική και αυτό το διαπίστωσε στην πορεία.

Μ.Γ.: Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η Αίθρα είναι ένα άτομο με διπολική διαταραχή;

Κ.Σ: Εκείνο που μπορώ να πω για την ηρωίδα μου, είναι ότι είναι διαφορετική και μέσα από αυτήν της τη διαφορετικότητα ίσως να διαφαίνεται κατ’ αυτόν τον τρόπο. αλλά τα συμπεράσματα αφορούν στον αναγνώστη.

Μ.Γ.: Με τη λέξη «τέλος» στο βιβλίο, είχε βρει το δρόμο της απελευθέρωσης η Αίθρα σου;

Κ.Σ.: Ναι, τον βρήκε. Με πόνο, αλλά ναι.

Μ.Γ.: Υπάρχουν σημεία του βιβλίου με τα οποία ταυτίστηκες με την ηρωίδα σου;

Κ.Σ.: Μα και βέβαια, δικό μου παιδί είναι, φέρει και τα δικά μου γονίδια, όπως θα έλεγε κι εκείνη, σαν γενετίστρια που ήταν. Μα και βέβαια, ταυτίστηκε και ταυτίστηκα μαζί της. Πώς αλλιώς άλλωστε συγγράφεται ένα βιβλίο ψυχής;

Μ.Γ.: Αφού σ’ ευχαριστήσω και σου ευχηθώ καλοτάξιδο το βιβλίο σου, θα σου ζητήσω να αναφέρεις μία αγαπημένη σου φράση μέσα από το βιβλίο.

Κ.Σ.: Σκέφτομαι πως τελικά είμαστε οι επιλογές μας. Αναλογίζομαι πως διανθίζουμε τη μοναχικότητά μας με ανθρώπους και τη μοναξιά μας με ημίμετρα. Όλα είναι θέμα μιας εικόνας που έχουμε για τον εαυτό μας κι εκείνης που θεωρούμε πως έχουν οι άλλοι για μας. Όλα είναι ζήτημα μιας ευτυχίας που δημιουργούμε και μας δημιουργούν εντελώς δημαγωγικά τα πρότυπα που έχουμε στη ζωή μας. Όλα τοποθετημένα σ’ ένα πλάνο πανάρχαιο, μελετημένο και σχεδιασμένο για να στερεί από την ψυχή την ελευθερία.

*Το βιβλίο «Αίθρα» της Κωνσταντίνας Σανδάλη, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πνοή.

Βιογραφικό

Η Κωνσταντίνα Σανδάλη γεννήθηκε στον Άγιο Γεώργιο Λιβαδειάς Βοιωτίας όπου ζει και εργάζεται. Το 2010 έκανε την εμφάνισή της στην ελληνική λογοτεχνία με το μυθιστόρημα «Αγγελοι με γαλήνεψαν», από τις εκδόσεις Ιωλκός. Το 2012 εκδόθηκε με χορηγία της εταιρίας Power Health, ένα συλλεκτικό βιβλίο με τίτλο «Μισή Πνοή», το οποίο διανθίζεται από δεκατρείς πίνακες της ζωγράφου Κατερίνας Κανελλάκου. Το 2013 ακολούθησε το μυθιστόρημα «Το Πουθενά μου». Το 2017 επανέρχεται με το μυθιστόρημα «Αίθρα», από τις εκδόσεις Πνοή.

Books and Style

Books and Style